[7.188.1] Κι ο στόλος, αφού σήκωσε άγκυρα, αρμένισε κι έπιασε στεριά στη Μαγνησία, στο γιαλό που βρίσκεται ανάμεσα στην πόλη Κασθαναία και το ακρωτήριο Σηπιάδα· τα καράβια που έφτασαν πρώτα έδεσαν στη στεριά, ενώ όσα έφτασαν κατόπι τα κρατούσαν στις άγκυρες· γιατί, καθώς ο γιαλός δεν ήταν μεγάλος, άραξαν στ᾽ ανοιχτά με την πλώρη προς το πέλαγος, οχτώ σειρές καράβια. [7.188.2] Λοιπόν, εκείνη τη νύχτα έμειναν σ᾽ αυτή τη θέση, όμως με τα χαράματα από αίθριο καιρό και νηνεμία πήραν να βράζουν τα κύματα κι έπεσε πάνω τους αγριοκαίρι μεγάλο και σφοδρός ανατολικός άνεμος, αυτός που οι Έλληνες της περιοχής ονομάζουν Ελλησπόντιο. [7.188.3] Λοιπόν, όσοι απ᾽ τους βαρβάρους αντιλήφτηκαν τον άνεμο να δυναμώνει κι είχαν βολικό αραξοβόλι, πρόλαβαν το αγριοκαίρι σέρνοντας τα καράβια τους στη στεριά και σώθηκαν και οι ίδιοι τους και τα καράβια τους· όσα όμως τα έπιασε το αγριοκαίρι στ᾽ ανοιχτά, άλλα τα πέταξε έξω στην τοποθεσία του Πηλίου που λέγεται Ίπνοι κι άλλα στο γιαλό· κι άλλα τσακίζονταν εκεί, γύρω στη Σηπιάδα, κι άλλα στην περιοχή της πόλης Μελίβοια κι άλλα τα ξέβρασε ο άνεμος στην Κασθαναία· τέτοιο αγριοκαίρι άνθρωπος δεν μπορεί να το βαστάξει. [7.189.1] Και λέγεται πως οι Αθηναίοι ύστερ᾽ από χρησμό έκαναν επίκληση στο Βοριά, καθώς προηγουμένως είχαν πάρει άλλο χρησμό, να καλέσουν σύμμαχο τον γαμπρό τους. Ο Βοριάς, κατά την παράδοση των Ελλήνων, έχει γυναίκα από την Αττική, την Ωρείθυια, τη θυγατέρα του Ερεχθέα. [7.189.2] Λοιπόν, σύμφωνα με τη φήμη που διαδόθηκε, οι Αθηναίοι, ξεκινώντας απ᾽ αυτή τη συγγένεια, έδωσαν την εξήγηση πως ο γαμπρός του χρησμού είναι ο Βοριάς, κι έτσι, αγκυροβολημένοι στη Χαλκίδα της Εύβοιας, μόλις είδαν να δυναμώνει το αγριοκαίρι (ή και νωρίτερα), πρόσφεραν θυσίες και καλούσαν τον Βοριά και την Ωρείθυια να έρθουν σε βοήθειά τους και να κάνουν συντρίμμια τα καράβια των βαρβάρων, όπως και πρωτύτερα στα νερά του Άθω. [7.189.3] Τώρα, αν αυτή ήταν η αιτία να ξεσπάσει ο Βοριάς πάνω στους βαρβάρους που ήταν αγκυροβολημένοι, δεν είμαι σε θέση να το πω· πάντως οι Αθηναίοι λένε πως και την πρώτη φορά τούς βοήθησε, και τότε απ᾽ την αρχή ώς το τέλος δικό του ήταν αυτό το έργο· κι όταν γύρισαν στην πόλη τους, έχτισαν ναό του Βοριά, στις όχθες του Ιλισσού. [7.190.1] Σ᾽ αυτή την μπόρα αφανίστηκαν, κατά