Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΑΝΤΙΦΩΝ

113. – Περὶ τοῦ χορευτοῦ §§ 11-19

Το 419 π.Χ. ένας πλούσιος Αθηναίος ορίστηκε χορηγός για διθυραμβικό χορό παίδων που θα συμμετείχε στα Θαργήλια (βλ. σχόλ. 1). Στη διάρκεια των δοκιμών, που γίνονταν στο σπίτι του χορηγού, ένα από τα (πιθανώς πενήντα) αγόρια του χορού πέθανε, όταν του έδωσαν να πιει κάτι (φάρμακον) -εὐφωνίας χάριν, σύμφωνα με την αρχαία υπόθεση του λόγου. Ο αδερφός του νεκρού Διοδότου Φιλοκράτης εμήνυσε τον χορηγό, που δεν ήταν παρών την κρίσιμη ημέρα, θεωρώντας τον υπεύθυνο για τον θάνατο, χωρίς όμως να του καταλογίζει πρόθεση -του καταλόγιζε, κατά την αρχαία ορολογία, την βούλευσιν, που δεν προϋποθέτει οπωσδήποτε πρόθεση. Το αδίκημα επέσυρε την ποινή της εξορίας. Για την εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων φόνου υπήρχε ειδικό δικαστήριο, το Παλλάδιο. Ο κατηγορούμενος, που ήταν πρόσωπο με ισχύ και είχε ανοιχτούς λογαριασμούς με άλλους, επίσης ισχυρούς, υποστηρίζει ότι ο κατήγορος υποκινείται από τους αντιπάλους του, που ήθελαν με αυτό τον τρόπο να τον εξουδετερώσουν, επειδή, σύμφωνα με το αθηναϊκό δίκαιο, αρκούσε και μόνο η υποβολή μηνύσεως για φόνο, για να χάσει κάποιος θεμελιώδη δικαιώματα, κατ᾽ ουσίαν να αποκλειστεί από την πολιτική ζωή.

Το απόσπασμα που ακολουθεί περιλαμβάνει την αρχική διήγηση (§§ 11-14), που παρουσιάζει πρόσθετο ενδιαφέρον ως μοναδική σύγχρονη με τα γεγονότα πηγή πληροφοριών σχετικά με τη διεκπεραίωση της χορηγίας, και το πρώτο μέρος από την απόδειξη (§§ 15-19), που παρέχει ένα δείγμα για τον τρόπο επιχειρηματολογίας και το χαρακτηριστικό ύφος του Αντιφώντα.

