Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Ἱκέτιδες (392-437)


ΧΟ. μή τί ποτ᾽ οὖν γενοίμαν ὑποχείριος [στρ. γ]
κράτεσιν ἀρσένων. ὕπαστρον δέ τοι
μῆχαρ ὁρίζομαι γάμου δύσφρονος
395 φυγᾷ· ξύμμαχον δ᾽ ἑλόμενος Δίκαν
κρῖνε σέβας τὸ πρὸς θεῶν.
ΒΑ. οὐκ εὔκριτον τὸ κρῖμα· μή μ᾽ αἱροῦ κριτήν.
εἶπον δὲ καὶ πρίν, οὐκ ἄνευ δήμου τάδε
πράξαιμ᾽ ἄν, οὐδέ περ κρατῶν, μὴ καί ποτε
400 εἴπῃ λεώς, εἴ πού τι μὴ τοῖον τύχοι,
«ἐπήλυδας τιμῶν ἀπώλεσας πόλιν».

ΧΟ. ἀμφοτέροις ὁμαίμων τάδ᾽ ἐπισκοπεῖ [ἀντ. γ]
Ζεὺς ἑτερορρεπής, νέμων εἰκότως
ἄδικα μὲν κακοῖς, ὅσια δ᾽ ἐννόμοις.
405 τί τῶνδ᾽ ἐξ ἴσου ῥεπομένων μεταλ-
γὲς τὸ δίκαιον ἔρξαι;
ΒΑ. δεῖ τοι βαθείας φροντίδος σωτηρίου,
δίκην κολυμβητῆρος ἐς βυθὸν μολεῖν
δεδορκὸς ὄμμα, μηδ᾽ ἄγαν ᾠνωμένον,
410 ὅπως ἄνατα ταῦτα πρῶτα μὲν πόλει,
αὐτοῖσί θ᾽ ἡμῖν ἐκτελευτήσει καλῶς,
καὶ μήτε δῆρις ῥυσίων ἐφάψεται,
μήτ᾽ ἐν θεῶν ἕδραισιν ὧδ᾽ ἱδρυμένας
ἐκδόντες ὑμᾶς τὸν πανώλεθρον θεὸν
415 βαρὺν ξύνοικον θησόμεσθ᾽ ἀλάστορα,
ὃς οὐδ᾽ ἐν Ἅιδου τὸν ἀλιτόντ᾽ ἐλευθεροῖ.
μῶν οὐ δοκεῖ δεῖν φροντίδος σωτηρίου;

ΧΟ. φρόντισον καὶ γενοῦ [στρ. δ]
πανδίκως εὐσεβὴς πρόξενος·
420 τὰν φυγάδα μὴ προδῷς,
τὰν ἕκαθεν ἐκβολαῖς
δυσθέοις ὀρμέναν·

μηδ᾽ ἴδῃς μ᾽ ἐξ ἑδρᾶν [ἀντ. δ]
πολυθέων ῥυσιασθεῖσαν, ὦ
425 πᾶν κράτος ἔχων χθονός.
γνῶθι δ᾽ ὕβριν ἀνέρων
καὶ φύλαξαι κότον.

μή τι τλῇς τὰν ἱκέτιν εἰσιδεῖν [στρ. ε]
ἀπὸ βρετέων βίᾳ
430 δίκας ἀγομέναν
ἱππαδὸν ἀμπύκων,
πολυμίτων πέπλων τ᾽ ἐπιλαβὰς ἐμῶν.

ἴσθι γάρ· παισὶ τάδε καὶ δόμοις, [ἀντ. ε.]
ὁπότερ᾽ ἂν κτίσῃς,
435 μένει δορὶ τίνειν
ὁμοΐαν θέμιν.
τάδε φράσαι· δίκαια Διόθεν κράτη.


ΧΟΡΟΣ
Στην τυραννία την αντρική
σκλάβα να πέσω ας μην το σώσω·
κάτω από τ᾽ άστρα τ᾽ ουρανού
προκρίνω ατέλειωτο φευγιό,
φτάνει απ᾽ τους γάμους που μισώ
μια να γλιτώσω·
μα εσύ της Δίκης διάλεξε
σύμμαχος να σταθείς
και κρίνε τί έχεις στους Θεούς
εμπρός να σεβαστείς.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Δύσκολ᾽ η κρίση και κριτή μη με διαλέγεις·
είπα και πριν, πως δίχως του λαού τη γνώμη
δε θα μπορούσ᾽ απόφαση καμιά να πάρω,
όσο και να ᾽ν᾽ στο χέρι μου, για να μην έχει
400να πει κανείς, αν τύχει αλλιώς κι ερθεί το πράμα:
«Κατάστρεψες τη χώρα σου για χάρη ξένων».

ΧΟΡΟΣ
Ο Δίας, συγγενής μας και των δυο,
απ᾽ το ένα μέρος θενα στρέψει
τη θεϊκιά του αντίβαρη ματιά·
τους κακούς τ᾽ άδικο θα βρει,
στους δίκαιους ευλογία και ευχή
θα περισσέψει·
κι αφού με τέτοια ισιάδα αυτά
ζυγίζονται, γιατί
να πάρεις δίκια απόφαση
τόσο σε τυραγνεί;
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Η σωτηρία χρειάζεται βαθειά φροντίδα
και σαν του βουτηχτή, που ως το βυθό να φτάνει,
ξάστερο μάτι ακράσωτο· γιατί έτσι μόνο
410μπορεί κι η χώρα, πρώτ᾽ απ᾽ όλα να μην πάθει
βλάβη καμιά και σε καλό να βγει το πράμα
για μας τους ίδιους κι ούτε εχθρός να βάλει χέρι
σ᾽ ενέχυρ᾽ αρπαχτά, μα ούτε και μας η ανάγκη
μάς σφίξει πίσω να σας δώσομε, που ικέτες
έχετε στους βωμούς προσπέσει των θεών μας,
κι έτσι βαρύ μπάσουμε σύνοικο στα σπίτια,
θεό τον εξολοθρευτή, π᾽ ουδέ στον Άδη
τους πεθαμένους παρατά· — Λοιπόν δε θέλει,
σας φαίνεται, βαθειά φροντίδα η σωτηρία;

ΧΟΡΟΣ
Βάλε φροντίδα κι ευσεβής
γενού μου ολόδικα ξενοπροστάτης·
420μην την προδώσεις την εξόριστη,
που από τα πέρατα της γης
ξεσηκωμένη μ᾽ άθεους κατατρεμούς
έχει έξω πέσει απ᾽ τα νερά της.
Και μη δεχτείς, συ που το παν
είσαι στη χώρα, να μ᾽ αρπάξουν
απ᾽ τους πολύθεους τους βωμούς συρτή·
όσιο δεν έχουν κι ιερό
οι άνομοί μου, μάθε, εχθροί
κι απ᾽ των θεών το χόλιασμα φυλάξου.

Μην το βαστάξεις τις ικέτιδες να δεις
430στης θείας το πείσμα Δίκης να τις παίρνουν
με το στανιό, σαν άλογα, απ᾽ τ᾽ αγάλματα
κι ανίερα χέρια από τους ξομπλιαστούς
τους πέπλους και τις μπόλιες να τις σέρνουν.
Γιατί να ξέρεις ό,τι αν πράξεις θα το βρεις
στα σπίτια σου άφευχτα και στα παιδιά σου,
που με την όμοια θα ξοφλήσουν πλερωμή
το χρέος στον Άρη· σκέψου αυτά καλά,
δικαιοκρίτης είναι ο Δίας, στοχάσου.