[7.153.1] Λοιπόν όσα αφορούν στους Αργείους ειπώθηκαν· τώρα, άλλοι αγγελιοφόροι σταλμένοι από τους συμμάχους έφτασαν στη Σικελία για να συναντήσουν τον Γέλωνα, κι ανάμεσά τους ο Σύαγρος από τη Σπάρτη. Αυτού του Γέλωνος ο πρόγονος, από τους πρώτους αποίκους της Γέλας, καταγόταν από τη νήσο Τήλο, που βρίσκεται στ᾽ ανοιχτά του Τριοπίου· αυτός, όταν οι Λίνδιοι που ήρθαν από τη Ρόδο κι ο Αντίφημος έχτιζαν τη Γέλα, τους ακολούθησε. [7.153.2] Με τα χρόνια, οι απόγονοί του έγιναν τελετάρχες των θεών του Κάτω Κόσμου και κρατούσαν συνεχώς το αξίωμά τους, που το απόχτησε ένας από τους προγόνους τους, ο Τηλίνης, και νά πώς: στην πόλη Μακτώριο, που είχε χτιστεί πάνω από τη Γέλα, βρήκαν καταφύγιο πολίτες της Γέλας που νικήθηκαν σε εμφύλιο πόλεμο. [7.153.3] Αυτούς λοιπόν τους έφερε πίσω στην πατρίδα τους, τη Γέλα, ο Τηλίνης, χωρίς να διαθέτει καμιά στρατιωτική δύναμη, αλλά τα ιερά σύμβολα αυτών των θεών. Τώρα, από πού τα πήρε ή αν από μόνος του τα προμηθεύτηκε, δεν ξέρω να το πω. Σ᾽ αυτά λοιπόν στηρίχτηκε και τους αποκατέστησε, με τον όρο οι απόγονοί του να είναι τελετάρχες των θεών. [7.153.4] Λοιπόν σε μένα, και τ᾽ άλλα που έμαθα μου προκαλούν κατάπληξη, αλλά προπάντων αυτό: να κατορθώσει ο Τηλίνης έργο τόσο μεγάλο· γιατί έχω τη γνώμη πως τέτοια έργα δεν είναι του χεριού του καθενός, αλλά θέλουν ψυχή γενναία και αντρίκεια ρώμη· όμως γι᾽ αυτόν οι κάτοικοι της Σικελίας λένε τ᾽ αντίθετα, πως απ᾽ τη φύση του ήταν γυναικωτός και περισσότερο απ᾽ όσο πρέπει μαλθακός. Έτσι λοιπόν απόχτησε αυτό το αξίωμα. [7.154.1] Κι όταν πέθανε ο Κλέανδρος, ο γιος του Παντάρη, αφού κυβέρνησε ως τύραννος τη Γέλα για εφτά χρόνια, δολοφονημένος από τον Σάβυλλο, πολίτη της Γέλας, τότε πήρε στα χέρια του τη μοναρχία ο αδερφός του Κλεάνδρου Ιπποκράτης. Κι όσο κρατούσε την τυραννική εξουσία ο Ιπποκράτης, ο Γέλων, που ήταν απόγονος του τελετάρχη Τηλίνη, μαζί με πολλούς άλλους και τον Αινησίδημο, το γιο του Παταίκου, ήταν σωματοφύλακας του Ιπποκράτη. [7.154.2] Δεν πέρασε πολύς καιρός και αναδείχτηκε αρχηγός όλου του ιππικού με την αντρεία του· γιατί, καθώς ο Ιπποκράτης πολιορκούσε τους Καλλιπολίτες και τους Ναξίους και τους Ζαγκλαίους και τους Λεοντίνους κι επίσης τους Συρακουσίους και πολλές βαρβαρικές πόλεις, ο Γέλων αναδεικνυόταν σ᾽ αυτούς τους πολέμους άντρας με την πιο λαμπρή παλικαριά. Κι από τις πόλεις που ανέφερα καμιά, εκτός από τις Συρακούσες, δεν ξέφυγε την