ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Η Ελληνική Γλώσσα στην Ευρώπη
Το λεξιλόγιο της νεοελληνικής και ο ευρωπαϊκός γλωσσικός πλουραλισμός
Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Ά
Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Ά. 1996.: Το λεξιλόγιο της νεοελληνικής και ο ευρωπαϊκός γλωσσικός πλουραλισμός. Στο Η ελληνική γλώσσα στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση: Γλωσσικός πλουραλισμός και εθνοκεντρισμός (πρακτικά συνεδρίου), 95-102 (γαλλικό κείμενο 343-350). Αθήνα: Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης.© Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών
Η ανακοίνωση αυτή αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο θα επισημάνω μερικά από τα χαρακτηριστικά του λεξιλογίου μιας γλώσσας· στο δεύτερο μέρος θα ασχοληθώ με το φαινόμενο του δανεισμού· στο τρίτο μέρος θα παρουσιάσω το ευρωπαϊκό γλωσσικό τοπίο.
Περιεχόμενα
Χαρακτηριστικά του λεξιλογίου
Οι γλώσσες δεν έχουν σταθερό και αμιγές λεξιλόγιο. Πιο συγκεκριμένα, το λεξιλόγιο, σαν την κινούμενη άμμο, υπόκειται σε έντονη γλωσσική μεταβολή, η οποία σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στον δανεισμό, δηλαδή σε επίδραση λεξιλογίου άλλης γλώσσας. Ακόμη, το λεξιλόγιο δεν είναι αμιγές, δηλαδή είναι πολυσυλλεκτικό: οι μονάδες που προέρχονται από πολλές πηγές, λ.χ. κληρονομιά από προηγούμενες φάσεις της ιστορίας της γλώσσας ή δανεισμό από άλλες γλώσσες.
Μπορούμε να κάνουμε χωρίς τον δανεισμό; Οπωσδήποτε όχι. Είναι ουτοπία να πιστεύουμε το αντίθετο. Ο δανεισμός, κατά τη μεταφορά του Κλωντ Αζέζ, είναι η απαραίτητη ποσότητα οξυγόνου για την επιβίωση μιας γλώσσας, είναι μια φυσική διαδικασία που χαρακτηρίζει κάθε φυσική ανθρώπινη γλώσσα, ένα μόνιμο δεδομένο, ένα φυσιολογικό αλλά όχι μοιραίο φαινόμενο των γλωσσών, ένα γλωσσικό σημάδι στενών εξωγλωσσικών σχέσεων. Κατά συνέπεια, η αντίδραση που εκδηλώνεται εναντίον των δανείων είναι αδικαιολόγητη, γιατί αυτά είναι αποτέλεσμα πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών σχέσεων ανάμεσα στους ομιλητές γλωσσών που έρχονται σε επαφή. Γι' αυτό τον λόγο ο δανεισμός δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως τυχαία οξεία ασθένεια που πρέπει να σπεύσουμε να τη θεραπεύσουμε.
Άλλωστε δεν υπάρχει γλώσσα που να μην επηρεάστηκε από άλλες. Από τον κανόνα δεν ξεφεύγουν ακόμη και οι γλώσσες μεγάλων πολιτισμών, όπως η αρχαία ελληνική (ΑΕ), η λατινική, η γαλλική, η αγγλική. Ακόμη πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχει «επίθεση» από την πλευρά της δανείστριας γλώσσας, παρά ανάγκη από την πλευρά της δανειολήπτριας γλώσσας. Ανάγκη λόγω της υστέρησης όχι στο γλωσσικό επίπεδο αλλά, καταρχήν, στο επιστημονικό και τεχνολογικό, π.χ. κομπιούτερ, ασανσέρ· λόγω της εμφάνισης θελκτικού κυρίαρχου πολιτιστικού προτύπου, π.χ. ιμπρεσιονισμός, ροκ· λόγω κοινωνικής ντροπής (ευφημισμός, λέξεις ταμπού), π.χ. καμπινές, κτλ. Βέβαια ο γλωσσικός δανεισμός διαφέρει σημαντικά από τον οικονομικό δανεισμό, αφού ο δανειολήπτης δεν χρωστά τίποτε!
Ο δανεισμός και η ελληνική
Θα εστιάσουμε την προσοχή μας στο φαινόμενο του δανεισμού, με έμφαση στον νεολογικό δανεισμό, με τις δύο όψεις του (δανείζομαι-δανείζω), γιατί αυτό ενδιαφέρει άμεσα τη θεματική του συμποσίου.
