Distribution

Κατανομή. Παρασκευόπουλος 1990γ:2569-2571.

Ο όρος «κατανομή» στη μεθοδολογία της έρευνας και στη στατιστική, ακόμη και όταν χρησιμοποιείται μόνος του, περιέχει ή υπονοεί πάντα τη λέξη «συχνοτήτων». Μια κατανομή συχνοτήτων είναι η ομαδοποίηση και συνοπτική παρουσίαση των δεδομένων μιας έρευνας (συνεπώς και μιας εκπαιδευτικής έρευνας με πυρήνα την εκπαιδευτική αξιολόγηση) με βάση συγκεκριμένα κριτήρια ή σημεία αναφοράς. Η παρουσίαση των δεδομένων γίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις με πίνακες ή διαγράμματα, μέσω των οποίων μπορεί κανείς να παρουσιάσει και να κατανοήσει τη δομή των δεδομένων.

Ο πιο απλός τρόπος συνθετικής παρουσίασης των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί είναι με βάση τη συχνότητα εμφάνισης κάθε ιδιότητας μιας μεταβλητής. Στην περίπτωση αυτή κατασκευάζεται «πίνακας κατανομής συχνοτήτων». Σε αυτόν τον πίνακα συνήθως καταγράφεται η απόλυτη και σχετική συχνότητα εμφάνισης της κάθε μεταβλητής, καθώς και η απόλυτη και σχετική αθροιστική συχνότητα, κατ' αύξουσα ή φθίνουσα φορά. Η απόλυτη συχνότητα δηλώνει τον αριθμό των εμφανίσεων της κάθε ιδιότητας της μεταβλητής, και η σχετική, το αντίστοιχο ποσοστό, σχεδόν πάντα επί τοις εκατό. Η αθροιστική συχνότητα αναδεικνύει τον αριθμό των περιπτώσεων που παρατηρήθηκαν ως και την κάθε τιμή της μεταβλητής της έρευνας, με την προϋπόθεση βέβαια η κατανομή της να είναι συνεχής.

Για παράδειγμα, στον πίνακα που ακολουθεί η πρώτη στήλη περιλαμβάνει τις ιδιότητες της μεταβλητής της έρευνας, που είναι οι βαθμοί του τεστ, η δεύτερη τον αριθμό των μαθητών που πήραν τον κάθε βαθμό, η τρίτη τον αριθμό των μαθητών που πήραν ως και τον κάθε βαθμό, ενώ η τέταρτη το ποσοστό επί τοις εκατό των μαθητών που πήρε τον κάθε βαθμό. Η τελευταία στήλη απεικονίζει το ποσοστό επί τοις εκατό των μαθητών που πήρε ως και τον κάθε βαθμό.

Η αθροιστική συχνότητα συχνά συμβολίζεται, σε πίνακες κατανομής συχνοτήτων, και με τα αρχικά CF ή Cf (δηλαδή cumulative frequency), ανάλογα με το αν αφορά τη σχετική ή την απόλυτη συχνότητα, ενώ η σχετική συχνότητα ονομάζεται και προσαρμοσμένη συχνότητα και συχνά στο πάνω μέρος της στήλης του πίνακα μπαίνει απλά το σύμβολο «επί τοις εκατό» (%).

Σε μερικές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η περαιτέρω συμπύκνωση των δεδομένων, έτσι ώστε να είναι εφικτή η σύγκριση δύο ή περισσότερων κατανομών. Η συμπύκνωση αυτή μπορεί να γίνει με σκοπό:

α) τον προσδιορισμό του σημείου που αντιστοιχεί στην τιμή της μεταβλητής γύρω από την οποία τείνουν να συγκεντρωθούν οι μονάδες του πληθυσμού. Την ανάγκη αυτή εξυπηρετούν τα μέτρα θέσης ή, όπως αλλιώς ονομάζονται, οι δείκτες κεντρικής τάσης.

β) τον καθορισμό της διασποράς, που προσδιορίζει κατά πόσο οι τιμές της μεταβλητής είναι συγκεντρωμένες ή όχι. Η διεργασία αυτή γίνεται με τους δείκτες διασποράς.

γ) τον καθορισμό της «ασυμμετρίας» της κατανομής. Η ενέργεια αυτή αποβλέπει στον προσδιορισμό της απόκλισης της καμπύλης συχνότητάς της, όταν έχει απεικονιστεί γραφικά, από μια συμμετρική καμπύλη, γύρω από το σημείο συγκέντρωσής της. Σε περίπτωση παρατήρησης συμμετρίας, η κατανομή ονομάζεται «συμμετρική» ή «κανονική».

δ) τον καθορισμό της «κυρτότητας» της κατανομής, δηλαδή του βαθμού αιχμηρότητας ή πλάτους της καμπύλης της γραφικής απεικόνισης γύρω από το σημείο που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη συχνότητα.

Βιβλιογραφία

  • Παρασκευόπουλος Ι. Ν. (1990γ). Κατανομές συχνότητας. Λήμμα στο Παιδαγωγική-Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια-Λεξικό. Τ. 3. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

  • Παπαδημητρίου Γ. (1990). Στατιστική. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής.