Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
[ΟΜΗΡΟΣ]
16. – Ὕμνος εἰς Ἀπόλλωνα 115-126, 143-178, 281-304
Η συλλογή που φέρει τον τίτλο Ὁμήρου Ὕμνοι αποτελείται από τριάντα τρεις ύμνους ποικίλης έκτασης, γραμμένους σε διαφορετικές περιόδους της αρχαιότητας προς τιμήν διαφόρων θεοτήτων. Έχουν συντεθεί σε δακτυλικό εξάμετρο και εντάσσονται στην ραψωδική παράδοση, αλλά ήδη οι αρχαίοι θεωρούσαν ότι δεν μπορούν να αποτελούν ομηρικά δημιουργήματα. Πιθανώς οι Ύμνοι προτάσσονταν της απαγγελίας άλλων επικών ποιημάτων (ο Θουκυδίδης [3, 104, 4] χαρακτηρίζει προοίμιον τον σχετικό με τον Απόλλωνα ύμνο). Ο Ὕμνος εἰςἈπόλλωνα ανήκει στους αρχαιότερους (τέλος του 7ου ή αρχές του 6ου αιώνα π.Χ.) και στους εκτενέστερους (546 στίχοι). Αποτελείται από δύο σαφώς διακριτά μέρη: το πρώτο (1-178) περιστρέφεται γύρω από τη γέννηση του τοξοφόρου Απόλλωνα από τη Λητώ στη Δήλο και την εόρτια σύναξη των Ιώνων· στο δεύτερο μέρος κυριαρχεί ο Πύθιος Απόλλων με τη λύρα, ο οποίος αναζητώντας τόπο για το μαντείο, καταλήγει στους νότιους πρόποδες του Παρνασσού (δηλ. στους Δελφούς). Εκεί ιδρύει το ιερό του θεού και σκοτώνει τη δράκαινα δίπλα στην πηγή, ενώ στη συνέχεια μεταμορφωμένος σε δελφίνι πέφτει μέσα στο καράβι Κρητών που πλέουν για την Πύλο, το οδηγεί στο λιμάνιτων Δελφών Κρίσα και, αφού φανερώνεται στους Κρήτες, τους πείθει να τον υπηρετήσουν στο ιερό του.
115
εὖτ᾽ ἐπὶ Δήλου ἔβαινε μογοστόκος Εἰλείθυια, …………………………………………………………
πολλοί τοι νηοί τε καὶ ἄλσεα δενδρήεντα, …………………………………………………………
ἔνθεν καρπαλίμως προσέβης πρὸς δειράδα θύων,
ἐνθάδε δὴ φρονέω τεύξειν περικαλλέα νηὸν |
Κι ως πήγαινε η λοχεύτρια Ειλείθυια1 προς τη Δήλο,115 τότε κι ο τοκετός έσφιξε τη Λητώ κι ήθελε να γεννήσει. Αγκάλιασε τον φοίνικα και στήριξε τα γόνατα στο τρυφερό λιβάδι, και η γη από κάτω της μειδίασε· και σαν αυτός ήρθε στο φως, όλες μαζί αλαλάξαν οι θεές. Τότε λοιπόν ω φωτοδότη Φοίβε σ᾽ έλουσαν οι θεές με πεντακάθαρο νερό120 αγνά και άμωμα και σε ύφασμα λευκό σε σπαργανώσαν λεπτοΰφαντο καινούργιο· και σε χρυσή φασκιά σε τύλιξαν. Ούτε και θήλασε η μητέρα του τον χρυσότοξο Απόλλωνα, αλλά η Θέμις νέκταρ κι αμβροσία θεόγευστη πρόσφερε με τ᾽ αθάνατά της χέρια· τότε χάρηκε η Λητώ125 που τεκνοποίησε ρωμαλέο και τοξοφόρο γιο.
