Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
ΠΛΑΤΩΝ
132. – Συμπόσιον 202d8-204b7
Το συμπόσιον αποτελούσε στην αρχαιότητα ένα ξεχωριστό είδος ανδρικής ψυχαγωγίας με αριστοκρατικά χαρακτηριστικά: μετά το δεῖπνον οι άνδρες στεφανωμένοι έπιναν μαζί (ακολουθώντας συγκεκριμένους κανόνες), απάγγελναν ποιήματα, συζητούσαν και έπαιζαν παιχνίδια, ενώ στην αρχή και στο τέλος του συμποσίου έκαναν σπονδές και έψελναν ύμνους προς τιμήν των θεών. Το σκηνικό ενός τέτοιου συμποσίου χρησιμοποίησε ο Πλάτων για το δικό του ομώνυμο έργο (περ. 384 π.Χ.). Οργανωτής υπήρξε ο τραγικός ποιητής Αγάθων και αφορμή η νίκη του στα Λήναια του 416 π.Χ.. Θέμα της συζήτησης στο πλαίσιο του συμποσίου, την οποία αναδιηγείται στην αρχή του διαλόγου ο Απολλόδωρος όπως του την είχε αφηγηθεί κάποιος Αριστόδημος που ήταν παρών, είναι ο έρωτας. Οι συνδαιτυμόνες αναλαμβάνουν να παρουσιάσουν -ο καθένας κατά τη δική του αντίληψη και με τον δικό τον τρόπο- το θέμα. Μετά τους λόγους του Φαίδρου και του Παυσανία, που είναι γνωστοί μόνο από τους διάλογους του Πλάτωνα, ακολουθεί ο γιατρός Ερυξίμαχος, ο γνωστός κωμικός ποιητής Αριστοφάνης, ο Αγάθων και στο τέλος ο Σωκράτης, του οποίου ο λόγος αποτελεί την κορύφωση της συζήτησης. Σύμφωνα ωστόσο με τα λεγόμενα του Σωκράτη, οι απόψεις που θα εκθέσει αποτελούν αναπαραγωγή των όσων του είχε αναπτύξει η Διοτίμα, η ιέρεια από τη Μαντίνεια, όταν ο Σωκράτης είχε ισχυρισθεί ότι ο Έρωτας είναι μεγάλος και ωραίος θεός. Στο παρακάτω απόσπασμα από τη συζήτηση μεταξύ Σωκράτη και Διοτίμας, η Διοτίμα, αφού έχει αποδείξει στον Σωκράτη ότι ο Έρως δεν είναι θεός, εκθέτει τη δική της άποψη. Την αφορμή δίνει η ερώτηση του Σωκράτη για τη φύση του Έρωτα.
[202] (d) «Μα τι τέλος πάντων», είπα, «θα μπορούσε να είναι ο Έρωτας; Μήπως θνητός;» «Σε καμιά περίπτωση.» «Τότε τί;» «Όπως και στα παραδείγματα που αναφέραμε προηγουμένως, κάτι μεταξύ θνητού και αθανάτου.» «Δηλαδή, Διοτίμα, τι;» «Δαίμων μέγας, Σωκράτη.1 Αφού βέβαια καθετί δαιμονικό βρίσκεται μεταξύ θεού και θνητού.» «Και ποια είναι», είπα εγώ, «η ιδιαίτερη ικανότητά του;» «Να διερμηνεύει και να μεταφέρει στους θεούς όσα προέρχονται από τους ανθρώπους, και στους ανθρώπους όσα προέρχονται από τους θεούς: τις δεήσεις και τις θυσίες των μεν, τις εντολές και τις ανταποδόσεις των δε. Και καθώς βρίσκεται στη μέση μεταξύ των δύο συμπληρώνει το κενό, ώστε το σύμπαν να αποτελεί ένα αδιάσπαστο σύνολο. Μέσω αυτής της δαιμονικής ικανότητας λειτουργεί τόσο ολόκληρη η μαντική όσο και η τέχνη των ιερέων που σχετίζεται με θυσίες, τελετουργίες, εξορκισμούς και γενικά με κάθε είδους μαγεία και μαγγανεία.2 [203] Ο θεός δεν έρχεται σε επαφή με τον άνθρωπο. Με τη μεσολάβηση αυτού του δαίμονα υπάρχει οποιαδήποτε επικοινωνία και συνομιλία των θεών με τους ανθρώπους, και ενόσω είναι ξάγρυπνοι και όταν κοιμούνται. Όποιος είναι γνώστης αυτών των πραγμάτων είναι άνδρας δαιμόνιος,3 όποιος γνωρίζει μόνον άλλα πράγματα, είτε πρόκειται για το χώρο της επιστήμης είτε των χειρωνακτικών εργασιών, αυτός είναι χυδαίος. Τέτοιοι, λοιπόν, δαίμονες υπάρχουν πολλοί και πολλών ειδών. Ένας από αυτούς είναι και ο Έρωτας.» «Ποιος είναι ο πατέρας του», ρώτησα τότε εγώ, «και ποια η μητέρα του;» (b) «Αυτό», απάντησε, «απαιτεί περισσότερο χρόνο για να στο διηγηθώ. Θα στο πω όμως. »Όταν ήρθε στον κόσμο η Αφροδίτη, είχαν τραπέζι οι θεοί, με τους άλλους μαζί και ο Πόρος, ο γιος της Μήτιδας.4 Σαν απόφαγαν, ήρθε, όπως θα περίμενε δα κανείς σε μεγάλο φαγοπότι, η Πενία για να ζητιανέψει, και στεκόταν εκεί κοντά στην πόρτα. Ο Πόρος τότε μεθυσμένος από το νέκταρ -κρασί δεν υπήρχε ακόμη- βγήκε έξω στον κήπο του