[11] ἐπειδὴ χορηγὸς κατεστάθην εἰς Θαργήλια καὶ ἔλαχον Παντακλέα διδάσκαλον καὶ Κεκροπίδα φυλὴν πρὸς τῇ ἐμαυτοῦ, {τουτέστι τῇ Ἐρεχθηίδι} ἐχορήγουν ὡς ἄριστα ἐδυνάμην καὶ δικαιότατα. καὶ πρῶτον μὲν διδασκαλεῖον ‹ᾗ› ἦν ἐπιτηδειότατον τῆς ἐμῆς οἰκίας κατεσκεύασα, ἐν ᾧπερ καὶ Διονυσίοις ὅτε ἐχορήγουν ἐδίδασκον· ἔπειτα τὸν χορὸν συνέλεξα ὡς ἐδυνάμην ἄριστα, οὔτε ζημιώσας οὐδένα οὔτε ἐνέχυρα βίᾳ φέρων οὔτ᾽ ἀπεχθανόμενος οὐδενί, ἀλλ᾽ ὥσπερ ἂν ἥδιστα καὶ ἐπιτηδειότατα ἀμφοτέροις ἐγίγνετο, ἐγὼ μὲν ἐκέλευον καὶ ᾐτούμην, οἱ δ᾽ ἑκόντες καὶ βουλόμενοι ἔπεμπον. [12] ἐπεὶ δὲ ἧκον οἱ παῖδες, πρῶτον μέν μοι ἀσχολία ἦν παρεῖναι καὶ ἐπιμελεῖσθαι· ἐτύγχανε γάρ μοι πράγματα ὄντα πρὸς Ἀριστίωνα καὶ Φιλῖνον, ἃ ἐγὼ περὶ πολλοῦ ἐποιούμην, ἐπειδή περ εἰσήγγειλα, ὀρθῶς καὶ δικαίως ἀποδεῖξαι τῇ βουλῇ καὶ τοῖς ἄλλοις Ἀθηναίοις. ἐγὼ μὲν οὖν τούτοις προσεῖχον τὸν νοῦν, κατέστησα δὲ ἐπιμελεῖσθαι, εἴ τι δέοι τῷ χορῷ, Φανόστρατον, δημότην μὲν τουτωνὶ τῶν διωκόντων, κηδεστὴν δ᾽ ἐμαυτοῦ, ᾧ ἐγὼ δέδωκα τὴν θυγατέρα, καὶ ἠξίουν αὐτὸν ἄριστα ἐπιμελεῖσθαι· [13] ἔτι δὲ πρὸς τούτῳ δύο ἄνδρας, τὸν μὲν Ἐρεχθηίδος Ἀμεινίαν, ὃν αὐτοὶ οἱ φυλέται ἐψηφίσαντο συλλέγειν καὶ ἐπιμελεῖσθαι τῆς φυλῆς ἑκάστοτε, δοκοῦντα χρηστὸν εἶναι, τὸν δ᾽ ἕτερον τῆς Κεκροπίδος, ὅσπερ ἑκάστοτε εἴωθεν ταύτην τὴν φυλὴν συλλέγειν· ἔτι δὲ τέταρτον Φίλιππον, ᾧ προσετέτακτο ὠνεῖσθαι καὶ ἀναλίσκειν εἴ τι φράζοι ὁ διδάσκαλος ἢ ἄλλος τις τούτων, ὅπως ἄριστα χορηγοῖντο οἱ παῖδες καὶ μηδενὸς ἐνδεεῖς εἶεν διὰ τὴν ἐμὴν ἀσχολίαν. [14] καθειστήκει μὲν ἡ χορηγία οὕτω. καὶ τούτων εἴ τι ψεύδομαι προφάσεως ἕνεκα, ἔξεστι τῷ κατηγόρῳ ἐξελέγξαι ἐν τῷ ὑστέρῳ λόγῳ ὅ τι ἂν βούληται {εἰπεῖν}· ἐπεί τοι οὕτως ἔχει, ὦ ἄνδρες· πολλοὶ τῶν περιεστώτων τούτων τὰ μὲν πράγματα ταῦτα πάντα ἀκριβῶς ἐπίστανται, καὶ τοῦ ὁρκωτοῦ ἀκούουσι, καὶ ἐμοὶ προσέχουσι τὸν νοῦν ἅττα ἐγὼ ἀποκρίνομαι, οἷς ἐγὼ βουλοίμην ἂν δοκεῖν αὐτός τε εὔορκος εἶναι καὶ ὑμᾶς τἀληθῆ λέγων πεῖσαι ἀποψηφίσασθαί μου.

[15] πρῶτον μὲν οὖν ἀποδείξω ὑμῖν ὅτι οὔτε ἐκέλευσα πιεῖν τὸν παῖδα τὸ φάρμακον οὔτ᾽ ἠνάγκασα οὔτ᾽ ἔδωκα καὶ οὐδὲ παρῆν ὅτ᾽ ἔπιεν. καὶ οὐ τούτου ἕνεκα ταῦτα σφόδρα λέγω, ὡς ἐμαυτὸν ἔξω αἰτίας καταστήσω, ἕτερον δέ τινα εἰς αἰτίαν ἀγάγω· οὐ δῆτα ἔγωγε, πλήν γε τῆς τύχης, ἥπερ οἶμαι καὶ ἄλλοις πολλοῖς ἀνθρώπων αἰτία ἐστὶν ἀποθανεῖν· ἣν οὔτ᾽ ἂν ἐγὼ οὔτ᾽ ἄλλος οὐδεὶς οἷός τ᾽ ἂν εἴη ἀποτρέψαι μὴ οὐ γενέσθαι ἥντινα δεῖ ἑκάστῳ.
Μάρτυρες