.............................................................................. Πολλοί για χάρη σου οι ναοί και τα πυκνόδεντρα άλση, και οι λόφοι όλοι δικοί σου και οι αιχμηρές κορφές των υψηλών ορέων κι οι ποταμοί που χύνονται στη θάλασσα·145 αλλά στη Δήλο πιο πολύ, ω Φοίβε, τέρπεις την καρδιά σου, εκεί που οι μακροχίτωνες για χάρη σου Ίωνες μαζεύονται με τα παιδιά και τις σεβάσμιες συζύγους τους. Κι αυτοί με πυγμαχία και με χορό και με τραγούδι θα τέρπουν μνημονεύοντας εσένα, όταν θα στήνουν τον αγώνα.150 Και αθάνατοι κι αγέραστοι πως είναι πάντα θάλεγε εκείνος που θα βρίσκονταν εκεί, όταν συναθροισμένοι θάταν οι Ίωνες· γιατί τη χάρη όλων αυτών θάβλεπε και θα τερπόταν η καρδιά του κοιτάζοντας αυτούς τους άντρες και τις καλλίζωστες γυναίκες και τα γοργά τα πλοία και τα πολλά αγαθά τους.155 Κι ακόμα εκείνο το μεγάλο θαύμα, που το κλέος του ποτέ δεν θα χαθεί, οι Δηλιάδες κόρες, οι θεράπαινες του Εκατηβελέτη·2 αυτές που πρώτα αφού υμνήσουν τον Απόλλωνα κι έπειτα τη Λητώ και την τοξότρια Άρτεμη, αρχαίους άνδρες και γυναίκες μνημονεύοντας160 ψάλλουνε ύμνο και τα γένη των ανθρώπων θέλγουν. Και όλων των ανθρώπων τις φωνές και το χοροκροτάλισμα ξέρουνε να μιμούνται· κι έτσι ο καθένας τους θα νόμιζε πως τραγουδάει ο ίδιος· τόσο πετυχημένο ήταν το άσμα τους. Αλλ᾽ είθε νάναι ελεήμονες ο Απόλλων με την Άρτεμη,165 κι όλες εσείς ας χαίρεστε· κι ύστερα θυμηθείτε με κι εμένα, όταν κάποιος απ᾽ τους γήινους ανθρώπους ξένος που θάρθει εδώ ταλαίπωρος θα σας ρωτήσει· ποιος άνδρας είν᾽ για σας, ω κόρες, πιο γλυκός απ᾽ τους αοιδούς που εδώ συχνάζει και με ποιον τέρπεσθε περισσότερο;170 κι εσείς με προθυμία όλες μαζί αποκριθείτε ευνοϊκά άνδρας τυφλός και κατοικεί στη Χίο την πετρώδη, που τ᾽ άσματά του θ᾽ αριστεύουνε στο μέλλον.3 Κι εμείς θα διαδίδουμε το κλέος σου, όσο πάνω στη γη στις πόλεις των ανθρώπων τριγυρνάμε τις καλοχτισμένες175 και τότε αυτοί θα πείθονται, γιατί αυτή ᾽ναι η αλήθεια. Όμως εγώ τον μακροβόλο δεν θα πάψω Απόλλωνα να υμνώ τον αργυρότοξο που γέννησε η καλλίκομη Λητώ.
..............................................................................
Από κει γρήγορα έφυγες για την οροσειρά οργισμένος, κι ήρθες στην Κρίσα κάτω από τον χιονισμένο Παρνασσό που στρέφεται στον Ζέφυρο4 η δασοπλαγιά του κι από πάνω βραχόπετρα κρεμνιέται, ενώ από κάτω απλώνεται βαθουλωτή χαράδρα τραχειά· εδώ αποφάσισε ο άναξ Φοίβος Απόλλων285 ναό να φτιάξει λατρευτό και είπε αυτά τα λόγια·
Λοιπόν εδώ φρονώ περικαλλή ναό να ιδρύσω νάναι χρηστήριο στους ανθρώπους που για χάρη μου εσαεί εδώ εκατόμβες θα προσφέρουν τελεσφόρες, όσοι στην πλούσια κατοικούνε Πελοπόννησο,290 και όσοι στην Ευρώπη και στα περίβρεχτα νησιά, χρησμό ζητώντας· και σ᾽ αυτούς όλους εγώ αλάνθαστα θα τους χρησμοδοτώ μέσα στον πλούσιο ναό. Αυτά σαν είπε έθεσε τα θεμέλια ο Φοίβος Απόλλων πλατιά και σ᾽ έκταση πολύ μακριά· κι έπειτα πάνω τους295 πέτρινο τοποθέτησε κατώφλι ο Τροφώνιος κι ο Αγαμήδης οι γιοι του Εργίνου, οι προσφιλείς στους αθανάτους θεούς.5 Και τότε γένη ανθρώπων αναρίθμητα χτίσανε το ναό με λίθους λαξευτούς για νάναι πάντα αξιοΰμνητος. Κι ήταν σιμά καλλίρροη κρήνη όπου την δράκαινα300 σκότωσε ο άναξ γιος του Δία με το πανίσχυρό του τόξο το άγριο μεγάλο χοντρό τέρας, που πολλά κακά στους ανθρώπους προξέναγε πάνω στη γη, πολλά σ᾽ αυτούς πολλά και στα λιγνόποδα τα πρόβατα, γιατί ήταν συμφορά αιμοσταγής.
(μετάφραση Δ. Π. Παπαδίτσας - Ε. Λαδιά)
|
1 Θεά του τοκετού, η οποία βοηθεί (ή δυσχεραίνει) τη γέννα.
2 Εκατηβελέτης:επίθετο του Απόλλωνα "που ρίχνει (με το τόξο του) μακρυά" (πβ. τα επίθετα ἑκηβόλος και ἑκατηβόλος).
3 Από τους στίχους αυτούς δημιουργήθηκε η παράδοση ότι ο Όμηρος ήταν τυφλός και καταγόταν από τη Χίο.
4 Δυτικός άνεμος.
5 Ο Τροφώνιος και ο Αγαμήδης, γιοι του Εργίνου (‹ ἔργον), ήταν σύμφωνα με τον μύθο περίφημοι πρωτομάστορες από τη Βοιωτία. Ο πρώτος ήταν γνωστός και για το μαντείο του στη θεωρούμενη ως είσοδο του Κάτω Κόσμου Λεβάδεια.