Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αντικατοπτρικός, -ή, -ό [andikatoptrikós] (L)
- reflecting, reflective:
- αντικατοπτρική επιφάνεια
[fr kath αντικατοπτρικός, cpd w. kath κατοπτρικός]
- reflecting, reflective: