[8.65.1] Ο Δίκαιος, ο γιος του Θεοκύδη, Αθηναίος πολίτης, εξόριστος στην αυλή των Μήδων, όπου του δόθηκε σημαντική θέση, είπε πως εκείνο τον καιρό, όταν το πεζικό του Ξέρξη ρήμαζε την ύπαιθρο της Αττικής, έτυχε τότε να βρίσκεται στο Θριάσιο πεδίο μαζί με τον Δημάρατο τον Λακεδαιμόνιο· και, πως είδαν κουρνιαχτό που σήκωναν περίπου τριάντα χιλιάδες άντρες να έρχεται απ᾽ την Ελευσίνα· κι οι δυο τους παραξενεύονταν ποιοί άνθρωποι άραγε σήκωναν τον κουρνιαχτό· και, πως νά, ξαφνικά άκουσαν ανθρώπινη φωνή, και του φάνηκε πως η φωνή ήταν ο ίακχος των μυστών. [8.65.2] Κι έλεγε πως ο Δημάρατος αγνοούσε τις ιεροτελεστίες που γίνονταν στην Ελευσίνα και τον ρωτούσε τί να ήταν η φωνή που ακουόταν· κι αυτός του αποκρίθηκε: «Δημάρατε, αναπόφευκτα ο στρατός του βασιλιά θα δεχτεί κάποιο μεγάλο χτύπημα. Γιατί τα σημάδια το λένε φως φανάρι· δηλαδή, η φωνή αυτή που ακούεται την ώρα που στην Αττική δεν υπάρχει ψυχή, είναι ολοφάνερα θεόσταλτη κι έρχεται από την Ελευσίνα, για να βοηθήσει τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους. [8.65.3] Κι αν ο κουρνιαχτός ξεσπάσει κατά την Πελοπόννησο, θα κινδυνέψει ο ίδιος ο βασιλιάς κι ο στρατός της ξηράς, αν όμως κατευθυνθεί προς τα καράβια που βρίσκονται στη Σαλαμίνα, θα κινδυνέψει ο βασιλιάς να χάσει το ναυτικό του. [8.65.4] Κι όσο γι᾽ αυτή τη γιορτή, την τελούν οι Αθηναίοι κάθε χρόνο για την Μητέρα και την Κόρη· και γίνεται μύστης όποιος θέλει κι απ᾽ αυτούς κι απ᾽ τους άλλους Έλληνες· κι η φωνή που ακούς είναι η επίκληση που απευθύνουν στη γιορτή αυτή στον Ίακχο». Κι έλεγε πως ο Δημάρατος αποκρίθηκε: «Κράτα κλειστό το στόμα σου και μη πεις σε κανέναν άλλο αυτά τα λόγια· [8.65.5] γιατί, αν τα λόγια σου αυτά φτάσουν στ᾽ αυτιά του βασιλιά, χάνεις το κεφάλι σου και δε θα μπορούσα να σε γλιτώσω ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος. Κάθισε λοιπόν ήσυχος και γι᾽ αυτό το εκστρατευτικό σώμα οι θεοί θα βάλουν το χέρι τους». [8.65.6] Και, πως αυτή τη συμβουλή τού έδωσε εκείνος, ενώ απ᾽ τον κουρνιαχτό και τη φωνή σχηματίστηκε ένα σύννεφο και μετεωρίστηκε στον ουρανό και κατευθύνθηκε προς τη Σαλαμίνα. Και, πως έτσι αυτοί κατάλαβαν ότι αφανισμός περιμένει το ναυτικό του Ξέρξη. Λοιπόν αυτά έλεγε ο Δίκαιος, ο γιος του Θεοκύδη, κι έφερνε μάρτυρες τον Δημάρατο και άλλους. [8.66.1] Τώρα, αυτοί που υπηρετούσαν στο ναυτικό του Ξέρξη, αφού είδαν το θέαμα του χαλασμού των Λακεδαιμονίων, από την Τραχίνα πέρασαν στην Ιστιαία· καθυστέρησαν εκεί τρεις μέρες και κατόπιν διέσχιζαν