υποταγή της στον Ιπποκράτη. [7.154.3] Αλλά τους Συρακουσίους, που νικήθηκαν σε μάχη στις όχθες του ποταμού Ελώρου, τους έσωσαν οι Κορίνθιοι κι οι Κερκυραίοι· και τους έσωσαν λύνοντας τις διαφορές τους με τον εξής όρο: να παραδώσουν οι Συρακούσιοι την Καμάρινα στον Ιπποκράτη — η Καμάρινα από τον παλιό καιρό ανήκε στους Συρακουσίους. [7.155.1] Και τον Ιπποκράτη, αφού κράτησε την τυραννική εξουσία όσα χρόνια κι ο αδερφός του, τον βρήκε ο θάνατος κοντά στην πόλη Ύβλη, σε εκστρατεία εναντίον των Σικελών· τότε λοιπόν ο Γέλων εμφανίστηκε ως προστάτης των γιων του Ιπποκράτη, του Ευκλείδη και του Κλεάνδρου, καθώς οι πολίτες δεν ήθελαν πια να έχουν στο κεφάλι τους τύραννο· στην πραγματικότητα όμως, όταν νίκησε σε μάχη τους Γελώους, πήρε την εξουσία στα χέρια του στερώντας την από τα παιδιά του Ιπποκράτη. [7.155.2] Ύστερ᾽ απ᾽ αυτό το δώρο της τύχης, ο Γέλων, όταν οι ευκατάστατοι Συρακούσιοι (που τους έλεγαν γαμόρους) νικήθηκαν από το δημοκρατικό πλήθος και τους δούλους τους (που τους αποκαλούσαν Κυλλυρίους) κι εξορίστηκαν, τους βοήθησε να γυρίσουν απ᾽ την εξορία, από την πόλη Κασμένη στις Συρακούσες, και κατέλαβε κι αυτές· γιατί το δημοκρατικό πλήθος των Συρακουσών, καθώς ο Γέλων κατευθυνόταν εναντίον της πόλης τους, του παραδίνει την πόλη και τον εαυτό του. [7.156.1] Κι αυτός, από την ώρα που πήρε τις Συρακούσες, έδινε πολύ μικρή σημασία στη Γέλα που εξουσίαζε, κι εμπιστεύθηκε τη διοίκησή της στον αδερφό του Ιέρωνα, αλλά ενίσχυε τις Συρακούσες — το παν γι᾽ αυτόν ήταν οι Συρακούσες, [7.156.2] και πολύ γρήγορα η πόλη ξεπετάχτηκε σα δέντρο ψηλόκορμο και φούντωσε· γιατί πρώτα πρώτα τους Καμαριναίους τους μετέφερε όλους στις Συρακούσες και τους έδωσε πολιτικά δικαιώματα, ενώ ξεθεμέλιωσε την πόλη της Καμάρινας· κατόπι στους περισσότερους από τους μισούς πολίτες της Γέλας επιφύλαξε την ίδια τύχη με τους Καμαριναίους· κι από τους Μεγαρείς της Σικελίας, όταν, ύστερ᾽ από πολιορκία, του παραδόθηκαν με συνθήκες, τους ευκατάστατους —κι ήταν αυτοί που ξεσήκωσαν τον πόλεμο εναντίον του και γι᾽ αυτόν το λόγο περίμεναν ν᾽ αφανιστούν— τους μετέφερε στις Συρακούσες και τους έδωσε πολιτικά δικαιώματα· αντίθετα, το δημοκρατικό πλήθος των Μεγαρέων, που δεν είχε υπαιτιότητα γι᾽ αυτό τον πόλεμο κι ούτε περίμενε να πάθει κανένα κακό, τους μετέφερε κι αυτούς στις Συρακούσες και τους πούλησε δούλους έξω απ᾽ τη Σικελία· [7.156.3] την ίδια ακριβώς τύχη επιφύλαξε