Δία5 και, καθώς είχε βαρύνει, έπεσε και κοιμήθηκε. Η Πενία εκείνη την ώρα, οδηγημένη από την ανέχειά της, συνέλαβε το σχέδιο να αποκτήσει παιδί από τον Πόρο. (c) Πλαγιάζει λοιπόν δίπλα του και έτσι συνέλαβε τον Έρωτα. Γι᾽ αυτόν προφανώς τον λόγο έγινε συνοδός και υπηρέτης της Αφροδίτης ο Έρως, επειδή συνελήφθη την ημέρα της γέννησής της και επειδή συγχρόνως είναι μέσα του έμφυτος ο έρωτας προς το ωραίο. Και η Αφροδίτη είναι ωραία. »Σαν γιος λοιπόν του Πόρου και της Πενίας που είναι ο Έρως βρίσκεται στην εξής κατάσταση: Πρώτον είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά απαλός και ωραίος, όπως νομίζει ο πολύς κόσμος. (d) Αντιθέτως, είναι τραχύς, ρυπαρός, ξυπόλυτος, άστεγος· πλαγιάζει πάντα χάμω, χωρίς στρώμα, κοιμάται κάτω από τον ανοιχτό ουρανό σε σκαλοπάτια και στις άκρες του δρόμου· μοιράζεται τη φύση της μάνας του και έχει για συγκάτοικο πάντα τη στέρηση. Σύμφωνα πάλι με τη φύση του πατέρα του επιβουλεύεται τα ωραία και τα εκλεκτά, είναι γενναίος, ριψοκίνδυνος, ορμητικός, κυνηγός τρομερός, που σκαρφίζεται συνεχώς τεχνάσματα, συγχρόνως όμως προικισμένος με πόθο για τη γνώση της αλήθειας αλλά και επινοητικότητα, διαρκώς σε όλη του τη ζωή αγαπά τη σοφία, δεινός σαγηνευτής, μάγος, σοφιστής. (e) Και δεν είναι η φύση του όμοια με αθάνατου ούτε όμως πάλι με θνητού. Άλλοτε μέσα στην ίδια μέρα ανθεί και ζει, όταν βρει τα μέσα, άλλοτε πεθαίνει, μα ξαναζωντανεύει πάλι χάρη στη φύση του πατέρα του. Ό,τι αποκτά κάθε φορά τρέχει σιγά σιγά και χάνεται. Δεν είναι λοιπόν ο Έρωτας ποτέ ούτε τελείως φτωχός σε μέσα ούτε πλούσιος. Και μεταξύ σοφίας και ανοησίας βρίσκεται πάλι στη μέση. Τα πράγματα έχουν δηλαδή ως εξής: κανείς θεός δεν αγαπά τη σοφία, ούτε ποθεί να γίνει σοφός -γιατί είναι. [204] Ούτε και κάποιος άλλος αν είναι σοφός, αγαπά τη σοφία. Όμως, από την άλλη, ούτε και όσοι είναι ανόητοι έχουν τον πόθο να γίνουν σοφοί. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το ανυπόφορο στην ανοησία, το ότι, χωρίς να είναι κανείς ωραίος, αξιοσέβαστος και γνωστικός, μένει ικανοποιημένος με τον εαυτό του. Όποιος λοιπόν δεν θεωρεί πως κάτι του λείπει, εκείνος και δεν επιθυμεί αυτό που δεν φαντάζεται ότι του λείπει.» «Ποιοι είναι λοιπόν, Διοτίμα, εκείνοι που φιλοσοφούν, αν δεν είναι ούτε οι σοφοί ούτε οι ανόητοι;» (b) «Αυτό πια», είπε, «είναι φανερό ακόμα και σε ένα παιδί: όσοι βρίσκονται μεταξύ των δύο. Ένας από αυτούς είναι και ο Έρως. Διότι η σοφία είναι προφανώς από τα ωραιότερα πράγματα, και ο Έρως είναι έρωτας προς το ωραίο. Συνεπώς ο Έρως είναι κατ᾽ ανάγκην φιλόσοφος, και ως φιλόσοφος είναι κάτι μεταξύ σοφού και ανοήτου. Αιτία και γι᾽ αυτό είναι η καταγωγή του. Ο πατέρας του ήταν σοφός και επινοητικός, η μητέρα του όμως ούτε σοφή ούτε επινοητική.»
(μετάφραση Σταύρος Τσιτσιρίδης)
|
1 Η λέξη "δαίμων" χρησιμοποιείται συχνά στην ποίηση με ευρύτερη σημασία ως συνώνυμο του "θεός". Εδώ χρησιμοποιείται με μεγαλύτερη ακρίβεια για να δηλώσει τα υπερφυσικά όντα που είναι κατώτερα από τους θεούς.
2 Όλα όσα απαριθμούνται εδώ αποτελούν περιγραφή της έννοιας "θρησκεία", για την οποία δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος στα αρχαία ελληνικά.
3 Εμπνέεται δηλαδή από τους δαίμονες.
4 Ο Πόρος αποτελεί προσωποποίηση της ικανότητας να βρίσκει κανείς μέσα, διέξοδο για όλα τα πράγματα, στα οποία συγκαταλέγεται και η απόκτηση πλούτου. Η Μήτις, κόρη, σύμφωνα με το μύθο, του Ωκεανού και της Τηθύος και πρώτη σύζυγος του Δία, είναι η προσωποποίηση της πρακτικής ευφυίας. Η Πενία ("φτώχια"), που αναφέρεται αμέσως παρακάτω, αν και χαρακτηρίζεται ενίοτε θεά, αποτελεί και αυτή κυρίως προσωποποίηση.