ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ
απ. 122 West
χρημάτων ἄελπτον οὐδέν ἐστιν οὐδ᾽ ἀπώμοτον |
Κανένα πράγμ᾽ ανέλπιστο δεν είναι, ούτε αν κανένας κάνει όρκο ότι δεν έγινε, μηδέ παράξενο είναι, μια κι ο πατέρας των θεών, ο Δίας, στο μεσημέρι έφερε νύχτα, αφού έκρυψε το φως του λαμπερού ήλιου. Και τους ανθρώπους έπιασεν ο κρύος ο φόβος· όλα γίνονται τώρα πιστευτά κι όλα να τα παντέχουν οι ανθρώποι· και κανένας σας να μη θαυμάζει, αν βλέπει πως τα θεριά θαλασσινή μονιά με τα δελφίνια αλλάξαν και τα κύματα τα βροντερά τούς γίναν πιο αγαπημένα απ᾽ τη στεριά, κι ότι και το βουνό είναι γλυκό για τα δελφίνια. |
Να μη πεις για τίποτε «όρκο παίρνω πως δε γίνεται, είν᾽ ανέλπιστο, είναι θάμα», μια κι ο Δίας, που είν᾽ ο γονιός των Ολύμπιων, το φως του ήλιου το ᾽σβησε, και νύχτωσε μέρα μεσημέρι· κι όλοι απ᾽ το φόβο κέρωσαν. Όλα πιστευτά είναι κι όλα καρτεράτε τα λοιπόν. Να μην παραξενευτείτε, μήτε αν δείτε κάποτε τα δελφίνια και τ᾽ αγρίμια τις μονιές ν᾽ αλλάζουνε· των θεριών να τους αρέσει το πολύβουο κύμα, εκεί να βοσκούν, και τα δελφίνια να χωθούνε στο βουνό. |
Πράγμα δεν είναι ανέλπιστο κανένα ούτ᾽ έξω απ᾽ όρκο, μηδέ τίποτε αλλόκοτο στον κόσμο, αφού ο πατέρας των Ολυμπίων έκρυψεν, ο Δίας, το φέγγος του ήλιου που ᾽λαμπε, κι έφερε νυχτιά καταμεσής της μέρας —κι ω! κρύος ιδρώτας έκοψε τρομάρας τους ανθρώπους. Γι᾽ αυτό όλα πια πιστεύτε τα κι όλα παντέχετέ τα και μη παραξενεύεστε κοιτώντας, αν αλλάξουν με τα δελφίνια τα θεριά μονιές, κι αυτά αγαπήσουν απ᾽ τη στεριά περσότερο τα βροντερά τα κύματα κι εκείνα βρούνε το βουνό γλυκό για να βοσκήσουν. |