[1.177.1] Ο Άρπαγος είχε αναλάβει και ερήμωνε τις πόλεις της κάτω Ασίας· ο ίδιος ο Κύρος την πάνω Ασία, υποτάσσοντας όλους τους λαούς, χωρίς να κάνει με κανέναν εξαίρεση. Τους περισσότερους από αυτούς θα τους παραλείψομε· εκείνοι όμως που τον επαίδεψαν πολύ και αξίζει να μας απασχολήσουν, γι᾽ αυτούς θα γίνει λόγος. [1.178.1] Όταν πια ο Κύρος είχε υποτάξει όλη τη χερσόνησο της Μικράς Ασίας, χτύπησε τους Ασσύριους. Η Ασσυρία έχει βέβαια κι άλλες πολλές μεγάλες πόλεις, όμως η πιο ονομαστή κι η πιο οχυρωμένη —εκεί που μεταφέρθηκε και η έδρα του βασιλείου ύστερα από την καταστροφή της Νίνου— είναι η Βαβυλώνα. Νά η περιγραφή αυτής της πόλης: [1.178.2] Βρίσκεται σε μια πεδιάδα, είναι τετράγωνη και η κάθε της πλευρά φτάνει τα εκατόν είκοσι στάδια· ώστε η περιφέρεια όλης της πόλης μάς δίνει συνολικά τον αριθμό τετρακόσια ογδόντα στάδια. Τόσο είναι το μέγεθος της Βαβυλώνας· όσο για τη διαρρύθμισή της δε συγκρίνεται με καμιά άλλη πόλη από όσες ξέρουμε. [1.178.3] Πρώτα την περιβάλλει μια βαθιά και πλατιά τάφρος, γεμάτη νερό, ύστερα το τείχος που έχει πλάτος από πενήντα βασιλικούς πήχεις και ύψος από διακόσιους πήχεις· ο βασιλικός πήχης είναι σε σχέση με τον συνηθισμένο τρία δάχτυλα μεγαλύτερος. [1.179.1] Πρέπει ωστόσο κοντά στα άλλα να πω και πού χρησιμοποιήθηκε το χώμα από την τάφρο, και με ποιό τρόπο ήταν χτισμένο το τείχος. Όσο έσκαβαν την τάφρο, το χώμα που έβγαινε από το όρυγμα το έκαναν πλιθιά, κι όταν πια είχαν πλάσει έναν αρκετά μεγάλον αριθμό από πλιθιά, τα έψησαν σε φούρνους· [1.179.2] ύστερα χρησιμοποιώντας για λάσπη άσφαλτο ζεστή, και στοιβάζοντας τριάντα σειρές πλιθιά και μια σειρά πλέγματα καλαμένια έχτισαν πρώτα τα χείλη της τάφρου και μετά, με τον ίδιο τρόπο, το άλλο τείχος. [1.179.3] Πάνω στο τείχος και άκρη άκρη έχτισαν μονώροφα οικοδομήματα, αντικριστά το ένα με το άλλο. Ανάμεσα στα οικοδομήματα άφηναν τόσο χώρον κενό, όσο που να περνά ένα άρμα με τέσσερα άλογα. Γύρω γύρω από το τείχος υπήρχαν εκατό πύλες ολόχαλκες — κι οι παραστάδες τους και τα ανώφλια τους, επίσης από χαλκό. [1.179.4] Υπάρχει και μια άλλη πόλη, που απέχει από τη Βαβυλώνα οχτώ μέρες δρόμο· το όνομά της είναι Ις· έχει κι ένα ποτάμι εκεί όχι μεγάλο· Ις είναι και του ποταμού το όνομα. Χύνεται ο ποταμός αυτός στον Ευφράτη. Αυτός λοιπόν ο Ις, μαζί με το νερό, βγάζει στις πηγές του σβόλους από άσφαλτο· αποδώ μετέφεραν την άσφαλτο για το τείχος της Βαβυλώνας. [1.180.1] Μ᾽ αυτόν τον τρόπο είχε χτιστεί η Βαβυλώνα. Η πόλη