Η ελληνική ως δανειολήπτρια
Λησμονείται συχνά ότι η ΑΕ κατέφυγε κι αυτή στον δανεισμό από τη γλώσσα προελληνικών λαών -π.χ. βασιλεύς, δάφνη, ελαία, θρίαμβος, κιθάρα, ξίφος, σάκος, σίδηρος, χαλκός-, ή από τα φοινικικά -π.χ. άλφα, βήτα-, καθώς και ότι η μεσαιωνική ελληνική κατέφυγε στα λατινικά -π.χ. μαρούλι, κάγκελο, κελί, μάστορας, κάπα, μαντίλι, πουκάμισο, κάστρο, άρματα, βάρκα, σπίτι, ταβέρνα, τσεκούρι, Ιανουάριος, Φεβρουάριος-, ή στα ιταλικά και βενετσιάνικα - π.χ. καπετάνιος, μπούσουλας, σαλπάρω, φουρτούνα, καρέκλα, κατσαρόλα, μπουκάλι, πιάτο, μπαρμπούνι, σαρδέλα, σαλάτα, κτλ.
Από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, η σύγχρονη νεοελληνική (ΝΕ) δανείζεται κυρίως από δύο γλώσσες περιωπής (τις αναφέρω με χρονολογική σειρά), τη γαλλική και την αγγλοαμερικανική. Όμως τι ακριβώς δανείστηκε η ΝΕ από τις δύο αυτές γλώσσες; Δανείστηκε κυρίως λέξεις -δηλαδή έχουμε την πιο επιφανειακή μορφή δανεισμού- και ένα επίθημα από τη γαλλική, το -έ < -é, π.χ. παντοφλέ, καραμελέ, κτλ. Δεν θα αναφέρω παραδείγματα ή τους τομείς της εμπειρίας που συναντάμε τα περισσότερα δάνεια της ΝΕ. Επειδή έχει υπερτονιστεί, κατά την άποψή μου, η αδιαμφισβήτητη υπεροχή της αγγλοαμερικανικής, θεωρώ χρήσιμο να καταδείξω τον ρόλο που παίζει και σήμερα η γαλλική στη ΝΕ. Η γαλλική λειτουργεί ως δανείστρια γλώσσα -π.χ. ασανσέρ, μακιγιάζ-, ως μεσολαβήτρια γλώσσα σε δάνεια από την αγγλοαμερικανική -π.χ. χάπι έντ < γαλλ. happy end < αμερ. happy ending-, αλλά και ως γλώσσα που παρέχει το πρότυπο μεταφραστικών δανείων - π.χ. ανοξείδωτος, γαλλ. inoxydable, αγγλ. stainless. Δηλαδή η γαλλική αποτελεί για τη ΝΕ τον ενδιάμεσο κρίκο κατά τη διαδικασία δανεισμού αλλά και κατά τον μεταφραστικό δανεισμό.
Έχει τάχα η ΝΕ τα «πρωτεία», κάποιο αρνητικό ρεκόρ σε ό,τι αφορά το δανεισμό; Οπωσδήποτε όχι, η ΝΕ δεν πρωτοτυπεί, αφού η γαλλική και η αγγλοαμερικανική ως διεθνείς γλώσσες περιωπής επέδρασαν, όχι βέβαια με τρόπο ομοιόμορφο, σε πολλές γλώσσες του κόσμου και ιδιαίτερα της Ευρώπης, σε μεγάλο βαθμό μάλιστα στους τομείς εμπειρίας. Η στάση των Νεοελλήνων απέναντι στη γαλλική και την αγγλοαμερικανική εναρμονίζεται προς τη στάση ομιλητών άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών. Μέσα στο πλαίσιο αυτό ο δανεισμός της ΝΕ αποδραματοποιείται και παίρνει τις σωστές του διαστάσεις. Η ΝΕ δεν έχει δεχτεί εισβολέα ούτε και πρέπει να θεωρηθεί θύμα πολέμου.
