Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΛΟΓΓΟΣ
Τὰ κατὰ Δάφνιν καὶ Χλόην (4.40.1-4.40.3)
[4.40.1] Αλλά τούτα τα ᾽καναν και τα ονόμασαν αργότερα. Εκείνη τη μέρα, σα βράδιασε, τους ξεπροβόδισαν όλοι ως το δωμάτιό τους, άλλοι παίζοντας φλογέρα, άλλοι σουραύλι, άλλοι κρατώντας ψηλά μεγάλα δαδιά — [4.40.2] κι όταν έφτασαν σιμά στην πόρτα τραγούδησαν με σκληρές, τραχιές φωνές, λες και δεν άκουγες τραγούδι της παντρειάς παρά διχάλες να σκίζουνε τη γης. [4.40.3] Ο Δάφνης κι η Χλόη ωστόσο, πλαγιασμένοι μαζί γυμνοί, αγκαλιάζονταν και φιλιόνταν, και ξαγρύπνησαν τη νύχτα εκείνη πιο πολύ κι από τις κουκουβάγιες. Ο Δάφνης έβαλε σ᾽ εφαρμογή μερικά απ᾽ αυτά που του ᾽χε μάθει η Λυκαίνιον· και τότε πρωτοκατάλαβε η Χλόη ότι όσα είχαν κάνει στο δάσος δεν ήτανε παρά παιχνίδια για βοσκούς. |