Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Ὀλυμπιονίκαις (9.1-9.28)


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΑΙΣ IX

ΕΦΑΡΜΟΣΤΩΙ ΟΠΟΥΝΤΙΩΙ ΠΑΛΑΙΣΤΗΙ


Τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος [στρ. α]
φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ,
καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδώς
ἄρκεσε Κρόνιον παρ᾽ ὄχθον ἁγεμονεῦσαι
κωμάζοντι φίλοις Ἐφαρμόστῳ σὺν ἑταίροις·
5ἀλλὰ νῦν ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων
Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ᾽ ἐπίνειμαι
ἀκρωτήριον Ἄλιδος
τοιοῖσδε βέλεσσιν,
τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ
10ἐξάρατο κάλλιστον ἕδνον Ἱπποδαμείας·

πτερόεντα δ᾽ ἵει γλυκύν [ἀντ. α]
Πυθῶνάδ᾽ ὀϊστόν· οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι,
ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ᾽ ἐλελίζων
κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος· αἰνήσαις καὶ υἱόν,
15ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν
μεγαλόδοξος Εὐνομία. θάλλει δ᾽ ἀρεταῖσιν
σόν τε, Κασταλία, πάρα
Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον·
ὅθεν στεφάνων ἄωτοι κλυτάν
20Λοκρῶν ἐπαείροντι ματέρ᾽ ἀγλαόδενδρον.

ἐγὼ δέ τοι φίλαν πόλιν [ἐπῳδ. α]
μαλεραῖς ἐπιφλέγων ἀοιδαῖς,
καὶ ἀγάνορος ἵππου
θᾶσσον καὶ ναὸς ὑποπτέρου παντᾷ
25ἀγγελίαν πέμψω ταύταν,
εἰ σύν τινι μοιριδίῳ παλάμᾳ
ἐξαίρετον Χαρίτων νέμομαι κᾶπον·
κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν᾽· ἀγαθοὶ
δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον᾽ ἄνδρες


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ Θ᾽

ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΦΑΡΜΟΣΤΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΥΝΤΑ

ΝΙΚΗΤΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΗ


Του Αρχιλόχου το τραγούδι «Καλλίνικος» [στρ. α]
που ακούγεται στην Ολυμπία
και τρίδιπλο αντηχεί,
άρκεσε στου Κρονίου τα ριζοβούνια να οδηγήσει
τον Εφάρμοστο που γιόρταζε μαζί με τους συντρόφους.
5Και τώρα με των Μουσών τα τόξα που φτάνουν μακριά
και με τα βέλη τούτα
κάλυψε τον Δία τον πορφυροκέραυνο
και το ακρωτήρι το ιερό της Ήλιδας,
που κάποτε ο ήρωας ο Λυδός, ο Πέλοπας,
10περίλαμπρο το κέρδισε προικιό της Ιπποδάμειας·

και ρίξε ακόμη μια γλυκιά, [αντ. α]
μια φτερωτή σαγίτα στην Πυθώνα· χαμένα,
βέβαια, δεν θα παν τα λόγια σου,
καθώς τη φόρμιγγά σου κρούεις για να τιμήσεις αθλητή,
που νίκησε στην πάλη,
υμνώντας αυτόν και την Οπούντα, την ένδοξη πατρίδα του,
15που έλαχε στη Θέμιδα και την πολυδοξασμένη κόρη της,
τη σώτειρα Ευνομία. Ανθεί από κατορθώματα
που έγιναν κοντά στο δικό σου, Κασταλία,
και στου Αλφειού το ρείθρο·
εκείθε και τα υπέροχα στεφάνια, που λαμπρύνουν
20και των Λοκρών τη μάνα με τα ωραία δέντρα.

Κι εγώ την πόλη την αγαπημένη [επωδ. α]
με πύρινα άσματά μου θα φλογίσω
και πιο γοργά από τ᾽ άτι το περήφανο
κι από το γοργόφτερο καράβι παντού
25την αγγελία μου θα σκορπίσω,
αν ίσως δύναμη μου δόθηκε από τη μοίρα
να καλλιεργώ τον έξοχο κήπο των Χαρίτων,
γιατί εκείνες τα τερπνά χαρίζουν. Κι οι αντρείοι
κι οι σοφοί, μόνο με βούληση θεϊκή