είναι χωρισμένη σε δύο μέρη· γιατί στη μέση τρέχει και τη χωρίζει ένας ποταμός που το όνομά του είναι Ευφράτης. Έρχεται από τους Αρμενίους —όντας μεγάλος, βαθύς και γρήγορος— και χύνεται στην Ερυθρά θάλασσα. [1.180.2] Το τείχος λοιπόν κι από τα δύο αυτά μέρη προχωρεί με τους αγκώνες του και φτάνει ώς μες στον ποταμό· ύστερα κάμπτεται και, προχωρώντας παράλληλα προς τις όχθες του ποταμού, φτάνει ώς την άλλην άκρη με τοίχο καμωμένο από ψημένα πλιθιά. [1.180.3] Η πόλη αυτή της Βαβυλώνας είναι γεμάτη από σπίτια τριώροφα και τετραώροφα, και τη διασχίζουν ίσια χαραγμένοι δρόμοι — και οι άλλοι κι εκείνοι που είναι κάθετοι και οδηγούν προς το ποτάμι. [1.180.4] Σε καθένα λοιπόν από αυτούς τους τελευταίους δρόμους αντιστοιχεί (στον τοίχο που είναι χτισμένος κατά μήκος του ποταμού) μια μικρότερη πύλη — όσοι οι κάθετοι δρόμοι τόσες κι οι πύλες. Ήσαν κι αυτές χάλκινες και έβγαζαν επίσης στο ποτάμι. [1.181.1] Το τείχος για το οποίο μιλήσαμε είναι ο θώρακας της πόλης· υπάρχει όμως παραμέσα κι ένα άλλο τείχος γύρω γύρω, που δεν είναι πολύ πιο αδύνατο από το πρώτο τείχος, είναι όμως στενότερο. [1.181.2] Σε καθένα από τα δύο τμήματα της πόλης υπήρχαν στη μέση χτίσματα: στο ένα τα βασιλικά ανάκτορα με μεγάλο και ισχυρό περίβολο· στο άλλο τμήμα ένα ιερό του Δία που επονομάζεται Βήλος, με χάλκινες τις πύλες του, που σωζόταν ακόμη και στα χρόνια μου· όλες του οι πλευρές ήταν από δύο στάδια, σχηματίζοντας έτσι τετράγωνο. [1.181.3] Στο μέσα μέρος του ιερού είναι χτισμένος ένας πύργος συμπαγής, που και το μήκος και το πλάτος του ήταν από ένα στάδιο, και πάνω σ᾽ αυτόν τον πύργο υψώνεται ένας δεύτερος πύργος και πάνω του ένας τρίτος, φτάνοντας έτσι ώς τους οχτώ πύργους. [1.181.4] Απέξω, αρχίζοντας από τον πρώτο και περιβάλλοντας όλους τους πύργους, είχαν κατασκευάσει ένα δρόμο αναβατήριο· κάπου στη μέση αυτού του δρόμου υπάρχει στάση με καθίσματα για ξεκούραση, όπου κάθονται και ξαποσταίνουν όσοι ανεβαίνουν. [1.181.5] Πάνω στον τελευταίο πύργο είναι στημένος ένας μεγάλος ναός· μέσα στο ναό βρίσκεται καλοστρωμένη μια μεγάλη κλίνη και πλάι της ένα χρυσό τραπέζι. Δεν υπάρχει κανένα άγαλμα απολύτως στημένο εδώ, ούτε περνά μέσα εκεί τη νύχτα του κανένας άνθρωπος, έξω από μια ντόπια γυναίκα που τη διαλέγει ο θεός κάθε φορά ανάμεσα από όλες, καταπώς λένε οι Χαλδαίοι, οι ιερείς αυτού του θεού. [1.182.1] Οι ίδιοι αυτοί ισχυρίζονται —εμένα ωστόσο δε με πείθουν με τα λόγια τους— πως έρχεται ο θεός ο ίδιος στο ναό και