στους Ευβοείς της Σικελίας, διαφορετική για κάθε κοινωνική τάξη τους· και φέρθηκε μ᾽ αυτό τον τρόπο στους κατοίκους των δύο αυτών πόλεων, επειδή νόμιζε πως το δημοκρατικό πλήθος είναι ο πιο ενοχλητικός συγκάτοικος. Έτσι λοιπόν ο Γέλων είχε γίνει τύραννος με μεγάλη εξουσία. [7.157.1] Τότε λοιπόν, όταν έφτασαν στην αυλή του οι απεσταλμένοι των Ελλήνων, στις Συρακούσες, κι έκαναν διαπραγματεύσεις μ᾽ αυτόν, έλεγαν τα εξής: «Μας έστειλαν οι Λακεδαιμόνιοι [και οι Αθηναίοι] κι οι σύμμαχοί τους, για να σε πάρουμε στη συμμαχία μας εναντίον του βαρβάρου. Ασφαλώς θα πήρες την πληροφορία για τον εχθρό που βαδίζει εναντίον της Ελλάδας, δηλαδή ότι ο Πέρσης σχεδιάζει, γεφυρώνοντας τον Ελλήσποντο και οδηγώντας από την Ασία όλο το στρατό της Ανατολής, να εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας, με πρόσχημα πως κατευθύνεται εναντίον της Αθήνας, έχοντας στο νου του όμως να υποδουλώσει όλο τον ελληνικό κόσμο. [7.157.2] Κι εσύ —μια κι έχεις αποχτήσει μεγάλη δύναμη και κρατάς στα χέρια σου μεγάλο μέρος της Ελλάδας, σαν άρχοντας της Σικελίας που είσαι— βοήθα αυτούς που αγωνίζονται για την ελευθερία της Ελλάδας και κράτησέ την ελεύθερη μαζί τους. Γιατί, αν όλος ο ελληνικός κόσμος ενωθεί, συγκεντρώνουμε μεγάλη στρατιωτική δύναμη και είμαστε σε θέση ν᾽ αντιμετωπίσουμε τον επιδρομέα· αντίθετα, αν άλλοι από μας προδίνουν επαίσχυντα, άλλοι είναι απρόθυμοι να βοηθήσουν, και μείνει μικρό μέρος της Ελλάδας με ακμαίο φρόνημα, τότε πια ο φόβος γίνεται πραγματικός, μήπως πέσει ολόκληρη η Ελλάδα. [7.157.3] Γιατί μην έχεις ελπίδα πως, αν ο Πέρσης μάς νικήσει σε μάχη και μας υποδουλώσει, δε θα φτάσει στη χώρα σου, αλλά πάρε τα μέτρα σου γι᾽ αυτή την περίπτωση από τα πριν· δηλαδή, με τη βοήθεια που μας δίνεις, βοηθάς τον εαυτό σου· κι η πείρα λέει πως οι ενέργειες που προέρχονται από σωστή σκέψη συνήθως φέρνουν καλό αποτέλεσμα». [7.158.1] Εκείνοι λοιπόν αυτά έλεγαν κι ο Γέλων τούς επιτέθηκε με σφοδρότητα μιλώντας έτσι: «Άνδρες Έλληνες, τολμήσατε να ᾽ρθείτε να με καλέσετε με προτάσεις αλαζονικές στη συμμαχία σας εναντίον των βαρβάρων. [7.158.2] Εσείς όμως, όταν πρωτύτερα σας παρακάλεσα να μου δώσετε χέρι για να χτυπήσουμε μαζί βαρβαρικό στρατό, όσο κρατούσε ο πόλεμος ανάμεσα σ᾽ εμένα και τους Καρχηδονίους, και σας εξόρκιζα να πάρετε εκδίκηση για τον Δωριέα, το γιο του Αναξανδρίδα, που τον σκότωσαν οι Εγεσταίοι, και σας παρακινούσα ν᾽ αγωνιστείτε