[16] μεμαρτύρηται μὲν οὖν, ὦ ἄνδρες, περὶ τοῦ πράγματος ἃ ἐγὼ ὑμῖν ὑπεσχόμην· ἐξ αὐτῶν δὲ τούτων χρὴ σκοπεῖν ἅ τε οὗτοι διωμόσαντο καὶ ἃ ἐγώ, πότεροι ἀληθέστερα καὶ εὐορκότερα. διωμόσαντο δὲ οὗτοι μὲν ἀποκτεῖναί με Διόδοτον βουλεύσαντα τὸν θάνατον, ἐγὼ δὲ μὴ ἀποκτεῖναι, μήτε χειρὶ ἀράμενος μὴτε βουλεύσας. [17] αἰτιῶνται δὲ οὗτοι μὲν ἐκ τούτων. ὡς αἴτιος ὃς ἐκέλευσε πιεῖν τὸν παῖδα τὸ φάρμακον ἢ ἠνάγκασεν ἢ ἔδωκεν· ἐγὼ δ᾽ ἐξ αὐτῶν τούτων ὧν αἰτιῶνται οὗτοι ἀποφανῶ ὅτι οὐκ ἔνοχός εἰμι· οὔτε γὰρ ἐκέλευσα οὔτ᾽ ἔδωκα οὔτ᾽ ἠνάγκασα· καὶ ἐπιπροστίθημι αὐτοῖς ὅτι οὐ παρεγενόμην πίνοντι. καὶ εἴ φασιν ἀδικεῖν εἴ τις ἐκέλευσεν, ἐγὼ οὐκ ἀδικῶ· οὐ γὰρ ἐκέλευσα. καὶ εἴ φασιν ἀδικεῖν εἴ τις ἠνάγκασεν, ἐγὼ οὐκ ἀδικῶ· οὐ γὰρ ἠνάγκασα. καὶ εἰ τὸν δόντα τὸ φάρμακόν φασιν αἴτιον εἶναι, ἐγὼ οὐκ αἴτιος· οὐ γὰρ ἔδωκα. [18] αἰτιάσασθαι μὲν οὖν καὶ καταψεύσασθαι ἔξεστι τῷ βουλομένῳ· αὐτὸς γὰρ ἕκαστος τούτου κρατεῖ· γενέσθαι μέντοι τὰ μὴ γενόμενα καὶ ἀδικεῖν τὸν μὴ ἀδικοῦντα οὐκ ἐν τοῖς τούτων λόγοις ἡγοῦμαι εἶναι, ἀλλ᾽ ἐν τῷ δικαίῳ καὶ ἐν τῷ ἀληθεῖ. ὁπόσα μὲν γὰρ λάθρα πράττεται καὶ ἐπὶ θανάτῳ βουλευθέντα, ὧν μή εἰσι μάρτυρες, ἀνάγκη περὶ τῶν τοιούτων ἐξ αὐτῶν τῶν λόγων τῶν τε τοῦ κατηγόρου καὶ τοῦ ἀποκρινομένου τὴν διάγνωσιν ποιεῖσθαι καὶ θηρεύειν καὶ ἐπὶ σμικρὸν ὑπονοεῖν τὰ λεγόμενα, καὶ εἰκάζοντας μᾶλλον ἢ σάφα εἰδότας ψηφίζεσθαι περὶ τῶν πραγμάτων· [19] ὅπου δὲ πρῶτον μὲν αὐτοὶ οἱ κατήγοροι ὁμολογοῦσι μὴ ἐκ προνοίας μηδ᾽ ἐκ παρασκευῆς γενέσθαι τὸν θάνατον τῷ παιδί, ἔπειτα τὰ πραχθέντα φανερῶς ἅπαντα πραχθῆναι καὶ ἐναντίον μαρτύρων πολλῶν, καὶ ἀνδρῶν καὶ παίδων, καὶ ἐλευθέρων καὶ δούλων, ἐξ ὧνπερ καὶ εἴ τίς τι ἠδίκηκε, φανερώτατος ἂν εἴη, καὶ εἴ τις μὴ ἀδικοῦντα αἰτιῷτο, μάλιστ᾽ ἂν ἐξελέγχοιτο.

