Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
ΔΙΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ
212. – Βιβλιοθήκη 1, 8, 1-9
Η Βιβλιοθήκη του Διοδώρου αποτελεί μια χρονογραφικά (δηλ. κατά χρονολογική σειρά) οργανωμένη παγκόσμια ιστορία, η οποία εκτείνεται από τους μυθικούς χρόνους ώς το 60 π.Χ. Από τα 40 βιβλία του έργου σώζεται πλήρως μόνο ένα μέρος, ενώ το υπόλοιπο σε αποσπασματική μορφή. Στο πρώτο βιβλίο ο Διόδωρος, αφού αναφέρεται πρώτα στη χρησιμότητα της ιστορίας, πραγματεύεται την αρχή του κόσμου, της ζωής και του πολιτισμού. Στο απόσπασμα που ακολουθεί εκτίθενται τα σχετικά με τη μετάβαση από τον θηριώδη στον πολιτισμένο βίο και τη δημιουργία του πολιτισμού, ένα θέμα που είχε συζητηθεί αρκετά στην αρχαιότητα. Απέναντι στη νοσταλγική αντίληψη των ομηρικών επών και του Ησιόδου για μια "χρυσή εποχή" του παρελθόντος, την οποία ακολουθούν εποχές αυξανόμενης παρακμής, είχε διατυπωθεί ήδη από την εποχή των Προσωκρατικών (Ξενοφάνης) η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή ο πολιτισμός αναπτύχθηκε σταδιακά μέσα από τεχνολογικές, πολιτικές και άλλες ανακαλύψεις. Ως προς την τελευταία αυτή άποψη οι γνώμες όμως διχάζονταν: άλλοι (π.χ. ο Αναξαγόρας, οι Περιπατητικοί, οι Στωικοί) θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος είχε εξαρχής τα χαρίσματα, τα οποία με την ανάπτυξή τους έφεραν την πρόοδο, ενώ άλλοι, όπως ο Πρωταγόρας, ο Δημόκριτος, ο Πλάτων και εν προκειμένω ο Διόδωρος, ο οποίος ενδεχομένως αναπαράγει τη διδασκαλία του Δημοκρίτου, τόνιζαν ότι η ανάγκη ήταν αυτή που οδήγησε τον άνθρωπο στην έξοδο από την πρωτόγονη κατάσταση και στη δημιουργία του πολιτισμού.
[1,8,1] Και σχετικά με την αρχή και τη γένεση των πάντων, αυτά έχουμε παραλάβει από τους προγενεστέρους μας. Λένε λοιπόν πως οι άνθρωποι που γεννήθηκαν πρώτοι ζούσαν σε καθεστώς ατάκτου και θηριώδους βίου. Για να βρούνε τροφή έβγαιναν και περιφέρονταν εδώ κι εκεί και μάζευαν από τα φυτά τα πιο κατάλληλα και από τα δέντρα τους ώριμους καρπούς. [2] Και πως, όταν τους πολεμούσαν τα θηρία, έχοντας ως δάσκαλο το κοινό συμφέρον ο ένας τον άλλο βοηθούσε, πως ζούσαν ομαδικά, ένεκα του φόβου, και άρχισαν έτσι λίγο λίγο να γνωρίζει ο ένας τους τρόπους του άλλου. [3] Και λένε πως η λαλιά τους ήταν αρχικά χωρίς σημασίες και συγκεχυμένη, επειδή οι λέξεις αρθρώθηκαν σιγά σιγά, και πως αφού όρισαν οι άνθρωποι κοινά σύμβολα χωριστά για κάθε αντικείμενο, κατάφεραν να καταστήσουν συναμεταξύ τους γνωστή την ερμηνεία όλων των πραγμάτων. [4] Κι ενώ λοιπόν σε ολόκληρη την οικουμένη δημιουργήθηκε αυτή η οργάνωση της ζωής, δεν είχαν όλοι οι άνθρωποι την ίδια συμφωνία διαλέκτων, επειδή κάθε ομάδα συνέταξε τις λέξεις όπως έτυχε. Για τούτο και γεννήθηκαν αρχικά ποικίλες μορφές διαλέκτων και οι δημιουργημένες οργανώσεις του βίου ήταν για όλα τα έθνη πρωτόγονες στην αρχή. [5] Λένε ακόμα πως επειδή οι πρώτοι άνθρωποι δεν είχαν ανακαλύψει τίποτε από εκείνα που διευκολύνουν τον βίο, ζούσαν πολύ δύσκολα, γυμνοί από ρούχα, χωρίς να γνωρίζουν τι είναι κατοικία και φωτιά, εντελώς ανίδεοι πώς να παρασκευάζουν τροφή ήμερη.1 [6] Επίσης με το να αγνοούν τη συγκομιδή των άγριων καρπών, δεν αποθήκευαν κανένα καρπό για ώρα ανάγκης. Για το λόγο αυτό πολλοί χάνονταν το χειμώνα και από το ψύχος και από την έλλειψη τροφής. [7] Σιγά σιγά όμως τους δασκάλεψε η πείρα να καταφεύγουν στα σπήλαια τον χειμώνα και να αποθηκεύουν όσους καρπούς μπορούσαν να διατηρηθούν. [8] Όταν μάλιστα ανακάλυψαν τη φωτιά και, λίγο αργότερα, τα άλλα χρήσιμα πράγματα, βρήκαν και τις τέχνες και όλα εκείνα που μπορούν να ωφελούν την κοινή συμβίωση. [9] Επειδή λένε πως η ανάγκη της ζωής υπήρξε καθολοκληρίαν ο δάσκαλος των ανθρώπων και πως για τη γνώση κάθε πράγματος αυτή καθοδηγεί κατάλληλα ευφυές ζώον, που διαθέτει ως βοηθούς για καθετί τα χέρια και τον λόγο και την οξύτητα του πνεύματος.
(μετάφραση Γιώργης Γιατρομανωλάκης)
|
1 Η "ήμερη" τροφή προϋποθέτει την καλλιέργεια, σε αντίθεση με την "άγρια" τροφή που φύεται χωρίς την παρέμβαση των ανθρώπων.