[1166a] [4] Οι φιλικές σχέσεις του ανθρώπου με τους άλλους, στις οποίες βασίζονται κατά κανόνα και οι ορισμοί της φιλίας, φαίνεται ότι έχουν την αρχή τους στη φιλική σχέση του ανθρώπου με τον ίδιο τον εαυτό του. Ορισμένοι λένε ότι φίλος είναι (1) αυτός που θέλει και κάνει σε κάποιον ό,τι είναι καλό (ή ό,τι του φαίνεται πως είναι καλό) για χάρη εκείνου, ή (2) αυτός που θέλει ο φίλος του να υπάρχει και να ζει, και αυτό το θέλει για χάρη του ίδιου του φίλου του (είναι το αίσθημα που αισθάνονται οι μητέρες για τα παιδιά τους, καθώς και οι φίλοι που ήρθαν σε σύγκρουση). Άλλοι λένε ότι φίλος με κάποιον είναι (3) αυτός που περνάει όλο τον χρόνο του μαζί με εκείνον· επίσης (4) αυτός που θέλει τα ίδια πράγματα που θέλει εκείνος, ή (5) αυτός που λυπάται και χαίρεται μαζί με τον φίλο του (και αυτό επίσης είναι κάτι που το συναντούμε κατά κύριο λόγο στις μητέρες). Με κάποιο από όλα αυτά τα στοιχεία ορίζουν και τη φιλία. Καθένα από τα στοιχεία αυτά υπάρχει στη σχέση του ενάρετου ανθρώπου προς τον εαυτό του (στους υπόλοιπους ανθρώπους στον βαθμό που θεωρούν τον εαυτό τους ενάρετο — όπως όμως έχουμε πει, μέτρο όλων των επιμέρους πραγμάτων φαίνεται πως είναι η αρετή και ο ενάρετος άνθρωπος)· γιατί ο ενάρετος άνθρωπος βρίσκεται πάντοτε σε απόλυτη συμφωνία προς τον εαυτό του, και επιθυμεί τα ίδια πάντοτε πράγματα με όλη του την ψυχή· έτσι: και επιθυμεί για τον εαυτό του τα αγαθά πράγματα (και αυτά που του φαίνονται τέτοια) και τα πράττει (γιατί το χαρακτηριστικό του ενάρετου ανθρώπου είναι να εργάζεται με όλες του τις δυνάμεις για το αγαθό) και αυτό το κάνει για τον ίδιο τον εαυτό του (αφού το κάνει για χάρη του διανοητικού μέρους της ψυχής του, του μέρους δηλαδή που θεωρείται πως είναι ο ίδιος του ο εαυτός)· θέλει, επίσης, για τον εαυτό του (και μάλιστα για εκείνο το μέρος του μέσω του οποίου σκέφτεται) να ζει και να διασώζεται. Γιατί η ύπαρξη είναι για τον ενάρετο άνθρωπο ένα αγαθό, και ο κάθε άνθρωπος επιθυμεί για τον εαυτό του ό,τι είναι αγαθό· αν όμως ήταν να αλλάξει και να γίνει κάποιος άλλος, κανείς δεν θα επέλεγε να έχει τα πάντα αυτό το καινούργιο, το άλλο ον (γιατί ο θεός έχει ήδη από τώρα το αγαθό), αλλά επιθυμεί για τον εαυτό του όλα τα αγαθά με τον όρο να μείνει αυτό που είναι τώρα· θα έλεγε όμως κανείς —και όλοι θα συμφωνούσαν— ότι το μέρος της ψυχής που σκέφτεται είναι η ουσία του καθενός ανθρώπου, ή τουλάχιστον αυτό κατά κύριο λόγο. Ο ενάρετος, επίσης, άνθρωπος θέλει να περνάει όλο του τον καιρό με τον εαυτό του· γιατί αυτό είναι κάτι που το κάνει με ευχαρίστηση, αφού και των παλαιότερων πράξεών του η ανάμνηση είναι τερπνή και οι προσδοκίες και προβλέψεις του για τις μελλοντικές του πράξεις είναι καλές, και γι᾽ αυτό ευχάριστες. Αλλά και το μυαλό του είναι γεμάτο από σκέψεις. Τις λύπες του, επίσης, και τις χαρές του ο ενάρετος άνθρωπος τις μοιράζεται κατά κύριο λόγο με τον εαυτό του· γιατί το ίδιο πράγμα είναι γι᾽ αυτόν πάντοτε δυσάρεστο και το ίδιο πάντοτε ευχάριστο, και όχι τη μια φορά αυτό και την άλλη κάποιο άλλο· γιατί —για να το πούμε έτσι— ο ενάρετος άνθρωπος δεν αισθάνεται ποτέ μεταμέλεια. Επειδή λοιπόν όλα αυτά χαρακτηρίζουν τον ενάρετο άνθρωπο στη σχέση του προς τον ίδιο τον εαυτό του, και επειδή η σχέση του προς τον φίλο του είναι σαν τη σχέση του προς τον εαυτό του (γιατί ο φίλος είναι ένας άλλος εαυτός μας), γι᾽ αυτό και η φιλία θεωρείται ότι είναι κάτι