[11] Όταν ορίστηκα χορηγός για τα Θαργήλια1 και μου έτυχε με κλήρο ο Παντακλής ως χοροδιδάσκαλος2 και η φυλή Κεκροπίς, εκτός από τη δική μου, φρόντισα ως χορηγός να εκπληρώνω τα καθήκοντά μου με τον κατά το δυνατόν καλύτερο και δικαιότερο τρόπο. Κατ᾽ αρχήν, στο σημείο του σπιτιού μου που προσφερόταν άριστα, διαμόρφωσα έναν ειδικό χώρο για τη διδασκαλία του χορού -στον ίδιο χώρο γίνονταν οι δοκιμές και όταν είχα αναλάβει χορηγός στα Διονύσια·3 κατόπιν, συγκέντρωσα τα μέλη του χορού με τον καλύτερο δυνατό τρόπο: χωρίς να επιβάλω κυρώσεις σε οποιονδήποτε, χωρίς να πάρω διά της βίας ενέχυρα4 και χωρίς να δυσαρεστήσω κανένα· όλα έγιναν με τον πιο φιλικό και πιο ενδεδειγμένο και για τις δύο πλευρές τρόπο: εγώ επρότεινα και διατύπωνα το σχετικό αίτημα, και εκείνοι έστελναν τα αγόρια προθυμότατα.5

[12] Όταν ήρθαν τα αγόρια, τον πρώτο καιρό ήμουν απασχολημένος και δεν μπορούσα να είμαι παρών και να τα φροντίζω· συνέβη συγκεκριμένα να έχω εμπλακεί σε δικαστικό αγώνα με τον Αριστίωνα6 και τον Φιλίνο7 και με ενδιέφερε ιδιαίτερα, από τη στιγμή που είχα υποβάλει μήνυση με τη διαδικασία της εισαγγελίας,8 να τεκμηριώσω ενώπιον της βουλής και των άλλων Αθηναίων την καταγγελία μου με αδιάσειστα στοιχεία. Εμένα λοιπόν με είχε απορροφήσει αυτή η διαμάχη· για το λόγο αυτό ανέθεσα την ευθύνη για το χορό9 -για οτιδήποτε χρειαζόταν- στον Φανόστρατο,10 που είναι συνδημότης των κατηγόρων και γαμπρός μου -του έχω δώσει την κόρη μου· του ζήτησα μάλιστα να φροντίσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του στο έπακρο. [13] Εκτός απ᾽ αυτόν, όρισα δύο ακόμη άνδρες, τον ένα από την Ερεχθηίδα φυλή, τον Αμεινία, στον οποίο τα ίδια τα μέλη της φυλής του έχουν επισήμως αναθέσει να συγκεντρώνει κάθε φορά τα μέλη του χορού και να έχει την ευθύνη, επειδή θεωρείται άνθρωπος ακέραιος, τον άλλο από την Κεκροπίδα φυλή, ο οποίος επίσης επί μονίμου βάσεως συγκεντρώνει, όποτε χρειάζεται, τα μέλη του χορού αυτής της φυλής· επιπροσθέτως όρισα και έναν τέταρτο, τον Φίλιππο, που είχε εντολή να προβαίνει σε αγορές και να δαπανά, αν του ζητούσε κάτι ο χοροδιδάσκαλος ή κάποιος από αυτούς ώστε τα αγόρια να έχουν άριστη φροντίδα και να μην τους λείπει τίποτα εξαιτίας της δικής μου απασχόλησης.

