Πόροι για τα Ομηρικά έπη: Ο τρωικός μύθος στην τέχνη και τη λογοτεχνία

Ραψωδία

Περιγραφή

Όμηρε θείε, των καιρών χαρά και δόξα! Στην κρυάδα του σκολειού και στου θρανίου τη γύμνια όταν μπροστά μου σ’απιθώσαν του δασκάλου τ’ άχαρα χέρια, ω μεγαλόχαρο βιβλίο, σε καρτερούσα μάθημα, κ’εσύ ήρθες θάμα. Κι άνοιξε μέσα μου ουρανός πλατύς καθάριος και πελάγου ζαφείρι σμαραγδοσπαρμένο, και το θρανίο σα να ’γινε παλατιού θρόνος, και κόσμος το σκολειό κι ο δάσκαλος προφήτης. Διάβασμ’ αυτό δεν είταν, νόημα δεν είταν, όραμα είταν κι άκουσμα είταν χωρίς ταίρι.- Στη σπηλιά τη μεγάλη, που την τριγυρίζει δάσος βαθύ από λεύκες κι από κυπαρίσσια, στη σπηλιά τη μεγάλη, που μοσκομυρίζει και που ζεστοκοπιέται απ’τη φωτιά του κέδρου, η Καλυψώ η λαμπρόμαλλη πια δεν υφαίνει με τη χρυσή σαΐτα, πια δεν τραγουδάει καλόφωνα• τα χέρια υψώνοντας η νύφη τα΄ανάθεμα σκορπίζει καρδιοφλογισμένο προς τους ζηλόφτονους θεούς: «Ω λατρεμένοι θνητοί από τις θεές που σας μοιράσαν την αμβροσία στον Όλυμπο της αγκαλιάς τους, απ’τους ζηλόφτονους θεούς, ω συντριμμένοι θνητοί…». Και το θεϊκό τ’ ανάθεμα μαραίνει τα δροσερά τα σέλινα και τα γιοφύλια, και πάει, και σα θεόργιστο χαλάζι καίει στα καρπερά κλήματ’ απάνου τα σταφύλια. Μόνο τον ξακουστό τον ήρωα απ’ το Θιάκι, που διαβατάρης τ΄άναψε, δεν τον ταράζει το καρδιοφλογισμένο ανάθεμα της νύφης. Ο ναυαγός ο θαλασσόδαρτος απόξω κάθεται ασάλευτος σαν πάντα κι αγναντεύει και την πατρίδα του θυμάται, κι όλο κλαίει προς το γιαλό και προς τα τρίσβαθα πελάγη. Κι ο άσπρος γλάρος που με ορμή συχνοβουτάει στην άρμη τα φτερά γυρεύοντας τα ψάρια, και το γεράκι που κουρνιάζει μεσ’ στο δάσος, κρατάν κι αντιβογγάν του δυνατού το κλάμα… -Ω το πρωτοφανέρωτο της φαντασίας όραμα, ω το ξεσκέπασμα του ωραίου εμπρός μου! Και νά η μελαχροινή κι η φτωχοπούλα η χώρα στο ολόλευκο νησί της νύφης αλλασμένη, και να η παιδούλα η ταπεινή και η ψαροπούλα σαν Καλυψώ λαμπρόμαλλη ερωτοκαμένη! Και να η καρδιά μου μέσα ταξιδεύτρα χίλιων τόπων, διψώντας μια πατρίδα, την αγάπη! Και να από τότε και η ψυχή μου αράδα αράδα δίχορδη λύρα την πανάρχαιαν αρμονία αντιλαλώντας, ή τ’ανάθεμα ή το κλάμα… Χαρἀ και δόξα των καιρών, Όμηρε θείε!

Λεξικογραφικές πληροφορίες

Νεότερη Γραμματεία

Καλλιτέχνης: Παλαμάς, Κωστής

Γένος: ΠΟΙΗΣΗ