ΙΒΥΚΟΣ
απ. 287 Page
Ἔρος αὖτέ με κυανέοισιν ὑπὸ |
Ο έρως πάλι τακερά και δόλια με κοιτάζει μέσ᾽ απ᾽ τα βλέφαρα τα γαλανά, με χίλια δυο δολώματα στα δίκτυα του με βάζει μα τρέμω εγώ που βλέπω να γυρνά· σαν νικηφόρον άλογο, που γέρασε, διστάζει στο τρέξιμο να παραβγεί ξανά. |
Ο Έρωτας με τα γαλανά τα μάτια του και πάλι κοιτάζοντάς με τρυφερά κάτω απ᾽ τα γλέφαρά του, με μύρια ξεπλανέματα στης Κύπριδας με ρίχτει τα δίχτυα, που έβγασμα δεν έχουν. Σαν κατεπάνω μου έρχεται στ᾽ αληθινά τον τρέμω, ως τρέμει ζεμένο άλογο, που νικητής είχ᾽ έβγει, και τώρα στα γεράματα με το γοργό το αμάξι σ᾽ αγώνα στανικά του επήγε. |
Νά που και πάλι ο Έρωτας, με βλέμματα που λιώνουν, κάτω απ᾽ τα σκοτεινά του βλέφαρα, με ρίχνει με κάθε λογής γητειές στης Κύπριδας το δίχτυ το απέραντο. Αχ, τρέμω στο πλησίασμά του, σαν το πολυβραβευμένο γέρικο άλογο που, ζεμένο στον ζυγό, θέλοντας και μη τραβάει για τον αγωνιστικό στίβο, σέρνοντας το γρήγορο άρμα. |