[14] Έτσι ρυθμίστηκαν τα σχετικά με τη χορηγία. Και αν εν προκειμένω ψεύδομαι κάπου για να αποσείσω την ευθύνη, ο κατήγορος στη δευτερολογία του έχει τη δυνατότητα να αντικρούσει οποιοδήποτε σημείο επιθυμεί·11 πάντως, αυτή είναι η πραγματικότητα, συμπολίτες· πολλοί από αυτούς εδώ που στέκουν γύρω μας12 γνωρίζουν τα γεγονότα σε βάθος και με λεπτομέρειες και στ᾽ αφτιά τους ηχεί ακόμα η φωνή του υπεύθυνου για την ορκοδοσία13 και παρακολουθούν προσεκτικά τις απαντήσεις που δίνω· αυτοί εγώ θα ήθελα να αποκομίσουν την εντύπωση ότι και ο ίδιος σέβομαι τον όρκο μου και εσάς σας έπεισα να με αθωώσετε λέγοντας την αλήθεια και μόνο.

[15] Πρώτα-πρώτα λοιπόν θα αποδείξω ότι ούτε υπέδειξα στο αγόρι να πιει το φάρμακο ούτε το ανάγκασα ούτε του το έδωσα ούτε ήμουν παρών όταν το ήπιε. Και ο λόγος που επιμένω τόσο δεν είναι να απαλλάξω τον εαυτό μου από την κατηγορία και να ενοχοποιήσω κάποιον άλλο· εγώ σαφώς και δεν ενοχοποιώ κανένα, εκτός βέβαια από την τύχη, η οποία είναι, πιστεύω, η αιτία για το θάνατο και πολλών άλλων ανθρώπων· εκείνη ούτε εγώ ούτε άλλος κανείς δεν θα μπορέσει να την εμποδίσει να έρθει όπως είναι να έρθει στον καθένα.

 

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

[16] Οι μάρτυρες, συμπολίτες, έχουν καταθέσει ήδη για την υπόθεση εκείνα που σας υποσχέθηκα· με γνώμονα αυτά και μόνο πρέπει να σταθμίσετε και όσα ενόρκως ισχυρίστηκαν οι κατήγοροι κατά τη διωμοσία14 και όσα ισχυρίστηκα εγώ· ποιος από τους δύο ισχυρισμούς βρίσκεται πιο κοντά στην αλήθεια και δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό για τον όρκο; [17] Ισχυρίζονται δε ενόρκως αυτοί μεν ότι εγώ σκότωσα τον Διόδοτο κατά το ότι εσχεδίασα τον θάνατό του, εγώ πάλι ότι δεν τον σκότωσα, ούτε με το ίδιο μου το χέρι ούτε με υποκίνηση μου.15 Και αυτοί εγείρουν κατηγορία εκκινώντας από το εξής, ότι δηλ. ένοχος είναι εκείνος που υπέδειξε στο αγόρι να πιει το φάρμακο ή το ανάγκασε ή του το έδωσε· εγώ ωστόσο, βασιζόμενος στις ίδιες τις κατηγορίες των κατηγόρων, θα αποδείξω ότι δεν είμαι ένοχος· γιατί ούτε του υπέδειξα ούτε του το έδωσα ούτε το ανάγκασα· επιπροσθέτως αναφέρω ότι δεν ήμουν παρών την ώρα που το έπινε. Και εάν λένε ότι ένοχος είναι όποιος έδωσε την εντολή, εγώ δεν είμαι· διότι δεν την έδωσα. Και αν λένε ότι ένοχος είναι όποιος το ανάγκασε, εγώ δεν είμαι· διότι δεν το ανάγκασα. Και αν λένε ότι την ευθύνη τη φέρει εκείνος που έδωσε το φάρμακο, εγώ δεν φέρω ευθύνη· διότι δεν το έδωσα. [18] Να κατηγορήσει βέβαια και να πει ψέματα μπορεί ο οιοσδήποτε· γιατί αυτό είναι στο χέρι του και μόνο· το να παρουσιασθούν ωστόσο ως γεγονότα πράγματα που δεν έγιναν και να εμφανισθεί ως ένοχος ο αθώος δεν εξαρτάται, πιστεύω, από τα λεγόμενα των κατηγόρων, αλλά από το τι είναι δίκαιο και ποια η αλήθεια. Γιατί για όσα βέβαια συμβαίνουν κρυφά, αν μάλιστα πρόκειται για θάνατο προμελετημένο, εφόσον δεν υπάρχουν μάρτυρες, είστε αναγκασμένοι, για τέτοιες περιπτώσεις, να σχηματίζετε γνώμη, βασιζόμενοι αποκλειστικά και μόνο στα λεγόμενα τόσο του κατήγορου όσο και του απολογούμενου· οτιδήποτε λένε πρέπει κατ᾽ ανάγκην να το κοσκινίζετε και να το αντιμετωπίζετε καχύποπτα, ακόμη και το παραμικρό, και τελικά η απόφασή σας για την υπόθεση αναγκαστικά θα στηριχθεί πιο πολύ σε εικασίες παρά σε ακριβή γνώση.

