Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

231. – Νεκρικοὶ διάλογοι (2)

Στους Νεκρικοὺς διαλόγους ο Λουκιανός παρουσιάζει τριάντα διαλογικά στιγμιότυπα, στα οποία συμμετέχουν γνωστές προσωπικότητες που έχουν πεθάνει και βρίσκονται πια στον Άδη. Οι προσωπικότητες αυτές είναι ομηρικοί ήρωες, ο Μ. Αλέξανδρος, γνωστοί κόλακες και κυνηγοί κληρονομιών, και ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος (3ος αι. π.Χ.). Σε όλα τα θέματα που συζητούν υπόκειται η ιδέα ότι η ευτυχία σ᾽ αυτόν τον κόσμο είναι πρόσκαιρη, ενώ στον Κάτω κόσμο οι νεκροί είναι όλοι ίσοι. Ο διάλογος που ακολουθεί διεξάγεται ανάμεσα στον πορθμέα του κάτω κόσμου, τον Χάρωνα, και τον Μένιππο, ο οποίος έζησε μέχρι τον θάνατό του με βάση τα ιδεώδη των κυνικών. (Οι κυνικοί πρέσβευαν την απλή ζωή σύμφωνα με τη φύση, την εγκράτεια χωρίς παρεκκλίσεις και την άρνηση των καθιερωμένων κοινωνικών αξιών, όπως είναι ο πλούτος, η δόξα, η ομορφιά κ.ά.). Ως συνέπεια του τρόπου με τον οποίο έζησε, ο Μένιππος δεν έχει ούτε τον οβολό που έβαζαν, σύμφωνα με το έθιμο, στο στόμα του νεκρού ως αμοιβή του Χάρωνα. Ο τελευταίος ζητεί μετά το πέρασμα στην αντίπερα όχθη τα ναύλα.

ΧΑΡΩΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΝΙΠΠΟΥ

[2.1] ΧΑΡΩΝ
ἀπόδος, ὦ κατάρατε, τὰ πορθμεῖα.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
βόα, εἰ τοῦτό σοι, ὦ Χάρων, ἥδιον.

ΧΑΡΩΝ
ἀπόδος, φημί, ἀνθ᾽ ὧν σε διεπορθμευσάμην.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
οὐκ ἂν λάβοις παρὰ τοῦ μὴ ἔχοντος.

ΧΑΡΩΝ
ἔστι δέ τις ὀβολὸν μὴ ἔχων;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
εἰ μὲν καὶ ἄλλος τις οὐκ οἶδα, ἐγὼ δ᾽ οὐκ ἔχω.

ΧΑΡΩΝ
καὶ μὴν ἄγξω σε νὴ τὸν Πλούτωνα, ὦ μιαρέ, ἢν μὴ ἀποδῷς.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
καὶ μὴν τῷ ξύλῳ σου πατάξας διαλύσω τὸ κρανίον.

ΧΑΡΩΝ
μάτην οὖν ἔσῃ πεπλευκὼς τοσοῦτον πλοῦν;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ὁ Ἑρμῆς ὑπὲρ ἐμοῦ σοι ἀποδότω, ὅς με παρέδωκέ σοι.

[2.2] ΕΡΜΗΣ
νὴ Δί᾽ ὀναίμην, εἰ μέλλω γε καὶ ὑπερεκτίνειν τῶν νεκρῶν.

ΧΑΡΩΝ
οὐκ ἀποστήσομαί σου.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
τούτου γε ἕνεκα νεωλκήσας τὸ πορθμεῖον παράμενε· πλὴν ἀλλ᾽ ὅ γε μὴ ἔχω, πῶς ἂν λάβοις;

ΧΑΡΩΝ
σὺ δ᾽ οὐκ ᾔδεις κομίζειν δέον;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ᾔδειν μέν, οὐκ εἶχον δέ. τί οὖν; ἐχρῆν διὰ τοῦτο μὴ ἀποθανεῖν;

ΧΑΡΩΝ
μόνος οὖν αὐχήσεις προῖκα πεπλευκέναι;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
οὐ προῖκα, ὦ βέλτιστε· καὶ γὰρ ἤντλησα καὶ τῆς κώπης συνεπελαβόμην καὶ οὐκ ἔκλαον μόνος τῶν ἄλλων ἐπιβατῶν.

ΧΑΡΩΝ
οὐδὲν ταῦτα πρὸς τὰ πορθμεῖα· τὸν ὀβολὸν ἀποδοῦναί σε δεῖ· οὐ γὰρ θέμις ἄλλως γενέσθαι.

[2.3] ΜΕΝΙΠΠΟΣ
οὐκοῦν ἄπαγέ με αὖθις εἰς τὸν βίον.

