[1.188.1] Ο Κύρος λοιπόν κίνησε με το στρατό του εναντίον του γιου αυτής της γυναίκας, που είχε το όνομα του πατέρα του και λεγόταν Λαβύνητος, και που τότε ήταν ο βασιλιάς των Ασσυρίων. Όταν εκστρατεύει ο μέγας βασιλεύς, είναι εφοδιασμένος από τη χώρα του με προμήθειες τροφίμων και με βοσκήματα, κι έχει μάλιστα μαζί του και νερό από τον ποταμό Χοάσπη, που τρέχει πλάι στα Σούσα και που μόνον από αυτόν πίνει νερό ο βασιλιάς κι από κανέναν άλλο ποταμό. [1.188.2] Το νερό του Χοάσπη, βρασμένο, το κουβαλούν μέσα σε δοχεία ασημένια, πάμπολλα αμάξια τετράκυκλα, που τα σέρνουν μουλάρια και που ακολουθούν όπου κι αν πάει ο βασιλιάς κάθε φορά. [1.189.1] Όταν ο Κύρος, στην πορεία του για τη Βαβυλώνα, έφτασε στον ποταμό Γύνδη — του ποταμού αυτού οι πηγές βρίσκονται στα Ματιανά όρη, τρέχει ανάμεσα από τη χώρα των Δαρδανών, χύνεται σ᾽ έναν άλλο ποταμό, τον Τίγρητα, που με τη σειρά του τρέχοντας πλάι στην πόλη Ώπη χύνεται στην Ερυθρά θάλασσα· όταν λοιπόν ο Κύρος προσπαθούσε να περάσει το ποτάμι αυτό, τον Γύνδη δηλαδή που ήταν πλωτός, τότε ένα από τα ιερά του άσπρα άλογα μπαίνοντας αγέρωχα στο ποτάμι πάσχιζε να το διαβεί· μα τα νερά του ποταμού το κατάπιαν και το παρέσυραν στον βυθό κάτω. [1.189.2] Πολύ δυσανασχέτησε με το ποτάμι ο Κύρος γι᾽ αυτή του την αναίδεια, και το απείλησε πως τόσο αδύναμο θα το έκανε, ώστε στο μέλλον ώς και οι γυναίκες θα το περνούσαν εύκολα, δίχως να βρέχουνε το γόνα τους. [1.189.3] Ύστερα από αυτή του την απειλή, αφήνοντας κατά μέρος την εκστρατεία εναντίον της Βαβυλώνας, χώρισε το στρατό του σε δύο μέρη και τους παρέταξε σε δύο μακριές σειρές, δείχνοντάς τους πώς θα έπρεπε να ανοίξουν σε ευθείες γραμμές εκατόν ογδόντα κανάλια σε καθεμιά όχθη του ποταμού, στραμμένα προς όλες τις διευθύνσεις. Αφού λοιπόν μοίρασε το στρατό του, τους πρόσταξε να σκάβουν. [1.189.4] Επειδή τα χέρια που δούλευαν ήσαν πολλά, το έργο τέλεψε, όμως χρειάστηκε να περάσουν όλο το καλοκαίρι τους δουλεύοντας εκεί. [1.190.1] Όταν ο Κύρος εκδικήθηκε έτσι τον ποταμό Γύνδη, κόβοντάς τον σε τριακόσια εξήντα κανάλια, και άρχισε για δεύτερη χρονιά να μυρίζει άνοιξη, τότε κινήθηκε εναντίον της Βαβυλώνας. Οι Βαβυλώνιοι από μέρους τους βγήκαν από την πόλη με το στρατό τους και τον περίμεναν. Κι όταν ο Κύρος προχωρώντας βρέθηκε κοντά στην πόλη, ήρθαν σε σύγκρουση μαζί του οι Βαβυλώνιοι, αλλά, νικημένοι στη μάχη που έγινε, τραβήχτηκαν μέσα στην πόλη τους. [1.190.2] Ήξεραν κιόλας από πριν καλά τον Κύρο πως δε θα ησύχαζε, αφού τον είχαν δει να χτυπά εξίσου