κατακλίνεται, απαράλλαχτα όπως στη Θήβα της Αιγύπτου, καταπώς λένε οι Αιγύπτιοι· [1.182.2] (γιατί και κει κοιμάται στο ναό του Θηβαίου Δία μια γυναίκα· και για τις δύο αυτές γυναίκες λέγεται ότι δεν έρχονται σε επαφή με άλλον άνδρα). Το ίδιο ισχύει και στα Πάταρα της Λυκίας με την προφήτισσα του θεού, όσο καιρό είναι εκεί μέσα· γιατί δε λειτουργεί συνεχώς αυτό το μαντείο· όταν όμως η προφήτισσα είναι εκεί, τότε κλείνεται τις νύχτες μαζί με το θεό στο εσωτερικό του ναού. [1.183.1] Στο ιερό της Βαβυλώνας, στο κάτω μέρος του, ανήκει κι ένας άλλος ναός, όπου υπάρχει μεγάλο χρυσό άγαλμα του Δία που κάθεται και πλάι του στέκεται ένα μεγάλο χρυσό τραπέζι, που και το βάθρο του κι ο θρόνος είναι από χρυσάφι. Σύμφωνα μ᾽ όσα έλεγαν οι Χαλδαίοι, χρειάστηκαν οχτακόσια τάλαντα χρυσάφι, για να γίνουν αυτά. [1.183.2] Έξω από το ναό υπάρχει κι ένας ακόμη βωμός μεγάλος, που πάνω του θυσιάζονται τα θρεμμένα ζώα, γιατί επάνω στον χρυσό βωμό δεν επιτρέπεται να θυσιάζονται παρά μονάχα τα νεογέννητα. Επάνω στον μεγαλύτερο βωμό καίνε επίσης οι Χαλδαίοι χίλια τάλαντα λιβάνι κάθε χρόνο, τότε που κάνουν τη γιορτή προς τιμή αυτού του θεού. Υπήρχε μέσα στο τέμενος κι ένας ανδριάντας δώδεκα πήχεις ψηλός, συμπαγής, από χρυσάφι. [1.183.3] Εγώ βέβαια δεν τον είδα, αλλά αυτά που λεν οι Χαλδαίοι, αυτά λέω και γω. Αυτόν τον ανδριάντα, κι ας τον καλόβλεπε ο Δαρείος ο γιος του Υστάσπη, όμως δεν τόλμησε να τον πάρει· ωστόσο ο Ξέρξης, ο γιος του Δαρείου, τον πήρε και σκότωσε και τον ιερέα, που δεν του επέτρεπε να μετακινήσει τον ανδριάντα. Έτσι είναι στολισμένο τούτο το ιερό, υπάρχουν όμως εκεί και πολλά ιδιωτικά αφιερώματα. [1.184.1] Και πολλοί άλλοι στάθηκαν βασιλιάδες της Βαβυλώνας, που κόσμησαν τα τείχη και τα ιερά της (θα μιλήσω γι᾽ αυτούς στο κεφάλαιο το αφιερωμένο στους Ασσυρίους), ανάμεσά τους όμως ξεχωρίζουν δύο γυναίκες. Η πρώτη βασίλισσα, που τη χωρίζουν από τη δεύτερη πέντε γενιές, λεγόταν Σεμίραμις· δικό της έργο είναι τα αναχώματα της πεδιάδας, πράγματι αξιοθέατα· γιατί προηγουμένως ο ποταμός συχνά μετέβαλλε την πεδιάδα όλη σε θάλασσα. [1.185.1] Όσο για τη δεύτερη στη σειρά βασίλισσα, που το όνομά της ήταν Νίτωκρις, αυτή στάθηκε πιο συνετή από την προηγούμενη βασίλισσα· άφησε βέβαια και μνημεία που θα τα περιγράψω, κυρίως όμως, βλέποντας τους Μήδους να αποχτούν όλο και μεγαλύτερη δύναμη και να μη θέλουν να ησυχάσουν αλλά να έχουν κυριεύσει κι άλλες πόλεις κι ανάμεσά τους και τη Νίνο, πήρε όσο μπορούσε πιο πολλά