ΕΚΑ. Οχ οϊμένα, οϊμένα, οϊμέ!
Φλόγες, φλόγες το Ίλιο τρώνε,
τριγυρνούν παντού οι φωτιές,
στα στεφάνια ορμούν του κάστρου,
ζώνουν των σπιτιών σκεπές,
μας ρημάζουν τα παλάτια
—συφορά!—
με τις λόγχες συντροφιά
των οχτρώνε.
ΧΟΡ. Κονταροπαρμένη
πάει η χώρα, πάει·
σαν καπνός
1300που άνεμος τον παίρνει και σκορπάει.
Η Εκάβη πέφτει κατάχαμα και χτυπά τη γη.
ΕΚΑ. Γη, των παιδιών μου τροφέ!
ΧΟΡ. Συφορά!
ΕΚΑ. Νιώστε, παιδιά μου, της μάνας σας είναι η φωνή.
ΧΟΡ. Με μοιρολόι τους νεκρούς απ᾽ τον Άδη, απ᾽ τον Άδη καλείς.
ΕΚΑ. Ναι, και τα γέρικα μέλη στο χώμ᾽ ακουμπώ·
ναι, και τη γη με τα δυο μου τα χέρια χτυπώ.
Οι γυναίκες πέφτουν χάμω κι αυτές και χτυπούν τη γη.
ΧΟΡ. Νά, γονατίζω κι εγώ και τον άντρα μου
κράζω, καλώ
μέσ᾽ απ᾽ τον κόρφο της γης.
ΕΚΑ. Μας ξεσηκώνουν, μας παίρνουνε…
1310ΧΟΡ. Ω, πόνο η φωνή σου γεμάτη.
ΕΚΑ. προς της σκλαβιάς μας τη στέγη…
ΧΟΡ. στα ξένα, μακριά απ᾽ την πατρίδα.
ΕΚΑ. Ω!
Πρίαμε, χάθηκες άταφος, πλάι σου δεν είναι οι δικοί σου
κι ούτε που ξέρεις εγώ τί τραβώ.
ΧΟΡ. Θάνατος όσιος τον έχει αναπάψει,
όσο κι αν ήταν ανόσια η σφαγή.
Όλες σηκώνονται και κοιτάζουν κατά την πόλη.
ΕΚΑ. Χώρ᾽ ακριβή κι ω ναοί,
ΧΟΡ. Συφορά!
ΕΚΑ. φλόγα σάς τρώει φονική και κοντάρι του οχτρού.
ΧΟΡ. Θα σωριαστείτε στη γη μας κι ούτ᾽ όνομα θα ᾽χετε πια.
1320ΕΚΑ. Όπως σκεπάζει τα ουράνια καπνός φτερωτός,
όμοια και η σκόνη θα κρύψει το σπίτι μου, νά.
ΧΟΡ. Και θα χαθεί και της χώρας μας τ᾽ όνομα,
όλα χαμός,
Τροία δεν έχουμε πια.
Το κάστρο σωριάζεται.
ΕΚΑ. Νιώσατε, ακούσατε τίποτα;
ΧΟΡ. Ο κρότος του κάστρου που πέφτει.
ΕΚΑ. Ένας σεισμός πέρα ώς πέρα…
ΧΟΡ. θα κρύψει σαν κύμα την πόλη.
Ακούγονται σάλπιγγες· οι στρατιώτες πλησιάζουν τις γυναίκες.
ΕΚΑ. Ω!
Δόλιο κορμί μου που τρέμεις, οδήγα το βήμα μου, οδήγα·
1330πάμε ν᾽ αρχίσω ζωή της σκλαβιάς.
ΧΟΡ. Άμοιρη Τροία μας, γλυκιά μου πατρίδα.
Στων Αχαιών τα καράβια τραβώ.
|