ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΕΠΙΛΟΓΕΣ

Ανθολογίες 

Ανθολόγηση νεοελληνικής λογοτεχνίας (19ος-20ός αι.) 

 

Παλαμάς, Κωστής

«Ο Βούλγαρος»

Ο ΒΟΥΛΓΑΡΟΣ

Πατρίς, καὶ ξένους μάγεψε τῆς 'λευτεριᾶς σου τἄστρο,
Τὸ φῶς τοῦ εἰκοσιένα!
Τοὺς εἶδε κάθε κάμπος σου, κάθε βουνὸ καὶ κάστρο
Νὰ σκοτωθοῦν γιὰ Σένα.

Τὸ Μισολόγγι ἔζωνεν ἡ λόγχη τοῦ Μπραΐμη
Κι' ὁ λιάπης τοῦ Κιουτάγια
Κι' ἀπάνου του παράστεκε μὲ τὰ τραγούδια ἡ Φήμη
Κι' ἡ Δόξα μὲ τὰ βάγια.

Κι' ὅπως ἀνθρῶποι ἀγνώριστοι καὶ ξένοι πέρα πέρα
Σὲ μιαν ἐκκλησιὰ τρέχουν
Κι' ἀδερφωμένοι στέκονται, γιατὶ κοινὴ μητέρα
Μιὰ πίστιν ὅλοι ἔχουν,

Παρόμοια καὶ τῆς Ρούμελης καὶ τοῦ Μωριὰ τἀσκέρια
Καὶ τὰ καπετανάτα
'Σ τὸ Μισολόγγι ἀδέρφωσαν κ' ἐσμίξαν ταίρια ταίρια
Μὲ τῆς Φραγκιᾶς τὰ νιάτα.

Πουλιὰ κάθε λογῆς σκορποῦν ἀπὸ ψηλὸ πλατάνι
Μιὰ τρυφερὴ ἁρμονία·
Κ' εἰς γλώσσαις καθεμιᾶς λογῆς 'ς ταὐτιὰ τοῦ Τούρκου φτάνει
Μιὰ λέξι: Ἐλευθερία!

Πρώτ' ἡ Ἀγγλία ἔτρεξε τὸ Μπάϋρον νὰ μᾶς φέρη,
Ὁλόφωτη ἐλπίδα,
Καὶ μὲ τὸ Μάγερ ἔστειλε κοντύλι καὶ μαχαῖρι
Τοῦ Τέλλου ἡ πατρίδα.

Δίνει τραγούδια, χρήματα καὶ χέρια ἡ Γαλλία,
Κ' οἱ Γερμανοὶ ξεχνοῦνε
Τὰ γαλανὰ κορίτσια των καὶ τὰ σοφὰ βιβλία,
Κ' ἐδῶ μ' Ἐσὲ πεινοῦνε.

Ὁ Ἰταλὸς τῆς σκλάβας του πατρίδος τὴν ἀγκάλη
Τὴν παραιτεῖ γιὰ Σένα:
" Ἔχετε γειὰ τοῦ τόπου μου κιτριαίς, νεράκια, κάλλη
Μυριοτραγουδισμένα!"

Παραιτημένη ἀπὸ παντοῦ 'ς τοῦ Ρώσσου τὴ μανία
Δὲ' βρίσκει ἕν' ἀντιστύλι,
Μὰ βρίσκει λίγα της παιδιὰ κ' ἡ ἔρμ' ἡ Πολωνία
Στὸ χῶμα σου νὰ στείλῃ.

Νεράϊδες δυὸ 'ς τῶν τάφων των σκορποῦν τὴν ἐρημία
Κλάϋματ', ἀκτῖνες, κάλλη,
Καὶ εἶνε ᾑ δυὸ πατρίδες των· τοὺς γέννησεν ἡ μία,
Τοὺς δόξασεν ἡ ἄλλη.

Πατρίς, καὶ ξένους μάγεψε τὸ φῶς τοῦ εἰκοσιένα,
Τῆς 'λευθεριᾶς σου τἄστρο!
Εὑρέθη κ' ἕνας Βούλγαρος κ' ἐκλείσθηκε γιὰ Σένα
'Σ τὸ Τουρκοφάγο κάστρο.

…Σβύν' ἡ Ἑλλάς… λάμψι στερνὴ σὲ λίγο νά! σκορπάει
Τὴ φοβερὴ Ἔξοδό της…
Μονάχα ἕνας Βούλγαρος εὑρέθηκε, καὶ πάει
'Σ τὸν Ἰμπραῒμ προδότης!

Ἰούνιος 1885.