[2] Τρεις είναι οι λειτουργίες της ψυχής που κυβερνούν και ρυθμίζουν την πράξη και την αλήθεια: η αίσθηση, ο νους και η επιθυμία. Η αίσθηση δεν αποτελεί την αρχή καμιάς πράξης. Αυτό γίνεται φανερό από το γεγονός ότι τα ζώα έχουν αίσθηση, δεν έχουν όμως καμιά μετοχή σε πράξη. Αυτό, από την άλλη, που στη σκέψη είναι κατάφαση και άρνηση, είναι στην επιθυμία επιδίωξη και αποφυγή. Επομένως, επειδή η ηθική αρετή είναι έξη που προϋποθέτει επιλογή και προτίμηση, και η επιλογή και προτίμηση είναι επιθυμία κατευθυνόμενη από τη σκέψη. Πρέπει —ύστερα από όλα αυτά— η συλλογιστική διαδικασία να είναι ακριβής και η επιθυμία σωστή —αν είναι η επιλογή και προτίμηση να είναι καλή— και η επιθυμία να επιδιώκει τα ίδια πράγματα για τα οποία αποφαίνεται καταφατικά η λογική. Αυτή η σκέψη και αυτή η αλήθεια έχει χαρακτήρα πρακτικό· στην καθαρά θεωρητική, όμως σκέψη, που ούτε με τις (ηθικές) πράξεις έχει σχέση ούτε με την παραγωγή, το καλό και το κακό είναι η αλήθεια και το ψέμα (γιατί αυτό είναι το έργο κάθε διανοητικής δραστηριότητας)· για τη διανοητική όμως δραστηριότητα που έχει πρακτικό χαρακτήρα είναι η σύμφωνη με τη σωστή επιθυμία αλήθεια. Η αρχή λοιπόν της (ηθικής) πράξης (με το νόημα της αιτίας από την οποία ξεκινάει η κίνηση, όχι με το νόημα του τελικού σκοπού) είναι η (ελεύθερη) επιλογή και προτίμηση, ενώ της (ελεύθερης) επιλογής και προτίμησης η αρχή είναι η επιθυμία και η συλλογιστική διαδικασία που κάνει να φανεί ο τελικός σκοπός. Γι᾽ αυτό και δεν υπάρχει (ελεύθερη) επιλογή και προτίμηση δίχως νου και σκέψη και δίχως ηθική έξη· γιατί δίχως σκέψη και δίχως σταθερό ηθικό χαρακτήρα δεν υπάρχει —στον χώρο της ανθρώπινης ενέργειας— καλή, σωστή πράξη και το αντίθετό της. Καθεαυτήν, πάντως, η σκέψη δεν θέτει τίποτε σε κίνηση, παρά μόνο αυτή που αποβλέπει σε κάποιον σκοπό και έχει πρακτικό χαρακτήρα· [1139b] γιατί αυτή εξουσιάζει και κυβερνάει και την παραγωγική σκέψη, αφού ο καθένας που παράγει κάτι, το παράγει για κάποιον συγκεκριμένο σκοπό, και το προϊόν δεν είναι απόλυτος σκοπός, αλλά σχετικός, και σκοπός τού τάδε συγκεκριμένου ατόμου· αντίθετα, το αντικείμενο της (ηθικής) πράξης είναι απόλυτος στόχος, γιατί η ευ-πραξία είναι ένας απόλυτος σκοπός, και η επιθυμία αποβλέπει σ᾽ αυτόν. Γι᾽ αυτό η (ελεύθερη) επιλογή και προτίμηση είναι ή μια επιθυμούσα σκέψη ή μια σκεπτόμενη επιθυμία, και αυτού του είδους η αρχή είναι ο άνθρωπος. Κάτι που έγινε στο παρελθόν δεν μπορεί να είναι αντικείμενο επιλογής και προτίμησης· κανείς, επιπαραδείγματι, δεν επιλέγει να έχει κυριέψει την Τροία· ο λόγος είναι ότι ούτε διαλογίζεται κανείς για κάτι που έγινε στο παρελθόν, αλλά για κάτι που πρόκειται να γίνει και είναι δυνατό να γίνει, ενώ αυτό που έχει γίνει δεν είναι δυνατό να μην έχει γίνει. Είναι σωστός, επομένως, ο λόγος του Αγάθωνα: Μόνο γι᾽ αυτό δεν έχει δύναμη ακόμη κι ο θεός: άφαντα να κάνει πράγματα που κάποτε είχαν γίνει. Και των δύο λοιπόν διανοητικών μερών της ψυχής το έργο είναι η αλήθεια. Η έξη, άρα, με την οποία το καθένα από αυτά πετυχαίνει με τον καλύτερο τρόπο την αλήθεια είναι η αρετή του καθενός τους. |