τους μετριότερους υπολογισμούς, περισσότερα από τετρακόσια καράβια, αναρίθμητοι άνθρωποι κι αμέτρητα χρήματα· κι έτσι το ναυάγιο αυτό έγινε μεγάλος ευεργέτης για τον Αμεινοκλή, το γιο του Κρατίνου, από τη Μαγνησία, που ήταν γαιοκτήμονας στα μέρη της Σηπιάδας· ετούτος μάζεψε και πάρα πολλά χρυσά ποτήρια που αργότερα τα ξέβρασε εκεί το κύμα, πολλά ασημένια, και βρήκε θησαυρούς των Περσών κι άλλα πολύτιμα πράματα αμύθητης αξίας και τα οικειοποιήθηκε. Έγινε βέβαια πάμπλουτος μ᾽ όσα του χάρισε η τύχη, αλλά η δυστυχία του δυστυχία· γιατί τον μαράζωνε κι αυτόν πικρή συμφορά, είχε σκοτώσει το γιο του. [7.191.1] Αλλά αμέτρητα ήταν και τα φορτηγά που κουβαλούσαν τρόφιμα και τ᾽ άλλα πλεούμενα που έγιναν συντρίμμια, τόσο που οι ναύαρχοι φοβήθηκαν μήπως, με το κακό που τους βρήκε, τους επιτεθούν οι Θεσσαλοί, κι έζωσαν το στρατόπεδο ένα γύρο με ψηλό φράχτη από τα σκαριά των ναυαγισμένων καραβιών. [7.191.2] Γιατί το αγριοκαίρι κρατούσε τρεις μέρες· στο τέλος κάνοντας θυσίες και με ψαλμούς μεγαλόφωνους των μάγων στον άνεμο, κι επίσης θυσιάζοντας στη Θέτιδα και τις Νηρηίδες τον σταμάτησαν την τέταρτη μέρα — ή για κάποιο άλλο λόγο κόπασε από μόνος του. Και πρόσφεραν θυσίες στη Θέτιδα, όταν οι Ίωνες τους έκαναν γνωστή την παράδοση, πως απ᾽ αυτά τα μέρη ο Πηλέας άρπαξε τη Θέτιδα, και πως ολόκληρο το ακρωτήριο Σηπιάδα ανήκε σ᾽ εκείνη και στις υπόλοιπες Νηρηίδες. [7.192.1] Τέλος, ο άνεμος κόπασε ύστερ᾽ από τρεις μέρες· και στους Έλληνες οι σκοποί ροβολώντας από τις βουνοκορφές της Εύβοιας τη δεύτερη μέρα απ᾽ αυτή που ξέσπασε το πρώτο αγριοκαίρι έφεραν τα νέα, όλα όσα αφορούσαν στο ναυάγιο. [7.192.2] Κι αυτοί, μόλις τα έμαθαν, προσευχήθηκαν στον Ποσειδώνα Σωτήρα και του πρόσφεραν σπονδές, κι όσο μπορούσαν πιο γρήγορα έσπευδαν στο Αρτεμίσιο, γιατί έλπιζαν πως δε θα ᾽χαν ν᾽ αντιμετωπίσουν παρά κάτι λίγα καράβια των εχθρών. Αυτοί λοιπόν έπιασαν για δεύτερη φορά το Αρτεμίσιο και ναυλοχούσαν εκεί, κι ώς και σήμερα ακόμη αποκαλούν τον Ποσειδώνα, γι᾽ αυτή του τη σωτήρια παρέμβαση, Σωτήρα. [7.193.1] Από τη μεριά τους οι βάρβαροι, μόλις κόπασε ο άνεμος και γαλήνεψε το κύμα, έριξαν τα καράβια τους στη θάλασσα κι αρμένιζαν γιαλό γιαλό· κι όταν παρέκαμψαν το ακρωτήριο της Μαγνησίας, έβαλαν πλώρη κατευθείαν στον κόλπο που στο μυχό του βρίσκονται