μέτρα για να φυλάξει τη χώρα της. [1.185.2] Πρώτα άρχισε με τον Ευφράτη ποταμό, που με το ρεύμα του χωρίζει την πόλη στα δύο και που προηγουμένως ήταν ίσιος· αρχίζοντας από ψηλά, με τα κανάλια που έσκαψε, τον έκανε έτσι να λοξοδρομεί, ώστε μπαινόβγαινε τρεις φορές σε μια κωμόπολη των Ασσυρίων· το όνομα της κωμόπολης, όπου μπαινοβγαίνει ο Ευφράτης, λέγεται Αρδέρικκα. Έτσι σήμερα, όσοι ταξιδεύουν από τη Μεσόγειο για τη Βαβυλώνα και κατεβαίνουν τον Ευφράτη ποταμό, περνούνε τρεις φορές από την ίδια αυτή κωμόπολη και καταναλώνουν τρεις μέρες. Τέτοιο ήταν το έργο της αυτό. [1.185.3] Έφτιαξε ακόμη ανάχωμα στις δύο όχθες του ποταμού, αξιοθαύμαστο και για το ύψος που έχει και για το μέγεθός του. [1.185.4] Πολύ ψηλότερα από τη Βαβυλώνα έσκαψε ένα όρυγμα για να το κάνει λίμνη — πλάι στον ποταμό και σε μικρή απόσταση από αυτόν· σε βάθος το προχώρησε σκάβοντας παντού ώσπου να βρει νερό, και την περίμετρό του την έφτασε στα τετρακόσια είκοσι στάδια. Το χώμα που έβγαζε από την ανασκαφή αυτού του έργου το χρησιμοποιούσε χύνοντάς το εκεί πλάι στις όχθες του ποταμού. [1.185.5] Όταν το σκάψιμο τέλειωσε, είπε να κουβαλήσουν πέτρες και να φτιάξουν ένα γύρω περίβολο, που να συγκρατεί τις όχθες της λίμνης. [1.185.6] Τα έκανε και τα δύο αυτά, και το ποτάμι δηλαδή να λοξοδρομεί και το όρυγμα να γίνεται όλο βάλτος, για να ελαττωθεί πρώτα, μ᾽ όλα αυτά τα σπασίματα και τις καμπές, η ταχύτητα που είχε το ρεύμα του ποταμού· ύστερα για να είναι το ταξίδι στο ποτάμι με προορισμό τη Βαβυλώνα μπερδεμένο· τέλος για να ακολουθεί, ύστερα από το ταξίδι στο ποτάμι, μακριά πεζοπορία μέχρι να παρακάμψει κανείς τη λίμνη. [1.185.7] Τα έργα αυτά τα έκανε η Νίτωκρις σ᾽ εκείνα τα μέρη της χώρας, όπου ήσαν τα περάσματα κι ο πιο σύντομος δρόμος για να μπει κάποιος από τη Μηδία· γιατί δεν ήθελε να μπαίνουνε στη χώρα της οι Μήδοι και να κατασκοπεύουν την κατάσταση. [1.186.1] Μ᾽ αυτά τα έργα εκσκαφής δημιούργησε μια γραμμή αμύνης· μέσα στα ίδια πλαίσια όμως πραγματοποίησε η Νίτωκρις κι ένα δευτερεύον έργο: Έτσι που η πόλη ήταν χωρισμένη σε δυο τμήματα κι ο ποταμός έτρεχε στη μέση, αν κάποιος ήθελε να περάσει από το ένα τμήμα στο άλλο, έπρεπε να χρησιμοποιήσει πλοίο, κι ήταν αυτό κατά την γνώμη μου ενοχλητικό. Η Νίτωκρις το πρόβλεψε κι αυτό. Γιατί τον ίδιο χρόνο που έσκαψε το όρυγμα για τη λίμνη, μαζί μ᾽ αυτό της το έργο έκανε κι ένα άλλο για να τη θυμάται ο κόσμος, το εξής: [1.186.2] Είπε και έκοψαν ογκώδεις πέτρες· κι όταν τα αγκωνάρια