Κινδυνεύει λοιπόν η ΝΕ; Η απάντησή μας είναι αρνητική. Αυτό το στηρίζουμε σε δύο επιχειρήματα:
Συχνότητα. Αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι η ΝΕ έχει δεχτεί «επιδρομή» δανείων, τα δεδομένα μας δεν στηρίζουν μια τέτοια άποψη. Χωρίς να διαθέτουμε ασφαλή στατιστικά στοιχεία για τη ΝΕ, έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε ότι ο δανεισμός στο γενικό λεξιλόγιο της ΝΕ δεν έχει τις διαστάσεις που συνήθως προβάλλονται, ότι τα δάνεια από τη γαλλική και την αγγλοαμερικανική στο γενικό λεξιλόγιο δεν πρέπει να ξεπερνούν το 7% ενώ στην προφορική επικοινωνία το ποσοστό αυτό μειώνεται σημαντικά (σε συνάρτηση βέβαια και με το θέμα της συζήτησης). Δηλαδή, σε τελική ανάλυση, η ΝΕ δεν ενσωματώνει υψηλότερο αριθμό δανείων συγκριτικά με άλλες γλώσσες. Άλλωστε είναι πολύ απίθανο ο λεξικός δανεισμός, ακόμη κι αν είναι μαζικός, να οδηγήσει σε αλλαγή στη γενετική δομή της ΝΕ.
Δομική αλλαγή. Για μια γλώσσα, σημασία έχει να παραμείνουν ανέπαφα τα επίπεδα με την πιο αυστηρή δόμηση, εκείνα δηλαδή που της προσδίδουν τα τυπολογικά χαρακτηριστικά της: φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη. Δεν διαπιστώσαμε στη ΝΕ κανένα δάνειο φώνημα από τη γαλλική ή την αγγλοαμερικανική. Αντίθετα, η ΝΕ προσαρμόζει τα δάνεια στο φωνολογικό της σύστημα. Ακόμη δεν δημιουργήθηκε κανένα νέο κλιτικό παράδειγμα και τα προσαρμοσμένα δάνεια εντάχθηκαν στο διαθέσιμο σύστημα. Επίσης τα δάνεια μετέχουν στους ίδιους κανόνες παραγωγής και σύνθεσης με άλλες λέξεις ελληνικής καταγωγής, π.χ. ελιτίστικος όπως κοριτσίστικος, σαντουιτσάκι όπως μολυβάκι, ροκάς όπως φαγάς.
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι δεν παρατηρούνται επιφανειακές διαταραχές, οι οποίες σχετίζονται λιγότερο με τη δανείστρια γλώσσα και περισσότερο με τη γλωσσική ομάδα όπου ανήκει το δάνειο. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρήσαμε ότι οι διαταραχές αυτές κλιμακώνονται όσο προχωρούμε από την ΑΕ προς την αγγλοσαξονική περνώντας από τη ρομανική.
- διαταραχές | + διαταραχές | ||
---|---|---|---|
ΑΕ | ρομανική | αγγλοσαξονική | |
μικρόβιο | ιμπρεσιονισμός | σμόκιν | < γαλλική |
αστροναύτης | νοβοκαΐνη | άουτ | < αγγλοαμερ. |
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η παρουσία των δανείων στη ΝΕ ούτε μαζική είναι ούτε είναι πρόξενος δομικών αλλαγών.
Σε τι οφείλεται λοιπόν η αντίδραση; Για να δώσω απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει να εξετάσω αν είναι ενιαία η αντίδραση. Πιστεύω πως δεν είναι. Έχω την αίσθηση ότι όσοι αντιδρούν είναι λιγότερο ανεκτικοί στα δάνεια από την τουρκική και την αγγλοαμερικανική και περισσότερο ανεκτικοί στα δάνεια από τη γαλλική -αν και τα δάνεια από την τουρκική είναι παλαιότερα. Διαπιστώνω δηλαδή ανομοιογενή αντίδραση των ίδιων ατόμων μπροστά στο ίδιο γλωσσικό φαινόμενο. Γιατί άραγε; Υποθέτω πως η αντίδραση στον γλωσσικό δανεισμό είναι η ορατή πλευρά της αντίδρασης σε ξένο πολιτισμό που δεν εγκρίνεται. Η στερεότυπη εικόνα του Νεοέλληνα για τον τουρκικό πολιτισμό είναι ότι στερείται γοήτρου. Όσο για τον αγγλοαμερικανικό, θεωρείται ότι διαφέρει ριζικά από νεοελληνικό πολιτισμό των μέσων του 20ού αι.: καταναλωτική κοινωνία, παντοδυναμία του χρήματος, χολιγουντιανή ζωή, μουσική τζαζ-ροκ, χορός, ντύσιμο γιούνισεξ, ναρκωτικά, γκαγκστερισμός, καουμπόηδες, κόκα κόλα, τσίκλες - όλα αυτά πέρα από την πολιτική επιρροή. Αντίθετα, η γαλλική διείσδυση ήταν πιο διακριτική και ποσοτικά πιο μικρή, για μια ελίτ. Σύμφωνα με τη στερεότυπη εικόνα, εισήγαγε εκλεπτυσμένη μορφή του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού· δηλαδή δεν υπήρξε διάσταση αλλά συνέχεια κατά κάποιον τρόπο - λ.χ. διατηρείται η διάκριση των δύο φύλων στην ένδυση. Συμπεραίνω λοιπόν ότι η επίθεση κατά των δανείων και η καταδίκη τους δεν οφείλονται τόσο σε πραγματική απειλή κατά της ΝΕ γλώσσας, όσο στη νοσταλγία του γοήτρου της Ελλάδας σε παλαιότερες εποχές καθώς και στη διατήρηση της εθνικής μας ταυτότητας.