οι Παγασές. [7.193.2] Σ᾽ αυτό τον κόλπο της Μαγνησίας βρίσκεται ένα μέρος όπου λένε πως ο Ηρακλής, που τον είχαν στείλει να φέρει νερό, εγκαταλείφτηκε από τον Ιάσονα και τους συντρόφους του στο ταξίδι της Αργώς, όταν αρμένιζαν στην Αία για το χρυσόμαλλο δέρας· γιατί ήταν, αφού προμηθευτούν νερό αποκεί, ν᾽ αφεθούν στην ανοιχτή θάλασσα, κι απ᾽ αυτό το περιστατικό ο τόπος πήρε τ᾽ όνομα Αφέτες· αυτό το μέρος το έκαναν αραξοβόλι οι ναύαρχοι του Ξέρξη. [7.194.1] Δεκαπέντε απ᾽ τα καράβια τους, που έτυχε να βγουν στην ανοιχτή θάλασσα πολύ αργότερα απ᾽ τ᾽ άλλα, σε μια στιγμή αντίκρισαν τα καράβια των Ελλήνων που ήταν στο Αρτεμίσιο· κι οι βάρβαροι, καθώς τους φάνηκε πως ήταν δικά τους, πλέοντας έπεσαν πάνω στα καράβια των εχθρών τους· ναύαρχός τους ήταν ο διοικητής της Κύμης της Αιολίας Σανδώκης, ο γιος του Θαμασίου, που, πριν απ᾽ αυτή την εκστρατεία, τον κρέμασε ο βασιλιάς Δαρείος με την εξής κατηγορία: ο Σανδώκης, ασκώντας το αξίωμα του βασιλικού δικαστή, δωροδοκήθηκε κι έβγαλε άδικη απόφαση. [7.194.2] Λοιπόν, ενώ αυτός έμενε κρεμασμένος, ο Δαρείος κάθισε και λογάριασε και βρήκε πως οι καλές υπηρεσίες που πρόσφερε στον βασιλικό οίκο ήταν πιο σημαντικές από το ατόπημά του· κι όταν έκανε αυτή τη διαπίστωση ο Δαρείος και παραδέχτηκε από μόνος του ότι ενέργησε με περισσή βιασύνη αλλά με λιγότερη σύνεση, τον ξεκρέμασε. [7.194.3] Μ᾽ αυτόν λοιπόν τον τρόπο ξέφυγε το θάνατο απ᾽ τα χέρια του βασιλιά Δαρείου, τότε όμως, πέφτοντας με το καράβι του στα χέρια των Ελλήνων, δεν του έκανε η μοίρα τη χάρη να ξεφύγει για δεύτερη φορά· γιατί μόλις οι Έλληνες είδαν τα καράβια αυτά να κατευθύνονται προς το μέρος τους, κατάλαβαν το λάθος των εχθρών τους, ανοίχτηκαν καταπάνω τους κι εύκολα τους αιχμαλώτισαν. [7.195.1] Πάνω σ᾽ έν᾽ απ᾽ αυτά τα καράβια αιχμαλωτίστηκε ο Αρίδωλις, ο τύραννος των Αλαβάνδων της Καρίας, πάνω σ᾽ ένα άλλο ο στρατηγός της Πάφου Πενθύλος, ο γιος του Δημονόου, που είχε στις διαταγές του δώδεκα καράβια από την Πάφο, αλλά απ᾽ αυτά έχασε τα έντεκα από τ᾽ αγριοκαίρι που ξέσπασε στη Σηπιάδα, και πάνω στο ένα που σώθηκε αιχμαλωτίστηκε αρμενίζοντας προς το Αρτεμίσιο. Οι Έλληνες αυτούς τους ανέκριναν, κι αφού πήραν τις πληροφορίες που ήθελαν για το στράτευμα του Ξέρξη, τους έστειλαν αλυσοδεμένους στον Ισθμό της Κορίνθου. |