με τα καράβια τους τη θάλασσα του Ευρίπου, και σ᾽ άλλες τρεις μέρες έφτασαν στο Φάληρο. Κατά τους υπολογισμούς μου, έκαναν την εισβολή τους στην Αθήνα με στρατό ξηράς και με ναυτικό όχι μικρότερο αριθμητικώς απ᾽ τις δυνάμεις που διέθεταν στη Σηπιάδα και στις Θερμοπύλες. [8.66.2] Γιατί σ᾽ αυτούς που χάθηκαν απ᾽ το αγριοκαίρι και στις Θερμοπύλες και στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου θ᾽ αντιπαραθέσω τους εξής που ώς τότε δεν ακολουθούσαν τον βασιλιά: τους Μαλιείς και τους Δωριείς και τους Λοκρούς και τους Βοιωτούς (που τον ακολουθούσαν πανστρατιά, μ᾽ εξαίρεση τους Θεσπιείς και τους Πλαταιείς)· κι ακόμη τους Καρυστίους και τους Ανδρίους και τους Τηνίους κι όλους τους υπόλοιπους νησιώτες, εκτός από τις πέντε πόλεις που προηγουμένως ανέφερα τα ονόματά τους. Γιατί, όσο ο Πέρσης προέλαυνε στα ενδότερα της Ελλάδας, τόσο περισσότεροι λαοί τον ακολουθούσαν. [8.67.1] Λοιπόν, όταν έφτασαν στην Αθήνα όλοι αυτοί εκτός από τους Παρίους (οι Πάριοι έμειναν πίσω, στην Κύθνο, και καιροφυλαχτούσαν ποιά θα ήταν η έκβαση του πολέμου), μόλις λοιπόν οι άλλοι έφτασαν στο Φάληρο, κατέβηκε εκεί κι ο ίδιος ο Ξέρξης στα καράβια, θέλοντας να συναντήσει αυτούς που ήταν πάνω στα καράβια και να μάθει τις απόψεις τους. [8.67.2] Κι όταν έφτασε και κάθισε στον προεδρικό θρόνο, ήρθαν απ᾽ τα καράβια τους ύστερ᾽ από πρόσκληση οι ντόπιοι τύραννοι των διαφόρων εθνών και οι τριήραρχοι και κάθισαν με τη σειρά που τους τιμούσε ο βασιλιάς, πρώτος ο Σιδώνιος, μετά ο Τύριος και κατόπιν οι υπόλοιποι. Κι όταν κάθισαν σύμφωνα με το τυπικό, ο ένας μετά τον άλλο, έστειλε ο Ξέρξης τον Μαρδόνιο και ρωτούσε, δοκιμάζοντας τη γνώμη του καθενός τους, να δώσει ναυμαχία ή όχι. [8.68.1] Και καθώς ο Μαρδόνιος, αρχίζοντας απ᾽ τον Σιδώνιο, έκανε το γύρο τους ρωτώντας, όλοι οι άλλοι εξέφραζαν μια και την αυτή γνώμη, παροτρύνοντας να δώσει ναυμαχία, όμως η Αρτεμισία μίλησε έτσι: [8.68α.1] «Μαρδόνιε, να πεις εκ μέρους μου στο βασιλιά πως του λέω τα εξής, εγώ που στις ναυμαχίες που έγιναν στα νερά της Εύβοιας δεν έδειξα τη μικρότερη ανδρεία κι ούτε τ᾽ ανδραγαθήματά μου ήταν τα μικρότερα: Άρχοντά μου, έχω καθήκον να εκφράσω με ειλικρίνεια τη γνώμη μου, αυτή που κατά την κρίση μου εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο την υπόθεσή σου. Και σου λέω τα ακόλουθα: Φύλαγε τα καράβια σου και μην κάνεις ναυμαχία· γιατί οι αντίπαλοι είναι τόσο ανώτεροι στη θάλασσα απ᾽ τους άντρες σου, όσο οι άντρες απ᾽ τις γυναίκες. [8.68α.2]Εξάλλου, για ποιό