[19] Όταν όμως κατ᾽ αρχάς οι ίδιοι οι κατήγοροι παραδέχονται ότι ο θάνατος του αγοριού δεν οφείλεται σε πρόθεση ούτε σε προμελέτη, έπειτα, όταν όλα όσα έγιναν, έγιναν φανερά και μπροστά σε πολλούς μάρτυρες, και άντρες και παιδιά, και ελεύθερους και δούλους, από τις μαρτυρίες των οποίων και αν κάποιος ήταν ένοχος θα αποκαλυπτόταν με βεβαιότητα, και αν κάποιος κατηγορούσε έναν αθώο θα αποστομωνόταν.16

 

(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)

 

1 Γιορτή προς τιμήν του Απόλλωνα που γιορταζόταν στις 6-7 του μηνός Θαργηλιώνος (περ. 15 Μαΐου - 15 Ιουνίου). Το πρόγραμμα περιλάμβανε αγώνα διθυράμβου. Διαφορετικά από τα Μεγάλα Διονύσια, στα οποία καθεμιά από τις δέκα φυλές συμμετείχε με δικό της χορό, στα Θαργήλια συμμετείχαν μόνο πέντε χοροί. Την ευθύνη για κάθε χορό την είχαν από κοινού δύο φυλές, η φυλή του χορηγού και μία ακόμη που οριζόταν με κλήρο. Με κλήρο οριζόταν και ο διδάσκαλος (βλ. επόμενο σχόλιο).

2 Δεν είναι βέβαιο αν με τον αρχαίο όρο διδάσκαλος δηλώνεται ο ποιητής ή ο χοροδιδάσκαλος.

3 ΑπλώςΔιονύσια ονομάζονται, ακόμα και σε επίσημες αναγραφές (επιγραφές), τα Διονύσια κατ᾽ εξοχήν, δηλ. τα Μεγάλα Διονύσια.

4 Τέτοιου είδους συμπεριφορά από χορηγούς, που προφανώς είχαν ανάλογη δικαιοδοσία, δεν πρέπει να ήταν άγνωστη στην κλασική Αθήνα. Από το χωρίο συνάγεται επίσης ότι εκείνοι που επιλέγονταν για να συμμετάσχουν σε κάποιο χορό δεν ανταποκρίνονταν πάντα πρόθυμα.