Όμως ο δανεισμός, αν δεν είναι δυνατόν να εκλείψει, όπως υποστήριξα παραπάνω, πώς μπορεί να περιοριστεί; Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με γλωσσική πολιτική πρόληψης αντί για πολιτική θεραπείας, και με το αμέριστο ενδιαφέρον της πολιτείας για τη γλώσσα, που πρέπει να εκδηλωθεί με τις ακόλουθες τρεις μορφές:
- (α) Δημιουργία επιτροπών ορολογίας. Επιτροπές από ειδικούς για κάθε χώρο του επιστητού και γλωσσολόγους που θα προτείνουν, με την εμφάνιση του δανείου και πριν από την καθιέρωσή του, αντίστοιχο ΝΕ όρο.
- (β) Εντατικοποίηση της διδασκαλίας της ΝΕ σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
- (γ) Γλωσσική καλλιέργεια των φυσικών ομιλητών της ΝΕ και ιδιαίτερα εκείνων που θεωρούνται ότι έχουν το δικαίωμα να δρουν πάνω στη γλώσσα, λ.χ. των δημοσιογράφων
Η ελληνική ως δανείστρια
Είναι γνωστό ότι πολλές παλαιές γλώσσες δανείστηκαν από την ΑΕ ως γλώσσα γοήτρου, ιδιαίτερα η λατινική, μέσω της οποίας τα δάνεια κληροδoτήθηκαν στις ρομανικές γλώσσες, π.χ. ποίησις > poesis > poésie, πρεσβύτερος > presbyter > prêtre.
Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση των σύγχρονων ευρωπαϊκών γλωσσών, όταν καταφεύγουν στην ΑΕ. Αν λ.χ. πάρουμε για παράδειγμα τη γαλλική, θα διαπιστώσουμε ότι τα δάνεια από την ΑΕ διατρέχουν όλο τον κορμό της. Έτσι, προτείνω να διακρίνουμε: (α) του διεθνισμούς, που συνήθως είναι όροι των επιστημονικών και τεχνικών λεξιλογίων, π.χ. antibiotique, cybernétique, cryptographie, (β) τις λέξεις και φράσεις του γενικού λεξιλογίου, που είναι είτε εκλαϊκευμένοι διεθνισμοί -π.χ. système, diplôme, géographie, philosophe- είτε στοιχεία τα οποία παραπέμπουν σε έννοιες του ΑΕ πολιτισμού που έγιναν κτήμα του ευρωπαϊκού πολιτισμού -π.χ. les dédales de la pensée ou de l'administration, le labyrinthe de ruelles, un travail cyclopéen, le fil d'Ariane l'atlas linguistique, l'odyssée, voix de sirène, jeux icariens, l'esprit prométhéen, quitter ses chimères, riche comme Crésus, κτλ. Τέλος, (γ) λέξεις ταμπού, κάτι ίσως λιγότερο γνωστό στους μη ειδικούς, π.χ. pédé, proxénète, aphrodisiaque. Αυτονόητο είναι ότι οι Νεοέλληνες αποκωδικοποιούν σχετικά εύκολα τους τύπους αυτούς, ιδίως στον γραπτό λόγο, και βέβαια επαίρονται για τους προγόνους τους.