από όλα αυτά, και, ακόμη, ότι φίλοι είναι αυτοί που χαρακτηρίζονται από όλα αυτά. Όσο για το ερώτημα αν είναι ή δεν είναι φιλία το να τα αισθανόμαστε όλα αυτά για τον εαυτό μας, αυτό ας το αφήσουμε προς το παρόν καταμέρος: θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είναι φιλία από την άποψη ότι στην ψυχή του ανθρώπου υπάρχουν δύο ή περισσότερα μέρη —όπως γίνεται φανερό από όσα έχουμε πει—, [1166b] αλλά και γιατί η υπερβολική φιλία προς τον άλλον μοιάζει με την αγάπη που έχει κανείς για τον εαυτό του. Όλα όμως αυτά τα στοιχεία για τα οποία μιλήσαμε φαίνεται ότι τα έχει και η πλειονότητα των ανθρώπων, ακόμη και αν πρόκειται για άτομα κατώτερης αξίας. Μήπως, κατόπιν αυτού, πρέπει να πούμε ότι οι άνθρωποι αυτοί μετέχουν σ᾽ αυτά στον βαθμό που είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους και θεωρούν ότι είναι καλοί άνθρωποι; Πραγματικά, στους τελείως αχρείους ανθρώπους, στους ανθρώπους των ανόσιων πράξεων, δεν τα συναντούμε σε καμιά περίπτωση τα στοιχεία αυτά — ούτε καν δίνουν οι άνθρωποι αυτοί την εντύπωση ότι τα έχουν. Θα έλεγα ότι και στους γενικά μικρής αξίας ανθρώπους δεν τα συναντούμε· γιατί οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται σε διάσταση με τον ίδιο τους τον εαυτό: άλλα επιθυμούν και άλλα θέλουν, όπως κάνουν π.χ. οι ακρατείς άνθρωποι: στη θέση αυτών που θεωρούν ότι είναι για τους ίδιους καλά πράγματα, προτιμούν και επιλέγουν τα ευχάριστα, που είναι όμως βλαβερά γι᾽ αυτούς· άλλοι, πάλι, από δειλία και οκνηρία αποφεύγουν να κάνουν αυτά που θεωρούν ότι είναι τα καλύτερα γι᾽ αυτούς. Άλλοι, επίσης, που έχουν κάνει πολλές φοβερές πράξεις και έχουν γίνει μισητοί λόγω της κακίας τους, βαριούνται πια τη ζωή τους και καταλήγουν να σκοτώσουν τον ίδιο τους τον εαυτό. Ψάχνουν, επίσης, οι κακοί άνθρωποι να βρουν συντρόφους για να περνούν μαζί τους τις ώρες και τις μέρες τους και αποφεύγουν να μένουν μόνοι με τον εαυτό τους· ο λόγος είναι ότι, μένοντας μόνοι τους, αναθυμούνται πολλές δυσάρεστες πράξεις τους (ξέροντας την ίδια στιγμή ότι θα κάνουν και άλλες παρόμοιες στο μέλλον), όταν όμως είναι μαζί με άλλους τις ξεχνούν. Και μη έχοντας τίποτε το άξιο αγάπης μέσα τους δεν τρέφουν κανένα φιλικό αίσθημα για τον εαυτό τους. Ούτε, επίσης, μοιράζονται οι άνθρωποι αυτοί χαρές και λύπες με τον εαυτό τους· γιατί στην ψυχή τους γίνεται ένα είδος εμφύλιου πολέμου: το ένα μέρος της ψυχής τους εξαιτίας της κακίας του λυπάται και πονάει που απέχει από κάποια πράγματα, το άλλο, αντίθετα, ευχαριστιέται, και ενώ το ένα τούς τραβάει προς τα εδώ, το άλλο τούς τραβάει προς τα εκεί, σαν για να τους κομματιάσουν. Και αν είναι αδύνατο ο άνθρωπος να νιώσει την ίδια στιγμή λύπη και χαρά, εν πάση περιπτώσει ύστερα από λίγο λυπάται που ένιωσε ευχαρίστηση, και θα ήθελε τα συγκεκριμένα αυτά πράγματα να μη του είχαν δώσει ευχαρίστηση· γιατί οι μικρής αξίας άνθρωποι είναι γεμάτοι από μεταμέλειες. Βλέπουμε λοιπόν ότι αυτού του είδους οι άνθρωποι δεν νιώθουν κανένα φιλικό αίσθημα ούτε προς τον ίδιο τους τον εαυτό, για τον λόγο ότι δεν έχουν μέσα τους τίποτε το άξιο να αγαπηθεί. Αν, επομένως, αυτού του είδους η κατάσταση είναι ένα εξαιρετικά ελεεινό πράγμα, πρέπει να βάζει κανείς όλα του τα δυνατά για να αποφεύγει την κακία και να προσπαθεί να είναι καλός άνθρωπος· γιατί τότε και με τον εαυτό του θα έχει φιλική σχέση και με κάποιον άλλον θα μπορεί να γίνει φίλος. |