ΞΕΝΟΦΑΝΗΣ
απ. 1 West
νῦν γὰρ δὴ ζάπεδον καθαρὸν καὶ χεῖρες ἁπάντων |
Πάτωμα, χέρια, ποτήρια, ολοκάθαρα, νά· και στεφάνια βάζει ένας δούλος πλεχτά στων συμποτών τα μαλλιά· μυρωδικό που ευωδιάζει ένας άλλος προσφέρνει σε κούπα· νά στον κρατήρα πιοτό για του γλεντιού τη χαρά· έτοιμο κι άλλο κρασί, που μας λέει πως ποτέ δε θα λείψει, μες στα σταμνιά· τι γλυκό, τι μοσκοβόλημα ανθών! Είναι στη μέση λιβάνι, κι αγνή η ευωδιά που σκορπάει· κι έχει νερό καθαρό, και δροσερό και γλυκό· μπρος στους συμπότες ψωμάκια ξανθά· φορτωμένο τραπέζι, τιμητικό, με τυριά, μα και με μέλι παχύ· άνθη σκεπάζουν σωροί το βωμό εκεί στη μέση· τραγούδια μέσα στο σπίτι αντηχούν και της γιορτής οι φωνές. Ύμνο να πουν στο θεό πρέπει πρώτα καλόβουλοι οι άντρες· να ᾽χει ιστορίες ιερές, λόγια σεμνά, καθαρά· κι όταν θα γίνει η σπονδή και μια ευκή, ν᾽ αξιωθούμε το δίκιο πάντα να κάνουμε —ευκή, που έχει την πρώτη σειρά— τότε μπορούμε να πίνουμε· τόσο όμως μόνο, που να ᾽σαι άξιος χωρίς συνοδό σπίτι σου πίσω να πας, έξω όσοι γέροι· επαινώ μόνο εκείνον που πίνει, μα δείχνει πως δεν ξεχνά και μπορεί την αρετή να τιμά· μάχες Τιτάνων αυτός και Γιγάντων ή πράξεις Κενταύρων δεν τραγουδά, φαντασίες όλα παμπάλαιων καιρών· για αδερφικούς φοβερούς σπαραγμούς δε μιλά· ποιο το κέρδος; Πάντα το νου στους θεούς να ᾽χουμε· αυτό ειν᾽ αγαθό. |