κι όμοια κάθε λαό· γι᾽ αυτό κι είχαν από πρωτύτερα εφοδιασθεί με προμήθειες τροφίμων για πάρα πολλά χρόνια. Έτσι καθόλου δεν τους ένοιαζε αυτούς τότε για την πολιορκία, ενώ ο Κύρος βρισκόταν σε αμηχανία, αφού αρκετός καιρός είχε περάσει και τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου μπρος. [1.191.1] Είτε λοιπόν βλέποντάς τον μες στην αμηχανία του κάποιος του το συμβούλευσε, είτε κι ο ίδιος συνέλαβε τί έπρεπε να κάνει, κάνει οπωσδήποτε το εξής: [1.191.2] Τοποθέτησε το πιο μεγάλο τμήμα του στρατού του στην είσοδο του ποταμού (εκεί που μπαίνει μέσα στην πόλη) κι άλλους πάλι στρατιώτες τους τοποθέτησε στο αντικρινό μέρος της πόλης (εκεί που ο ποταμός βγαίνει από την πόλη), και παράγγειλε από πριν σ᾽ όλους, μόλις δουν ότι το ρέμα του ποταμού τούς επιτρέπει, να το περάσουν, και να μπούνε μέσα στην πόλη μ᾽ αυτόν τον τρόπο. Αφού λοιπόν έτσι τοποθέτησε τους στρατιώτες του και τους έδωσε και τις οδηγίες που είπαμε, ο ίδιος μαζί με τους βοηθητικούς αποτραβήχτηκε. [1.191.3] Και φτάνοντας στη λίμνη, ακολούθησε το παράδειγμα της βασίλισσας των Βαβυλωνίων σ᾽ αυτά που έκανε κι εκείνη με τη λίμνη και τον ποταμό, και έκανε και ο ίδιος κάτι παρόμοιο: στρέφοντας δηλαδή μ᾽ ένα κανάλι τα νερά του ποταμού μέσα στη λίμνη που ήταν βάλτος, κατάφερε να καταστήσει το παλιό ρέμα διαβατό, αφού στο μεταξύ τα νερά του ποταμού είχαν αποτραβηχτεί. [1.191.4] Όταν το πράγμα έγινε όπως το ήθελε ο Κύρος, οι Πέρσες που είχαν οριστεί για το σκοπό αυτόν, ακολούθησαν το ρέμα του Ευφράτη, που στο μεταξύ τα νερά του είχαν τραβηχτεί έτσι που μόλις έφταναν στη μέση της γάμπας ενός στρατιώτη, και με τον τρόπο αυτόν μπήκαν στη Βαβυλώνα. [1.191.5] Αν το είχαν μάθει οι Βαβυλώνιοι ή το είχαν καταλάβει το σχέδιο του Κύρου, τότε θα άφηναν τους Πέρσες να μπουν στην πόλη τους και θα τους αφάνιζαν κακήν κακώς· γιατί θα έκλειναν όλες τις μικρές πύλες, αυτές που βγάζουν στο ποτάμι, οι ίδιοι θα ανέβαιναν πάνω στα τείχη που εκτείνονται κατά μήκος της μιας και της άλλης όχθης του ποταμού, και έτσι θα τους έπιαναν στη φάκα. [1.191.6] Τώρα όμως βγήκαν οι Πέρσες μπροστά τους από τα ανέλπιστα. Η πόλη τους είναι πολύ μεγάλη και, καταπώς λένε οι κάτοικοί της, την ώρα που οι άκρες της είχαν κυριευτεί από τον εχθρό, όσοι από τους Βαβυλωνίους έμεναν στο κέντρο δεν πήραν είδηση πως ήσαν παγιδευμένοι, αλλά —έτσι όπως έτυχε να έχουν γιορτή— την ώρα αυτή χόρευαν και γλεντούσαν, ώσπου πια το κατάλαβαν και το παρακατάλαβαν. Μ᾽ αυτόν τον τρόπο η Βαβυλώνα πάρθηκε για πρώτη φορά. |