Αναρωτηθήκαμε ποτέ αν κινδυνεύουν η γαλλική και η αγγλοαμερικανική από τα δάνεια από την ΑΕ; Η απάντηση είναι πάλι αρνητική και βασίζεται στα ίδια επιχειρήματα: (1) Συχνότητα. Η πραγματική συχνότητα των ΑΕ δανείων στην καθημερινή επικοινωνία είναι χαμηλή. (2) Δομική αλλαγή. Η δομή της γαλλικής έχει επηρεαστεί από την ΑΕ σε ό,τι αφορά το μοντέλο σχηματισμού λόγιων συνθέτων -π.χ. astronaute, hélicoptère, thermomètre, magnétoscope, météorologie, écologie, téléphone, photographie-, αφού η σειρά των συνθετικών (προσδιορισμός-προσδιοριζόμενο) είναι αντίστροφη από τη σειρά των συνθετικών (προσδιοριζόμενο-προσδιορισμός) στα λαϊκά σύνθετα της γαλλικής, π.χ. timbre-poste, chou-fleur.
Από τα δάνεια της παραπάνω κατηγορίας μήπως κινδυνεύει η ΝΕ; Οπωσδήποτε όχι, όμως είναι βέβαιο ότι πολλοί διεθνισμοί θα είχαν άλλη μορφή και σημασία αν είχαν πλαστεί από τους αρχαίους Έλληνες χωρίς τη μεσολάβηση της γαλλικής ή της αγγλοαμερικανικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το μικρόβιο, γαλλ. microbe. Ο Παστέρ το 1878 χρησιμοποίησε τον όρο αυτό με τη σημασία 'μικροοργανισμός', ενώ στην ΑΕ μικρόβιο θα σήμαινε 'ον με σύντομη ζωή'.
Υπάρχει αντίδραση εναντίον των δανείων από την ΑΕ στη Γαλλία ή στην Ελλάδα; Δεν νομίζω, γιατί θεωρείται ευεργετική η επίδραση του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, που είναι η βάση του δυτικού πολιτισμού. Ειδικότερα οι διεθνισμοί απαρτίζουν σήμερα πια ένα απεθνικοποιημένο λεξιλόγιο με υπερεθνικό χαρακτήρα, που βρίσκεται στη διάθεση όλων των γλωσσών και προσφέρεται για γόνιμη μεταφύτευση. Εξάλλου, μέσω των διεθνισμών η ΝΕ παίρνει τη ρεβάνς στο φαινόμενο του δανεισμού.
Συμπέρασμα: Το ίδιο γλωσσικό φαινόμενο αντιμετωπίζεται διαφορετικά όχι μόνο από τους διάφορους λαούς αλλά και από τον ίδιο λαό ανάλογα με τη δανείστρια γλώσσα, δηλαδή ανάλογα με τις πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές σχέσεις που έχει με το λαό από τη γλώσσα του οποίου δανείζεται. Στα δάνεια αντικατοπτρίζεται το είδος των σχέσεων που αναπτύχθηκε ανάμεσα στις γλώσσες που έρχονται σε επαφή, καθώς και το αν η δανείστρια γλώσσα είναι γλώσσα γοήτρου.
Το ευρωπαϊκό γλωσσικό τοπίο
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, για να είναι ουσιαστική, δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στην κατάργηση των συνόρων αλλά πρέπει να στηριχθεί στην απρόσκοπτη επικοινωνία των ευρωπαίων πολιτών πέρα από τα γλωσσικά σύνορα. Αυτό σε πρώτη φάση είναι δυνατόν χάρη στον μεσολαβητικό ρόλο των πολύγλωσσων ατόμων, ο αριθμός των οποίων είναι εξαιρετικά υψηλός πάνω στη γη.