μαζί μου για την ελευθερία των εμπορικών σταθμών, που σας έχουν δώσει μεγάλα πλεονεκτήματα και κέρδη, ούτε για χάρη μου ήρθατε να βοηθήσετε ούτε για να πάρετε πίσω το αίμα του Δωριέα· και αν ήταν να περιμένουμε από σας, όλ᾽ αυτά τα μέρη σίγουρα θα τα όριζαν οι βάρβαροι. [7.158.3] Αλλά τα πράγματα πήραν ευνοϊκή στροφή για μένα κι εξελίχτηκαν προς το καλύτερο. Και τώρα που ο πόλεμος μετατοπίστηκε και χτυπά τη δική σας χώρα, νά που θυμηθήκατε τον Γέλωνα! [7.158.4] Όμως, αν και μου φερθήκατε με καταφρόνια, δε θα σας μοιάσω, αλλά είμαι πρόθυμος να σας βοηθήσω δίνοντας διακόσιες τριήρεις και είκοσι χιλιάδες βαριά οπλισμένους και δύο χιλιάδες ιππείς και δύο χιλιάδες τοξότες και δύο χιλιάδες σφενδονητές και δύο χιλιάδες ελαφρύ ιππικό· αναλαμβάνω επίσης να εφοδιάσω με σιτάρι ολόκληρο τον ελληνικό στρατό για όσο κρατήσει ο πόλεμος. [7.158.5] Δίνω αυτές τις υποσχέσεις μ᾽ έναν τέτοιο όρο: να είμαι στρατηγός και αρχηγός των Ελλήνων εναντίον των βαρβάρων· διαφορετικά, ούτε ο ίδιος θα έρθω κι ούτε άλλους θα στείλω». [7.159.1] Ακούοντας αυτά ο Σύαγρος δε βάσταξε και μίλησε έτσι: «Νά που ο απόγονος του Πέλοπα, ο Αγαμέμνων, θα βγάλει βαθύ στεναγμό μαθαίνοντας ότι οι Σπαρτιάτες καθαιρέθηκαν απ᾽ την αρχηγία από τον Γέλωνα και τους Συρακουσίους! Μη ξανακάνεις λοιπόν αυτή την πρόταση, να σου παραδώσουμε την αρχηγία. Αλλά, αν θέλεις να βοηθήσεις την Ελλάδα, πάρ᾽ το απόφαση πως θα ᾽χεις αρχηγούς τους Λακεδαιμονίους· τώρα, αν σου είναι δύσκολο να μας έχεις αρχηγούς, να μας λείπει η βοήθειά σου». [7.160.1] Ο Γέλων, βλέποντας πως με τα λόγια του ο Σύαγρος του γυρνούσε την πλάτη, στην απάντησή του διατύπωσε κάπως έτσι την τελευταία πρότασή του: «Ξένε Σπαρτιάτη, οι προσβολές που εκτοξεύονται σ᾽ έναν άντρα συνήθως προκαλούν αναβρασμό στην ψυχή· όμως, μολονότι εσύ στην ομιλία σου εκστόμισες προσβλητικές φράσεις, δεν τα κατάφερες να με κάνεις να σου δώσω μια άπρεπη απάντηση. [7.160.2] Όταν λοιπόν εσείς δε λέτε να ξεκολλήσετε καθόλου από την αρχηγία, είναι λογικό για μένα να μη θέλω πολύ περισσότερο να ξεκολλήσω απ᾽ αυτήν, αφού είμαι αρχηγός πολλαπλάσιου στρατεύματος και πολύ περισσότερων καραβιών. Αλλά, επειδή βλέπω πως αυτή η πρόταση σας φαίνεται ανηφοριά απότομη, εμείς θα κάνουμε κάποια υποχώρηση από την πρώτη μας πρόταση. Λοιπόν, θέλετε να είστε αρχηγοί του πεζικού; τότε εγώ θα είμαι του στόλου· σας αρέσει να είστε αρχηγοί στη θάλασσα; τότε εγώ θέλω στο