Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Ἀνδρομάχη (766-801)


ΣΤΑΣΙΜΟΝ ΤΡΙΤΟΝ


ΧΟ. ἢ μὴ γενοίμαν ἢ πατέρων ἀγαθῶν [στρ.]
εἴην πολυκτήτων τε δόμων μέτοχος.
770εἴ τι γὰρ πάσχοι τις ἀμήχανον, ἀλκᾶς
οὐ σπάνις εὐγενέταις,
κηρυσσομένοισι δ᾽ ἀπ᾽ ἐσθλῶν δωμάτων
τιμὰ καὶ κλέος· οὔτοι λείψανα τῶν ἀγαθῶν
ἀνδρῶν ἀφαιρεῖται χρόνος· δ᾽ ἀρετὰ
καὶ θανοῦσι λάμπει.

κρεῖσσον δὲ νίκαν μὴ κακόδοξον ἔχειν [ἀντ.]
780ἢ ξὺν φθόνῳ σφάλλειν δυνάμει τε δίκαν.
ἡδὺ μὲν γὰρ αὐτίκα τοῦτο βροτοῖσιν,
ἐν δὲ χρόνῳ τελέθει
ξηρὸν καὶ ὀνείδεσιν ἔγκειται δόμων.
785ταύταν ᾔνεσα ταύταν καὶ φέρομαι βιοτάν,
μηδὲν δίκας ἔξω κράτος ἐν θαλάμοις
καὶ πόλει δύνασθαι.

ὦ γέρον Αἰακίδα, [ἐπῳδ.]
πείθομαι καὶ
791 σὺν Λαπίθαισί σε Κενταύ-
ροις ὁμιλῆσαι δορὶ
κλεινοτάτῳ· καὶ ἐπ᾽ Ἀργῴου δορὸς ἄξενον ὑγρὰν
795ἐκπερᾶσαι ποντιᾶν Ξυμπληγάδων
κλεινὰν ἐπὶ ναυστολίαν,
Ἰλιάδα τε πόλιν ὅτε πάρος
εὐδόκιμος ὁ Διὸς ἶνις ἀμφέβαλε φόνῳ,
800κοινὰν τὰν εὔκλειαν ἔχοντ᾽
Εὐρώπαν ἀφικέσθαι.


ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟΡΟΣ
Καλύτερα κανείς να μη γεννιέται [στρ.]
αν δεν κρατάει από γενιά μεγάλη
κι αρχοντική.
770Γιατί κι αν κάποτε κακοτυχήσει,
κάποια βοήθεια θα βρει
ο αρχοντογεννημένος.
Μα και στην ευτυχία τους
έχουν τιμές και δόξες
αυτοί που ανήκουν στα μεγάλα τζάκια.
Κι ούτε δα τα γεράματα
των μεγάλων ανδρών τη φήμη θαμπώνουνε·
κι αν θα πεθάνουν, η αρετή τους λάμπει.

Καλύτερα κανείς να μην πετύχει [αντ.]
νίκη κακόφημη
παρά με ζήλια κι αγριάδα
780να πατήσει το δίκιο.
Μια τέτοια νίκη ευχαριστεί
για λίγο τους θνητούς,
αλλά με του καιρού το πέρασμα
μεταλλάζει σε πίκρα.
Νά ποιά ζωή παινεύω εγώ
και προτιμώ: ούτε στην οικογένεια
ούτε στην πόλη,
να μην υπάρχει δύναμη έξω
απ᾽ της δικαιοσύνης τη δύναμη.

791Γέροντα, γιε του Αιακού, [επωδ.]
το πιστεύω πως έλαμψες κάποτε
με το δοξασμένο κοντάρι σου
στων Κενταύρων τον πόλεμο και των Λαπιθών
και πως ανεβασμένος στην «Αργώ»,
για το ταξίδι το κοσμοξάκουστο,
την αφιλόξενη διάβηκες θάλασσα
των Συμπληγάδων.
Και πάλι όταν ο ένδοξος γιος του Διός, ο Ηρακλής
αφάνισε το Ίλιο,
800όμοια μ᾽ εκείνον δοξασμένος εγύρισες
στης Ευρώπης τη γη.