5 Η συνεννόηση γινόταν φυσικά με τους πατέρες των παιδιών.

6 Ίσως πρόκειται για τον Αριστίωνα που ήταν άρχων το 421/420.

7 Αρκετά σημαντικός πολιτικός της εποχής. Ο Αντιφών είχε γράψει ένα λόγο Κατά Φιλίνου, ίσως με αφορμή αυτή την υπόθεση. Αργότερα (§ 38) μαθαίνουμε ότι οι δύο κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν.

8 Η διαδικασία της εἰσαγγελίας φαίνεται ότι εχρησιμοποιείτο πρωτίστως για σοβαράαδικήματα στρεφόμενα εναντίον της πόλης, όπως είναι η προδοσία, αλλά και για άλλα, μάλλον ετερόκλιτα αδικήματα. Με τη διαδικασία αυτή ο κατήγορος δεν είχε συνέπειες, όπως είχε, αν ακολουθούσε άλλη διαδικασία, σε περίπτωση που έπαιρνε ποσοστό μικρότερο από το 1/5 των ψήφων ή απέσυρετην μήνυση πριν από την εκδίκαση. Οι υποθέσεις εισάγονταν στην Βουλή ή στην Εκκλησία του δήμου, χωρίς μάλιστα να είναι υποχρεωτική η κλήτευση του κατηγορούμενου.

9 Το αρχαίο ρήμα ἐπιμελεῖσθαι, που επανέρχεται αρκετές φορές στο απόσπασμα, ήταν, φαίνεται, ειδικός όρος. Το ίδιο ισχύει και για το ρήμα συλλέγειν (§ 11, 13).

10 Για τον Φανόστρατο, τον Αμεινία (§ 13) και τον Φίλιππο (§ 13) δεν γνωρίζουμε τίποτα.

11 Στις δίκες για ανθρωποκτονία και ο κατήγορος και ο κατηγορούμενος δευτερολογούσαν (με αυτή τη σειρά).

12 Όλες οι υποθέσεις φόνου εκδικάζονταν στο ύπαιθρο, για να μη βρεθούν κάτω από την ίδια στέγη ο μιασμένος δράστης του φόνου και οι υπόλοιποι.

13 Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς έκανε ο υπεύθυνος για την ορκοδοσία (ὁρκωτής). Εικάζεται ότι στη διωμοσία (βλ. επόμενο σχόλιο) έλεγε το κείμενο του όρκου που όφειλαν να επαναλάβουν οι διάδικοι.

14 Σε δίκη για ανθρωποκτονία η ορκοδοσία ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη. Στην αρχή κατήγορος και κατηγορούμενος ορκίζονταν, ο πρώτος ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε τον φόνο (ἔκτεινεν), ο δεύτερος ότι δεν τον διέπραξε (οὐκ ἔκτεινον) -εκτός από τις περιπτώσεις σύννομων φόνων, στις οποίες ο κατηγορούμενος δεν αρνιόταν ότι διέπραξε τον φόνο. Στο τέλος, όποιος κέρδιζε ορκιζόταν και πάλι ότι είχε πει την αλήθεια και ότι η απόφαση των δικαστών ήταν ορθή. Επίσης οι μάρτυρες κατέθεταν ενόρκως όχι απλώς ότι θα πουν την αλήθεια, αλλά και ότι ο κατηγορούμενος είχε ή δεν είχε διαπράξει τον φόνο.

15 Ένα πρόσωπο ήταν δυνατό να ενοχοποιηθεί για βούλευσιν φόνου όχι μόνο αν είχε προσχεδιάσει τον φόνο, αλλά και απλώς αν εθεωρούνταν υπεύθυνο για τον θάνατο, έστω και αν δεν είχε πρόθεση να κάνει κακό.

16 Πιθανώς υπάρχει ανακόλουθο και όχι φθορά του κειμένου.