πεζικό. Και δε σας απομένει άλλο παρά ή να μείνετε ικανοποιημένοι μ᾽ αυτά ή να σηκωθείτε να φύγετε, στερώντας την παράταξή σας από συμμάχους σαν κι εμάς». [7.161.1] Αυτή λοιπόν ήταν η πρόταση του Γέλωνος, αλλά ο απεσταλμένος της Αθήνας πετάχτηκε και πήρε το λόγο πριν από τον Λακεδαιμόνιο κι έδωσε την εξής απάντηση: «Βασιλιά των Συρακουσίων, η Ελλάδα δε μας έστειλε σε σένα γιατί της λείπει αρχηγός, αλλά στράτευμα. Εσύ όμως δε δείχνεις διάθεση να στείλεις στρατό, αν δε γίνεις αρχηγός των Ελλήνων, αλλά λαχταράς να γίνεις στρατηγός τους. [7.161.2] Λοιπόν, όση ώρα ζητούσες να γίνεις αρχηγός όλων των στρατιωτικών δυνάμεων των Ελλήνων, εμείς οι Αθηναίοι δεν είχαμε λόγο να παρέμβουμε, ξέροντας καλά πως ο Σπαρτιάτης θ᾽ αποδεικνυόταν ικανός να δώσει απάντηση και για μας και για τους Λακεδαιμονίους· επειδή όμως, καθώς σου κλείστηκε η πόρτα της γενικής αρχηγίας, ζητάς την αρχηγία του ναυτικού, νά τί μπορείς να περιμένεις· κι αν ακόμα οι Σπαρτιάτες σού παραχωρήσουν την αρχηγία του στόλου, εμείς δε θα την παραχωρήσουμε· γιατί, από την ώρα που παραιτούνται απ᾽ αυτήν οι Λακεδαιμόνιοι, είναι δική μας. Αν λοιπόν θέλουν ετούτοι να έχουν την αρχηγία, δε λέμε όχι, δε θα επιτρέψουμε όμως σε κανέναν άλλο να γίνει ναύαρχος. [7.161.3] Γιατί τί αξία θα έχει που διαθέτουμε την πιο μεγάλη ναυτική δύναμη, αν δεχτούμε να περάσει η αρχηγία στους Συρακουσίους, εμείς οι Αθηναίοι, που είμαστε η αρχαιότερη φυλή κι οι μόνοι Έλληνες που δε μεταναστεύσαμε από άλλο τόπο· δικός μας ήταν κι ο ήρωας που ο Όμηρος, ο επικός ποιητής, ονόμασε πως απ᾽ όλους όσους έφτασαν στο Ίλιο ήταν ο πρώτος στο να παρατάξει και να διοικήσει στράτευμα. Μ᾽ αυτά τα δεδομένα, δεν έχουμε κανένα λόγο να φοβούμαστε πως τα λόγια μας θα θεωρηθούν προσβλητικά». [7.162.1] Ο Γέλων τού αποκρίθηκε: «Ξένε Αθηναίε, μου δίνετε την εντύπωση ότι έχετε αρχηγούς, αλλά δε θα ᾽χετε στρατό να διοικούν. Λοιπόν, μια και αρνιέστε να κάνετε κάποια παραχώρηση και θέλετε να τα κρατήσετε όλα εσείς, χαθείτε αμέσως απ᾽ τα μάτια μου, σηκωθείτε να φύγετε πίσω και να δώσετε στην Ελλάδα το μήνυμα πως από το χρόνο της τής αφαίρεσαν την άνοιξη». [7.162.2] [Νά η έννοια της φράσης, τί ήθελε να πει· δηλαδή όλοι ξέρουμε πως απ᾽ τις εποχές του χρόνου η πιο καλή είναι η άνοιξη — λοιπόν από τον ελληνικό στρατό ο δικός του στρατός. Παρομοίαζε λοιπόν την Ελλάδα χωρίς τη συμμαχία του με χρόνο που του έχουν αφαιρέσει την άνοιξη.] |