ΧΑΡΩΝ
χάριέν γε λέγεις, ἵνα καὶ πληγὰς ἐπὶ τούτῳ παρὰ τοῦ Αἰακοῦ προσλάβω.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
μὴ ἐνόχλει οὖν.

ΧΑΡΩΝ
δεῖξον τί ἐν τῇ πήρᾳ ἔχεις.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
θέρμους, εἰ θέλεις, καὶ τῆς Ἑκάτης τὸ δεῖπνον.

ΧΑΡΩΝ
πόθεν τοῦτον ἡμῖν, ὦ Ἑρμῆ, τὸν κύνα ἤγαγες; οἷα δὲ καὶ ἐλάλει παρὰ τὸν πλοῦν τῶν ἐπιβατῶν ἁπάντων καταγελῶν καὶ ἐπισκώπτων καὶ μόνος ᾄδων οἰμωζόντων ἐκείνων.

ΕΡΜΗΣ
ἀγνοεῖς, ὦ Χάρων, ὅντινα ἄνδρα διεπόρθμευσας; ἐλεύθερον ἀκριβῶς. οὐδενὸς αὐτῷ μέλει. οὗτός ἐστιν ὁ Μένιππος.

ΧΑΡΩΝ
καὶ μὴν ἄν σε λάβω ποτέ—

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ἂν λάβῃς, ὦ βέλτιστε· δὶς δὲ οὐκ ἂν λάβοις.

ΧΑΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΝΙΠΠΟΣ

ΧΑΡΩΝ

[1] Παλιοτόμαρο, πλήρωσέ μου τα ναύλα σου!

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Φώναζε όσο θέλεις, αν σ᾽ αρέσει!

ΧΑΡΩΝ

Πλήρωσε, σου λέω, που σε πέρασα από τη λίμνη!

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον δεν έχει.

ΧΑΡΩΝ

Υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει έστω και οβολό;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Αν υπάρχει κι άλλος, δεν ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.

ΧΑΡΩΝ

Μα τον Πλούτωνα, θα σε πνίξω, κάθαρμα, αν δεν πληρώσεις!

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Κι εγώ με τη μαγκούρα θα σου σπάσω το κεφάλι!

ΧΑΡΩΝ

Άδικα λοιπόν σου έχω κάνει τέτοιο ταξίδι;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Να σε πληρώσει για λογαριασμό μου ο Ερμής! Αυτός με παράδωσε σε σένα.

ΕΡΜΗΣ

[2] Τώρα μάλιστα, σώθηκα! Να πληρώνω και για τους νεκρούς!

ΧΑΡΩΝ

Εγώ πάντως δεν σ᾽ αφήνω.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Ωραία. Τράβα και τη βάρκα σου στη στεριά, και περίμενε όσο θέλεις!

Τι να σου δώσω, αφού δεν έχω πεντάρα;

ΧΑΡΩΝ

Δεν ήξερες ότι έπρεπε να φέρεις τα ναύλα σου μαζί σου;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Το ήξερα, αλλά δεν είχα. Κι ύστερα; Έπρεπε γι᾽ αυτό να μην πεθάνω;

ΧΑΡΩΝ

Εσύ μόνο λοιπόν θα καυχιέσαι πως πέρασες τζάμπα;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Καθόλου τζάμπα, φίλε μου. Και νερό από τη βάρκα έβγαλα, και κουπί τράβηξα και, στο κάτω κάτω, ήμουν ο μόνος από τους επιβάτες που δεν έκλαιγα!

ΧΑΡΩΝ

Αυτά δεν είναι πληρωμή. Πρέπει να δώσεις τον οβολό, είναι νόμος.

Δεν γίνεται αλλιώς.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

[3] Τότε ξαναγύρισέ με στη ζωή.

ΧΑΡΩΝ

Αστείος που είσαι! Για να με ταράξει στο ξύλο ο Αιακός;

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Άσε με ήσυχο λοιπόν!

ΧΑΡΩΝ

Δείξε μου τι έχεις στο σακούλι.

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Λούπινα, αν θέλεις, και δείπνο της Εκάτης.

ΧΑΡΩΝ

Βρε Ερμή, από πού μας τον έφερες αυτόν τον σκύλο; Τι λόγια έλεγε στο ταξίδι! Κορόιδευε και περιγελούσε όλους τους επιβάτες, κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε όταν εκείνοι έκλαιγαν!

ΕΡΜΗΣ

Μα δεν ξέρεις,Χάρων, ποιον κουβάλησες με τη βάρκα σου; Έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο. Αυτός δεν νοιάζεται για τίποτε. Είναι ο Μένιππος!

ΧΑΡΩΝ

Αχ, αν σε ξανάβρω κάποτε...

ΜΕΝΙΠΠΟΣ

Αν με ξανάβρεις!... Μα δεν πρόκειται να με πετύχεις για δεύτερη φορά!

 

(μετάφραση Π. Μουλλάς)