[6.25.1] Μεγάλη ήταν η απώλεια σε αχθοφόρα ζώα και γινόταν σκόπιμα από τους στρατιώτες, γιατί κάθε φορά που είχαν έλλειψη από τρόφιμα συγκεντρώνονταν και έσφαζαν τα περισσότερα από τα άλογα και τα μουλάρια και έτρωγαν τα κρέατά τους και έλεγαν ότι αυτά ψόφησαν από τη δίψα ή χάθηκαν από την κούραση· κανένας δεν υπήρχε για να ελέγξει την πραγματική αλήθεια και εξαιτίας της κόπωσης και επειδή όλοι διέπρατταν το ίδιο παράπτωμα. [6.25.2] Αυτά που συνέβαιναν δεν είχαν διαφύγει την προσοχή του Αλεξάνδρου, αλλά έβλεπε ότι, για να θεραπεύσει την παρούσα κατάσταση, ήταν προτιμότερο να προσποιείται ότι δεν γνωρίζει τα παραπτώματα παρά ότι τα συγχωρεί, αν και τα γνώριζε. Δεν ήταν, λοιπόν, πλέον εύκολο να μεταφέρουν ούτε όσους στρατιώτες υπέφεραν από αρρώστια ούτε όσους έμεναν πίσω από κούραση, γιατί είχαν έλλειψη αχθοφόρων ζώων και οι ίδιοι κατέστρεφαν τα αμάξια. Γιατί ήταν πολύ δύσκολο να τα σύρουν, επειδή η άμμος είχε βάθος και επειδή κατά τις πρώτες μέρες της πορείας τα αμάξια τους ανάγκαζαν να μην ακολουθούν τους συντομότερους δρόμους, αλλά τους ευκολότερους για τα ζώα. [6.25.3] Έτσι άλλοι έμεναν πίσω στους δρόμους από αρρώστια και άλλοι, επειδή δεν άντεχαν στην κούραση, τη ζέστη ή τη δίψα· ούτε και υπήρχε κανένας για να τους μεταφέρει ούτε έμενε κανένας για να τους περιποιηθεί, γιατί η πορεία γινόταν με μεγάλη βιασύνη και μπροστά στον ζήλο να σωθεί το σύνολο, παραμελούσαν κατ᾽ ανάγκη τη διάσωση του κάθε ατόμου χωριστά. και όσοι καταλαμβάνονταν από ύπνο στον δρόμο, επειδή πράγματι βάδιζαν νύχτα ως επί το πλείστον, όταν μετά ξυπνούσαν, αν είχαν δυνάμεις, ακολουθούσαν τα ίχνη του στρατού και σώθηκαν έτσι λίγοι από τους πολλούς· οι περισσότεροι όμως χάνονταν μέσα στην άμμο, όπως αυτοί που ναυαγούν στο πέλαγος. [6.25.4] Συνέβη όμως στον στρατό και μια άλλη συμφορά που δεν ταλαιπώρησε λιγότερο τους στρατιώτες, τα άλογα ή τα αχθοφόρα ζώα. Γιατί, όπως ακριβώς στην Ινδία, έτσι και στη Γαδρωσία τα μελτέμια φέρνουν βροχή, όχι όμως στις πεδιάδες, αλλά στα βουνά της, όπου μεταφέρονται τα σύννεφα από τον άνεμο και μεταβάλλονται σε βροχή, επειδή δεν μπορούν να περάσουν πάνω από τις κορυφές των βουνών. [6.25.5] Όταν κατασκήνωσε ο στρατός κοντά σε έναν χείμαρρο με λίγο νερό —και κατασκήνωσε εκεί επειδή είχε νερό— γύρω στη δεύτερη νυχτερινή φρουρά ο χείμαρρος που έρρεε εκεί πλημμύρισε από τις βροχές, που έπεσαν χωρίς να τις αντιληφθεί ο στρατός· κατέβηκε τόσο πολύ νερό, ώστε έπνιξε τις περισσότερες γυναίκες και τα μικρά παιδιά που ακολουθούσαν τον στρατό και παρέσυρε όλες τις βασιλικές αποσκευές και όσα απέμειναν από τα αχθοφόρα ζώα· οι ίδιοι οι στρατιώτες μόλις και με δυσκολία σώθηκαν με τα όπλα τους μόνο, αλλά όχι και με όλα. [6.25.6] Οι περισσότεροι επειδή έπιναν, όποτε έβρισκαν, άφθονο νερό ύστερα από τον καύσωνα και τη δίψα, πέθαιναν επειδή ακριβώς έπιναν ακατάπαυστα. Για τον λόγο αυτό ο Αλέξανδρος συνήθως δεν στρατοπέδευε κοντά σε τόπους με νερό, αλλά σε απόσταση