Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
64. – Αἴας 646-692
Στον Αίαντα, το παλαιότερο από τα σωζόμενα έργα του (περ. 450 π.Χ.), ο Σοφοκλής πραγματεύεται ένα μύθο στον οποίο ο Αισχύλος είχε αφιερώσει ήδη μια τριλογία. Τα βασικά σημεία του είναι τα εξής: μετά τον θάνατο του Αχιλλέα, ο Οδυσσέας και ο Αίας, που θεωρείται ο γενναιότερος των Ελλήνων μετά τον Αχιλλέα, διεκδικούν τα όπλα του. Στην "κρίση για τα όπλα" (ὅπλων κρίσιν),που ανήκει στα πρὸ τοῦ δράματος, αποφασίζεται να δοθούν στον Οδυσσέα. Ο Αίας θεωρεί την κρίση άδικη και αποφασίζει να πάρει εκδίκηση σκοτώνοντας εκείνους που τον αδίκησαν, ανάμεσά τους τους "πρωταίτιους" Ατρείδες, τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο. Το σχέδιό του το ματαιώνει η Αθηνά που του ταράζει τα λογικά. Μέσα στη μανία του, βγαίνει μια νύχτα και κατασφάζει τα ζώα του στρατοπέδου, νομίζοντας ότι σφάζει τους εχθρούς του. Όταν συνέρχεται και συνειδητοποιεί τι έπραξε, παίρνει την απόφαση να αυτοκτονήσει. Εκείνοι που τον αγαπούν μάταια προσπαθούν να τον αποτρέψουν. Κατά τη σοφόκλεια εκδοχή, μετά την αυτοκτονία, οι Ατρείδες απαγορεύουν την ταφή του Αίαντα, αλλά, με παρέμβαση του άλλοτε άσπονδου εχθρού του, του Οδυσσέα, η απάνθρωπη απόφαση δεν πραγματοποιείται.
Το επόμενο απόσπασμα είναι η δεύτερη από τις τέσσερις ρήσεις του Αίαντα, η οποία καταλαμβάνει ολόκληρο επεισόδιο, κάτι που είναι ασυνήθιστο για τον Σοφοκλή. Στην οιονεί μονολογική ρήση, ο Αίας εμφανίζεται να εναρμονίζεται με τη φυσική τάξη, όπου η αλλαγή είναι νομοτέλεια, και να έχει αλλάξει, αυτός ο ἔκφρων να γίνεται σώφρων και να μιλάει για τους εχθρούς που δεν θα μείνουν πάντα εχθροί και για τους φίλους που δεν θα μείνουν πάντα φίλοι. Τη βεβαιότητα ότι έχει πράγματι αλλάξει την υπονομεύουν οι αλλεπάλληλες αμφισημίες.
ΑΙΑΣ
ἅπανθ᾽ ὁ μακρὸς κἀναρίθμητος χρόνος
ἀλλ᾽ ἀμφὶ μὲν τούτοισιν εὖ σχήσει· σὺ δὲ |
ΑΙΑΣ Ο χρόνος, ο μακρός και αναρίθμητος, φανερώνει όλα όσα δεν εφανερώθηκαν και αφού φανερωθούν τα κρύβει. Τίποτα δεν είναι απροσδόκητο· λυγίζει και ο φοβερός όρκος και ο αλύγιστος νους. Έτσι και εγώ, που τότε ήμουν σκληρός650 σαν το βαμένο σίδερο,1 ακούγοντας αυτή τη γυναίκα, εμαλάκωσα, η γλώσσα μου ημέρεψε· πονάω να την αφήσω χήρα με τους εχθρούς μου, ν᾽ αφήσω τον γιο μου ορφανό. Θα πάω στα λιβάδια πλάι στο ακρογιάλι να λούσω το σώμα μου, να καθαρθώ από το άγος655 και να ξεφύγω από τη βαριά οργή της θεάς. Και όταν φθάσω εκεί όπου θα εύρω τόπο απάτητο, θα σκάψω το χώμα και θα κρύψω τούτο το ξίφος, το ξίφος μου, το απεχθέστατο όπλο, εκεί που δεν θα το δει κανένας πια. Ας φροντίσουν γι᾽ αυτό εκεί κάτω η νύχτα και ο Άδης.660 Γιατί εγώ, από τότε που το εδέχθηκα στο χέρι μου, δώρο του ανελέητου Έκτορα, καλό από τους Αργείους ώς τώρα δεν γνώρισα. Και λέει αλήθεια ο λόγος των ανθρώπων: των εχθρών τα δώρα άδωρα και ανώφελα.665 Γι᾽ αυτό στο εξής θα ξέρουμε να υποχωρούμε στους θεούς, θα μάθουμε να σεβόμαστε τους Ατρείδες. Είναι οι αρχηγοί, οφείλουμε να υποχωρούμε. Έτσι δεν είναι; Άλλωστε, ακόμα και αυτά που μας γεμίζουν δέος και που έχουν δύναμη ακατάλυτη υποχωρούν στα αξιώματα· οι χιονοβάδιστοι χειμώνες670 δίνουν τη θέση τους στο καρποφόρο θέρος, και ο τρομερός κύκλος της νύχτας κάνει τόπο στην ημέρα με τα λευκά της άλογα για να λάμψει το φως· οι πνοές των φοβερών ανέμων κοιμίζουν το πέλαγος που στενάζει·675 και ο πανδαμάτωρ Ύπνος λύνει όσα έδεσε, δεν τα κρατάει καθηλωμένα στους αιώνες. Και πώς εμείς δεν θα διδαχθούμε να είμαστε σώφρονες; Εγώ πάντως θα είμαι· γιατί τώρα πια γνωρίζω ότι και τον εχθρό πρέπει να τον μισούμε τόσο όσο κάποιον που θα γίνει και πάλι φίλος680 και τον φίλο θα θελήσω να τον στηρίζω και να τον βοηθάω τόσο όσο έναν που δεν θα μείνει πάντα φίλος. Γιατί για τους πολλούς ανθρώπους το λιμάνι της φιλίας δεν είναι ασφαλές. Ωστόσο αυτά θα πάνε όλα καλά· εσύ, γυναίκα, πήγαινε τώρα μέσα και παρακάλεσε685 να δώσουν οι θεοί να εκπληρωθούν ώς το έσχατο όλα όσα επόθησε η καρδιά μου. Κι εσείς, σύντροφοί μου, να πράξετε για χάρη μου ό,τι και αυτή και, αν έρθει ο Τεύκρος,2 πείτε του να φροντίσει για μένα και να ᾽ναι καλός μαζί σας. Εγώ τώρα θα πορευθώ εκεί που πρέπει να πορευθώ.690 Εσείς κάνετε αυτό που σας ζητώ και ίσως σε λίγο, ας είμαι τώρα βυθισμένος στη δυστυχία, θα μάθετε ότι έχω σωθεί.
(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)
|
1 Πιθανώς αναφέρεται στο πυρακτωμένο σίδερο, που το βύθιζαν στο νερό και γινόταν ακόμη πιο σκληρό.
2 Ετεροθαλής αδελφός του Αίαντα.