ήσαν έτοιμα και το μέρος είχε ανασκαφεί, έστρεψε όλο το ρεύμα του ποταμού στο όρυγμα που είχε ανοίξει· κι επειδή όσον καιρό χρειάστηκε για να γεμίσει το όρυγμα αυτό, το παλιό ρείθρο του ποταμού έμενε στεγνό, κερδίζοντας τον χρόνο η Νίτωκρις έντυσε με ψημένα πλιθιά (και με το ίδιο σύστημα που ήταν χτισμένο και το τείχος) τις όχθες του ποταμού σ᾽ όλο το μήκος που αυτός περνά μέσα απ᾽ την πόλη, όπως επίσης ύψωσε και τα μέρη που κατεβαίνοντας από τις μικρές πύλες οδηγούσαν προς το ποτάμι. Παράλληλα, στη μέση περίπου της πόλης, έχτισε με τα αγκωνάρια που είχε κόψει το σκελετό μιας γέφυρας, δένοντας τις πέτρες με σίδερο και με μολύβι. [1.186.3] Επάνω εκεί, όταν ξημέρωνε η μέρα, είπε και άπλωναν ξύλα τετράγωνα, κι έτσι πατώντας πάνω περνούσαν οι Βαβυλώνιοι. Τη νύχτα αυτά τα ξύλα τα σήκωναν για τον παρακάτω λόγο: για να μην πηγαινοέρχονται οι άνθρωποι και κλέβουνε ο ένας τον άλλο. [1.186.4] Κι όταν το όρυγμα με το νερό του ποταμού έγινε μια γεμάτη λίμνη και τα έργα με τη γέφυρα είχαν τελειώσει, ξανάφερε η Νίτωκρις τον ποταμό Ευφράτη στην παλιά του κοίτη. Μ᾽ αυτόν τον τρόπο κι η λίμνη που έγινε έμοιαζε να έχει κατασκευαστεί στην ώρα της, και ταυτοχρόνως βρέθηκε να είναι χτισμένη και μια γέφυρα για χάρη των πολιτών. [1.187.1] Η ίδια αυτή βασίλισσα σοφίστηκε και μιαν απάτη τέτοιας λογής. Πάνω από την πιο πολυσύχναστη πύλη της πόλης ετοίμασε έναν τάφο για τον εαυτό της ψηλά, να εξέχει από την πύλη, και σκάλιξε πάνω στον τάφο γράμματα που έλεγαν τα εξής: [1.187.2] Αν κάποιος από τους διαδόχους μου, που θα βασιλεύσουν ύστερα από εμένα στη Βαβυλώνα, βρεθεί να έχει ανάγκη από χρήματα, ανοίγοντας τον τάφο ας πάρει όσα χρήματα θέλει· απαγορεύεται όμως να τον ανοίξει για οποιονδήποτε άλλο λόγο κι όχι επειδή πράγματι έχει ανάγκη, γιατί δε θα του βγει σε καλό. [1.187.3] Αυτόν τον τάφο λοιπόν δεν τον άγγιξε κανείς, ωσότου η βασιλεία πέρασε στα χέρια του Δαρείου. Μα του Δαρείου του φαινόταν ανήκουστο να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την πύλη και, ενώ εδώ πέρα υπήρχαν λεφτά και η επιγραφή το φώναζε, να μην τα πάρει. [1.187.4] Την πύλη αυτή δεν τη χρησιμοποιούσε για τον λόγο ότι έπρεπε, αν περνούσε από εκεί, να βρεθεί πάνω από το κεφάλι του ο νεκρός. [1.187.5] Όταν στο τέλος άνοιξε τον τάφο, από λεφτά δεν βρήκε τίποτε, βρήκε όμως μέσα το πτώμα και μιαν επιγραφή που έλεγε τα εξής: Αν δεν ήσουν άπληστος για χρήματα και δεν αγαπούσες το άνομο κέρδος, δε θα έφτανες να ανοίξεις τάφους νεκρών. |