ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
- Κείμενο 1: Hobsbawm, E. J. 1990. Nations and Nationalism since 1780, Programme, Myth, Reality.
- Κείμενο 2: Anderson, B.1991. Imagined Communities. Reflections on the Origin and Spread of nationalism. Ελλην. μτφρ. Π. Χαντζαρούλα, Φαντασιακές κοινότητες.
- Κείμενο 3: Tριανταφυλλίδης, Μ. [1938] 1993. Nεοελληνική γραμματική. Ιστορική εισαγωγή.
- Κείμενο 4: Σκοπετέα, Ε. 1988. Το "Πρότυπο Βασίλειο" και η Μεγάλη Ιδέα. Όψεις του εθνικού προβλήματος στην Ελλάδα.
- Κείμενο 5: Καρολίδης, Π. 1907. 'Eθνη και φυλαί. Αθηνών Παράρτημα αρ.1, Νοέμβριος 1907, σελ. 17-24.
- ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός
Έθνος και γλώσσα [Β1]
'Eλλη Σκοπετέα (2001)
Κείμενο 2: Anderson, B. 1991. Imagined Communities. Reflections on the Origin and Spread of nationalism. Νέα Υόρκη & Λονδίνο: Verso, σελ. 41-42. Ελλην. μτφρ. Π. Χαντζαρούλα, Φαντασιακές κοινότητες. Στοχασμοί για τις απαρχές και τη διάδοση του εθνικισμού. Αθήνα: Νεφέλη, 1997, σελ. 75-77.
[…] Η γέννηση των καθομιλούμενων γλωσσών του διοικητικού μηχανισμού προηγήθηκε χρονικά από τις αναταραχές που οφείλονταν σε ζητήματα θρησκείας στη διάρκεια του δέκατου έκτου αιώνα και από την τυπογραφία. Πρέπει επομένως να αντιμετωπιστεί (τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο) ως ανεξάρτητος παράγοντας που συνέβαλε στη διάβρωση των ιερών φαντασιακών κοινοτήτων. Την ίδια στιγμή, τίποτα δε συντείνει στο συμπέρασμα ότι τη διαδικασία καθιέρωσης των καθομιλούμενων γλωσσών, όπου έλαβε χώρα, επηρέασαν τις βαθιά ριζωμένες ιδεολογικές, για να αφήσουμε κατά μέρος τις πρωτο-εθνικές, τάσεις. Η περίπτωση της "Αγγλίας", στη βορειοδυτική περιφέρεια της Λατινικής Ευρώπης είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική. Πριν από τη Νορμανδική Κατάκτηση, η γλώσσα της αυλής, λογοτεχνική και διοικητική, ήταν η αγγλοσαξονική. Τον επόμενο ενάμιση αιώνα σχεδόν όλα τα βασιλικά έγγραφα συντάσσονταν στη λατινική. Μεταξύ του 1200 και του 1350, περίπου, η λατινική του κράτους αντικαταστάθηκε από τα νορμανδικά γαλλικά. Στο μεταξύ, μια σταδιακή μείξη της γλώσσας της επικυρίαρχης τάξης με την αγγλοσαξονική του υποτελούς πληθυσμού παρήγαγε την πρώιμη αγγλική. Η μείξη έδωσε τη δυνατότητα στην καινούργια γλώσσα να γίνει με τη σειρά της, μετά το 1362, η γλώσσα των δικαστηρίων και της εναρκτήριας συνόδου του Κοινοβουλίου. Η χειρόγραφη Βίβλος του Wycliffe στην καθομιλουμένη ακολούθησε το 1382. Είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτή η ακολουθία αποτελούσε μια διαδοχή "κρατικών", όχι "εθνικών", γλωσσών· και ότι το εν λόγω κράτος κάλυπτε σε διάφορες χρονικές περιόδους όχι μόνο τη σημερινή Αγγλία και Ουαλία αλλά και μέρος από την Ιρλανδία, τη Σκοτία και τη Γαλλία. Είναι προφανές ότι το μεγαλύτερο μέρος του υποτελούς πληθυσμού ήξερε ελάχιστα ή καθόλου λατινικά, νορμανδικά γαλλικά ή πρώιμα αγγλικά. 'Eπρεπε να περάσει σχεδόν ένας αιώνας μετά την καθιέρωση της πρώιμης αγγλικής στην πολιτική για να εξαπλωθεί η κυριαρχία του Λονδίνου στη "Γαλλία".
Μια παρόμοια μεταβολή έλαβε χώρα στο Σηκουάνα, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Όπως παρατηρεί σαρκαστικά ο Μπλοχ: "Η γαλλική, δηλαδή μια γλώσσα που, επειδή θεωρήθηκε απλώς ως μια παραφθορά της λατινικής, χρειάστηκε αρκετούς αιώνες για να αποκτήσει λογοτεχνικό κύρος", έγινε η επίσημη γλώσσα των δικαστηρίων μόλις το 1539, όταν ο Φραγκίσκος Α' εξέδωσε το Διάταγμα του Βιλέρ Κοτερέτ. Σε άλλα δυναστικά βασίλεια η λατινική επιβίωσε για πολύ μεγαλύτερο διάστημα: στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων διατηρήθηκε και το δέκατο ένατο αιώνα. Σε άλλα επιβλήθηκαν "ξένες" καθομιλούμενες γλώσσες: το δέκατο όγδοο αιώνα οι γλώσσες της αυλής των Ρομανόφ ήταν η γαλλική και η γερμανική.
Σε κάθε περίπτωση, η "επιλογή" της γλώσσας παρουσιάζεται σαν μια σταδιακή, ασυνείδητη, πραγματιστική, για να μην πούμε τυχαία, εξέλιξη. Ως τέτοια, ήταν εντελώς διαφορετική από τη συνειδητή γλωσσική πολιτική που ακολούθησαν οι δυνάστες το δέκατο ένατο αιώνα, όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με την άνοδο εχθρικών λαϊκών γλωσσικών εθνικισμών. 'Eνα σαφές δείγμα αυτής της διαφοράς είναι ότι οι παλιές γλώσσες της διοίκησης ήταν απλώς αυτό: γλώσσες που χρησιμοποιούνταν από τις γραφειοκρατίες για τις δικές τους εσωτερικές ανάγκες. Δεν υπήρχε η ιδέα της συστηματικής επιβολής της γλώσσας στους διάφορους υποτελείς πληθυσμούς από τους δυνάστες. Παρ' όλα αυτά, η προαγωγή αυτών των καθομιλούμενων γλωσσών σε γλώσσες εξουσίας, όπου, με μια έννοια, ανταγωνίζονταν τα λατινικά (τα γαλλικά στο Παρίσι, τα [πρώιμα] αγγλικά στο Λονδίνο) είχε το δικό της μερίδιο συνεισφοράς στην παρακμή της φαντασιακής κοινότητας της χριστιανοσύνης […].