ΣΤΗΣΙΧΟΡΟΣ
απ. S17 (=185 Page)
ἆμος δ᾽ Ὑπεριονίδα ἲς |
[Το τάσι του Ήλιου με το οποίο ο Ηρακλής μετέφερε τα βόδια του Γηρυόνη από την Ερύθεια.]
Ο Ήλιος εκατέβαινε μες στο χρυσό ποτήρι, για να περάσει ανάμεσα του ωκεανού και νά ᾽ρθει κάτω από τα συσκότεινα της άγιας νύκτας βάθη στην μάνα του, την στεφανωτική γυναίκα, τα παιδιά του· κι εμπήκε μέσα στων δαφνών σιγά τ᾽ απόσκιον άλσος περπατητός ο γιος του Διός… |
Κι ο Ήλιος του Υπερίονα ο γιος μες σε χρυσό ποτήρι κατέβαινεν, αφού τον Ωκεανόν περάσει, να φτάσει μες στα σκοτεινά της άγιας νύχτας βάθη στη μάνα του και στη γλυκιά του γυναίκα και στα παιδιά του τ᾽ ακριβά. Και τότε ο γιος του Δία πεζός πήγε στο δάσος των δαφνών, που ολούθε το σκέπαζε ίσκιος. |
Την ώρα που ο γιος του Υπερίονα χαμήλωνε να μπει στη χρυσή μέσα κούπα και, μ᾽ αυτή του Ωκεανού περνώντας το ρέμα, στης ιερής σκοτεινής να φτάσεις νύχτας τα βάθη, να βρει τη μάνα του εκεί, να βρει τη γυναίκα του και μαζί τα παιδιά του που λάτρευε, την ώρα κείνη κι ο γιος του Δία μέσα στ᾽ άλσος πατούσε, που δάφνες τον ίσκιο τους ρίχνουνε ολούθε. |
Ο Ήλιος, του Υπερίονα ο γιος, κατέβηκε μες στη χρυσή φιάλη, για να διασχίσει τον Ωκεανό και να φτάσει στα βάθη της μαύρης άγιας νύχτας, στη μάνα του, στη νια γυναίκα του, στ᾽ αγαπημένα του παιδιά. Αλλ᾽ εκείνος, ο γιος του Δία, μπήκε πεζός μες στο δάσος το ισκιωμένο από τις δάφνες. |
… την ώρα που ο δυνατός γιος του Υπερίωνα κατέβαινε σε χρυσαφένιο τάσι, για να διασχίσει τον Ωκεανό και να φτάσει ίσαμε της ιερής της νύχτας τα βάθη στη μάνα του, στη γυναίκα που παντρεύτηκε και στ᾽ αγαπητά παιδιά του, αυτός όμως ο γιος του Δία κατευθύνθηκε στο ισκιωμένο από τις δάφνες άλσος … |