Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
ΣΤΗΣΙΧΟΡΟΣ
39. – Απόσπασμα 222b, 201-234 Davies
Το απόσπασμα παραδίδεται σε πάπυρο του 3ου αι. π.Χ., που δημοσιεύτηκε το 1977. Είναι το εκτενέστερο σωζόμενο συνεχόμενο κείμενο του Στησιχόρου και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και καθ᾽ εαυτό, ως χαρακτηριστικό δείγμα στησιχόρειας γραφής, και για τον πρόσθετο λόγο ότι προφανώς αποτέλεσε το πρότυπο για την περίφημη σκηνή του αγώνα στις Φοίνισσες του Ευριπίδη (βλ. Κείμενο 73). Προέρχεται από πολύστιχο, τριαδικώς δομημένο ποίημα (στροφή -αντιστροφή - επωδός), που αντλεί το θέμα του από τον θηβαϊκό κύκλο.
Το δεσπόζον πρόσωπο στο παρακάτω απόσπασμα είναι η μητέρα των δυο γιων του Οιδίποδα, η Ιοκάστη, αν ονομαζόταν Ιοκάστη και στον Στησίχορο· οι 31 από τους 34 στίχους προέρχονται από ένα λόγο δικό της, που απευθύνεται εν μέρει στον Τειρεσία και εν μέρει στους γιους της. Ανήσυχη από τη μαντεία του Τειρεσία, που προέλεγε τη διπλή αδελφοκτονία και την άλωση της πόλης, για να αποτρέψει το χειρότερο, προτείνει στον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, αφού βάλουν κλήρο, να παραμείνει ο ένας στη Θήβα, και ο άλλος να πάρει τα κοπάδια και το χρυσάφι του Οιδίποδα και να φύγει. Η πρόταση, που υποστηρίζεται και από τον Τειρεσία, γίνεται δεκτή και ο Πολυνείκης εγκαταλείπει τη Θήβα. Στα σπαράγματα που σώζονται μετά το απόσπασμα αυτό, αναγνωρίζονται τμήματα από λόγο του Τειρεσία, ο οποίος προλέγει, μεταξύ άλλων, ότι ο Πολυνείκης θα πάει στο Άργος (;) και θα παντρευτεί την κόρη του βασιλιά Άδραστου. Η αφήγηση διακόπτεται στο σημείο που ο Πολυνείκης έχει φτάσει στην Κόρινθο (στ. 303).
ἐπ' ἄλγεσι μὴ χαλεπὰς ποίει μερίμνας,
οὔτε γὰρ αἰὲν ὁμῶς
αἰ δέ με παίδας ἰδέσθαι ὑπ' ἀλλάλοισι δαμέντας
ἀλλ' ἄγε παίδες ἐμοῖς μύθοις, φίλα [ˉ ˘ ˘ ˉ
225
τοῦτο γὰρ ἂν δοκέω
ὣς φάτ[ο] δῖα γυνὰ μύθοις ἀγ[α]νοῖς ἐνέποισα, |
«... πάνω στον πόνο μου μην προσθέτεις αδυσώπητες έγνοιες και για το μέλλον μην προφητεύεις αγωνία αβάσταχτη.
Γιατί και οι αθάνατοι θεοί δεν έταξαν για τους θνητούς πάνω στην ιερή γη ούτε παντοτινή και ακατάπαυτη έχθρα205 ούτε βέβαια και αγάπη· οι θεοί χαρίζουν στους ανθρώπους στοχασμό που έχει ορίζοντα την ημέρα.1 Όσο για τις δικές σου τις μαντείες, να δώσει ο μέγας Απόλλων, ο εκηβόλος,210 να μη βγουν αληθινές όλες.
Αν όμως μου μέλλεται να δω τους γιους μου ν᾽ αλληλοσφάζονται, αν έτσι όρισαν οι Μοίρες, ας έρθει ο στυγερός θάνατος να θέσει τέλος στη ζωή μου τώρα, προτού φτάσω να ιδώ τον πικρό στεναγμό215 και το δάκρυ του ανελέητου πόνου, να δω τους δυο γιους μου να πεθαίνουν μέσα στα μέλαθρα ή την πόλη να δαμάζεται.
Ελάτε όμως γιοι μου, ακούστε τα λόγια μου, αγαπημένοι μου· δείτε ποια λύση σας δείχνω: ο ένας να έχει τα πατρικά δώματα220 και να ζήσει πλάι στα νάματα της Δίρκης, ο άλλος να σηκωθεί και να φύγει παίρνοντας τα κοπάδια κι όλο το χρυσάφι του πατέρα σας, να κρίνει ο κλήρος ποιος -όποιος τραβήξει τον κλήρο πρώτος, καταπώς θα ορίσουν οι Μοίρες. Έτσι, πιστεύω, θα ξεφύγετε από το κακό ριζικό σας,225 όπως προλέγει ο θείος μάντης, αν θέλει αλήθεια ο γιος του Κρόνου να σώσει το γένος και την πόλη του Κάδμου, αναβάλλοντας καιρό πολύ το κακό που είναι γραφτό για τη γενιά σας».230
Έτσι μίλησε η θεία γυναίκα, λέγοντάς τους λόγια μειλίχια, γυρεύοντας να αποτρέψει τους γιους της από τον αλληλοσπαραγμό μέσα στα μέλαθρα· μαζί της προσπαθούσε ο μάντης Τειρεσίας· και εκείνοι επείσθηκαν.
(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)
|
1 Η μετάφραση προϋποθέτει τη συμπλήρωση ἀμέραν (στ. 207), η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί βέβαιη.