λόγο πρέπει να ξαναμπείς στον κίνδυνο της ναυμαχίας; Δεν εξουσιάζεις την Αθήνα, που στάθηκε το κίνητρο της εκστρατείας σου; δεν εξουσιάζεις την υπόλοιπη Ελλάδα; κι ούτε βγαίνει κανείς να σου κόψει το δρόμο· κι εκείνοι που σου εναντιώθηκαν έφαγαν το κεφάλι τους, όπως τους άξιζε. [8.68β.1] Και τώρα θα σου πω πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στο αντίπαλο στρατόπεδο· αν δε βιαστείς να δώσεις ναυμαχία, αλλά κρατήσεις τα καράβια σου δεμένα στο λιμάνι, ενώ εσύ θα στρατοπεδεύεις εδώ ή και θα προελαύνεις στην Πελοπόννησο, εύκολα, βασιλιά μου, θα προχωρήσουν τα σχέδια που έχοντας στο νου σου ήρθες. [8.68β.2] Γιατί οι Έλληνες δεν μπορούν να σου προβάλλουν αντίσταση για πολύ καιρό, αλλά θα τους διασπάσεις κι ο καθένας θα φύγει για την πόλη του. Γιατί, κατά τις πληροφορίες μου, ούτε προμήθειες έχουν στο νησί αυτό, κι ούτε είναι λογικό, αν εσύ κατευθύνεις το πεζικό σου εναντίον της Πελοποννήσου, να μένουν ασάλευτοι εκείνοι απ᾽ τους Έλληνες που ήρθαν αποκεί, κι ούτε θα νοιαστούν να δώσουν ναυμαχία για την Αθήνα. [8.68γ.1] Αντίθετα, αν βιαστείς και δώσεις ναυμαχία αμέσως, φοβάμαι μήπως το χτύπημα που θα δεχτεί το ναυτικό σου θα έχει ολέθριο αντίχτυπο και στο πεζικό. Κι ακόμα, βασιλιά μου, βάλε στο νου σου και τούτο, ότι συνήθως οι δούλοι των καλών ανθρώπων γίνονται κακοί, ενώ των κακών, καλοί. Κι εσύ, καθώς είσαι ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου, έχεις κακούς δούλους, που λογαριάζονται σύμμαχοί σου, νά, όπως οι Αιγύπτιοι και οι Κύπριοι και οι Κίλικες και οι Πάμφυλοι — ολότελα άχρηστοι». [8.69.1] Την ώρα που η Αρτεμισία έλεγε αυτά στον Μαρδόνιο, όσοι τη συμπαθούσαν θεωρούσαν συμφορά τα λόγια της, γιατί θα προκαλούσαν κάποια ποινή απ᾽ τον βασιλιά, επειδή τον απέτρεπε απ᾽ το να δώσει ναυμαχία· όσοι όμως τη ζήλευαν και τη φθονούσαν, κυρίως επειδή ο βασιλιάς τής έδινε τις πρώτες τιμές ανάμεσα σ᾽ όλους τους συμμάχους, ένιωθαν αγαλλίαση με την απόκρισή της, με την ιδέα πως δε θα τη γλιτώσει. [8.69.2] Αλλά, όταν ο Μαρδόνιος ανέφερε τις γνώμες στον Ξέρξη, αυτός ενθουσιάστηκε με τη γνώμη της Αρτεμισίας, κι έτσι που κι από πριν κιόλας τη θεωρούσε αξιόλογη, τότε της έκανε πολύ μεγαλύτερο εγκώμιο. Ωστόσο διέταξε να γίνει σεβαστή η γνώμη της πλειοψηφίας, πιστεύοντας απόλυτα σ᾽ ετούτο: πως στις ναυμαχίες στην Εύβοια οι δικοί του δεν έδειξαν την ανδρεία τους, επειδή δεν ήταν παρών εκεί ο ίδιος, όμως αυτή τη φορά είχε κάνει τις ετοιμασίες για να παρακολουθήσει ο ίδιος το θέαμα της ναυμαχίας τους. |