είκοσι περίπου σταδίων από αυτούς, ώστε να μην εισορμούν όλοι μαζί στο νερό και να πεθαίνουν, αυτοί και τα ζώα, και συγχρόνως να μη γίνεται, από τους πιο ασυγκράτητους που πατούσαν μέσα στις πηγές και τα ρυάκια, ακάθαρτο το νερό για τον υπόλοιπο στρατό. [6.26.1] Θεώρησα σωστό να μην παραλείψω μια ωραία πράξη του Αλεξάνδρου, ωραιότερη από κάθε άλλη, που έγινε σε αυτήν τη χώρα ή στους Παραπαμισάδες, όπως έγραψαν μερικοί άλλοι συγγραφείς. Ο στρατός βάδιζε μέσα από την άμμο και η ζέστη ήταν πλέον αφόρητη, γιατί έπρεπε να φθάσουν στο νερό, αλλά αυτό ήταν μακριά από τον δρόμο, στον οποίο βρίσκονταν. Αν και ο ίδιος ο Αλέξανδρος βασανιζόταν από τη δίψα και βάδιζε μόλις και με δυσκολία, οδηγούσε όμως πεζός τους άνδρες του. Έτσι και οι άλλοι στρατιώτες υπέφεραν ευκολότερα τους κόπους —όπως ακριβώς συμβαίνει σε παρόμοιες περιστάσεις— επειδή όλοι ταλαιπωρούνταν εξίσου. [6.26.2] Στο μεταξύ μερικοί ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες, που αποχωρίσθηκαν από τον στρατό προς αναζήτηση νερού, βρήκαν μέσα σε μια ρηχή χαράδρα μαζεμένο νερό, μια μικρή και ασήμαντη πηγή. Το συγκέντρωσαν χωρίς δυσκολία και το πήγαν αμέσως στον Αλέξανδρο σαν να του έφερναν κάποιο μεγάλο αγαθό. Και όταν πλέον πλησίαζαν, έβαλαν το νερό σε μια περικεφαλαία και το πρόσφεραν στον βασιλιά. [6.26.3] Ο Αλέξανδρος το πήρε και επαίνεσε εκείνους που το έφεραν, αφού όμως το πήρε, το έχυσε μπροστά σε όλους. Και με την πράξη του αυτή όλος ο στρατός πήρε τέτοιο θάρρος, ώστε θα υπέθετε κανείς ότι όλοι είχαν πιει το νερό που έχυσε ο Αλέξανδρος. Επαινώ την πράξη αυτή περισσότερο από κάθε άλλη ως απόδειξη εγκράτειας και συγχρόνως στρατηγικής ικανότητας του Αλεξάνδρου. [6.26.4] Σε εκείνη τη χώρα συνέβη στον στρατό και το εξής περιστατικό. Οι οδηγοί δηλαδή του δρόμου είπαν τελικά ότι δεν θυμούνται πλέον τον δρόμο διότι τα ίχνη του εξαφανίσθηκαν από τον άνεμο που φύσηξε· επειδή, ακόμη, η άμμος ήταν πολλή και παντού ομοιόμορφα επισωρευμένη, δεν υπήρχε τίποτε από το οποίο θα μπορούσαν να αναγνωρίσουν τον δρόμο, ούτε συνηθισμένα δένδρα φυτρώνουν κοντά σε αυτόν ούτε υψώνεται κανένας στερεός λόφος. Ούτε είχαν ασκηθεί, έλεγαν, να ρυθμίζουν την πορεία τους με τα άστρα τη νύχτα και με τον ήλιο τη μέρα, όπως ακριβώς κάνουν οι ναύτες με τις άρκτους, οι Φοίνικες με τη μικρή και οι άλλοι με τη μεγάλη. [6.26.5] Τότε, λοιπόν, ο Αλέξανδρος, επειδή αντιλήφθηκε ότι πρέπει να οδηγήσει τον στρατό κάνοντας κλίση προς τα αριστερά, πήρε μαζί του λίγους ιππείς και προχώρησε. Επειδή όμως και αυτών τα άλογα άρχισαν να κουράζονται από τη ζέστη, άφησε πίσω τους περισσότερους και αναχώρησε ο ίδιος έφιππος με πέντε συνολικά ιππείς και βρήκε τη θάλασσα. Αφού ανέσκαψε τα χαλίκια στην παραλία, βρήκε γλυκό και καθαρό νερό· έτσι ακολούθησε όλος ο στρατός και επί εφτά μέρες βάδιζε κοντά στη θάλασσα και προμηθευόταν νερό από την παραλία· από εκεί συνέχισε την πορεία στο εσωτερικό, επειδή οι οδηγοί γνώριζαν πλέον τον δρόμο. |