Μια σύντομη ματιά στη γλωσσική κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μας αποκαλύψει ότι κάτω από την επιφανειακή ετερογένεια κρύβεται μια υψηλού βαθμού ομοιογένεια. Όλες οι γλώσσες των λαών που τη συναπαρτίζουν (με εξαίρεση τα φιλανδικά) θεωρητικά ανήκουν σε τρεις ομάδες της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας: την αγγλοσαξονική (κελτική), τη ρομανική και την ελληνική. Οι δύο πρώτες αριθμούν πολλά μέλη, ενώ η ελληνική καταλαμβάνει μόνη της την τρίτη ομάδα. Στην πράξη όμως δεν υπάρχει αμιγής γλώσσα. Είναι λ.χ. γνωστό ότι, αν και η αγγλική ανήκει στην αγγλοσαξονική ομάδα, το 65-75% του λεξιλογίου της είναι ρομανικής προέλευσης. (Στο ποσοστό αυτό περιλαμβάνονται και τα δάνεια από την ελληνική, επειδή τα περισσότερα εισήλθαν μέσω της λατινικής). Αλλά και η γαλλική, ενώ ανήκει στη ρομανική ομάδα, περιέχει ένα ποσοστό 2,5% αγγλοσαξονικού λεξιλογίου και 4% ελληνικού, με μεγάλη όμως παραγωγική δύναμη. Η ΝΕ, πάλι, περιλαμβάνει σε ποσοστό περίπου 4% λέξεις αγγλοσαξονικής προέλευσης και πολύ περισσότερες ρομανικής προέλευσης (κυρίως δάνεια από τη λατινική και λιγότερο από τη γαλλική). Ακόμη το μεγάλο της πλεονέκτημα είναι ότι, στο λόγιο λεξιλόγιο, μοιράζεται με τη γαλλική και την αγγλοαμερικανική την ΑΕ κληρονομιά, η οποία της επιτρέπει να δημιουργεί νέες λέξεις που δίνουν στον μη ειδικό την εντύπωση ότι είναι πέρα για πέρα ελληνικές, π.χ. αερολιμένας, αντιβιοτικό, ηλεκτρισμός, τεχνολογία, σπηλαιολόγος. Αν ακόμη ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό τα ίδια στοιχεία δανείστηκαν οι διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες από τη γαλλική ή την αγγλοαμερικανική, καθώς και η περίπτωση των μεταφραστικών δανείων (που η πιστότητα της μετάφρασής τους βοηθά αναμφίβολα στη γρήγορη ανάκληση/εκμάθησή τους) -π.χ. thermomètre > θερμόμετρο, bionic > βιονικός, astrophysics > αστροφυσική-, θα διαπιστώσουμε ότι τα γλωσσικά σύνορα είναι ακόμη πιο ρευστά. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το ρόλο της ελληνικής, η ελληνική από τη μια μεριά εισχώρησε μέσω της λατινικής στις ρομανικές γλώσσες (εκ των οποίων η γαλλική εισχώρησε στην αγγλική), κι από την άλλη εξακολουθεί να εισχωρεί στα ειδικά λεξιλόγια των ρομανικών και αγγλοσαξονικών γλωσσών, δημιουργώντας μια υπεργλωσσική κοινή λεξιλογική ζώνη. Εξάλλου, οι ρομανικές γλώσσες εισχώρησαν στην ελληνική, αφού προηγήθηκε η μητέρα τους, η λατινική - π.χ. κάμαρα, βάρκα, κουρσάρος, καπέλο, μπουκάλι, σαρδέλα, μενού, γκαράζ, κτλ. Διαπιστώνεται δηλαδή ένας φαύλος κύκλος, αμφίδρομες σχέσεις, ένα γλωσσικό αλισβερίσι συνεχές και σε τελευταία ανάλυση ενοποιητικό:
Δίχως άλλο, η αναντιστοιχία στα δύο σχήματα είναι εμφανής. Ενώ στο γλωσσικό επίπεδο υπάρχει σε μεγάλο βαθμό αμοιβαιότητα στις σχέσεις ανάμεσα στις εμπλεκόμενες γλώσσες, στο πολιτιστικό επίπεδο είναι εμφανής η υπεροχή της αγγλοαμερικανικής. Αυτό συνδέεται αναμφίβολα με την ιδιαίτερη θέση των ΗΠΑ στα διεθνή πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά πράγματα (πρβλ. τον νεολογισμό πλανητάρχης). Έχει, άλλωστε, επισημανθεί ότι η επίδραση της αγγλοαμερικανικής σε διεθνές επίπεδο από άποψη ποσότητας (πρβλ. βασική γλώσσα των διεθνών μέσων ενημέρωσης) και ποιότητας είναι κάτι το πρωτόγνωρο, δεν μπορεί να συγκριθεί με την έως τώρα επίδραση καμιάς άλλης γλώσσας
Πώς βλέπω, λοιπόν, το γλωσσικό μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Πόσες γλώσσες πρέπει να γνωρίζει ο ευρωπαίος πολίτης; Καταλήγω στην ακόλουθη πρόταση, εμπνευσμένη κατά ένα μέρος από τον καθηγητή Μπερνάρ Κεμαντά.
Κάθε ευρωπαίος πολίτης οφείλει να γνωρίζει κατ' ελάχιστον μία γλώσσα από κάθε γλωσσική ομάδα της πατρίδας του, δηλαδή της Ενωμένης Ευρώπης.
Πιο συγκεκριμένα, αν η μητρική γλώσσα του είναι ρομανική, λ.χ. η γαλλική, οφείλει να μάθει μία αγγλοσαξονική, λ.χ. τα αγγλικά, και ΑΕ ή ΝΕ· αν πάλι η μητρική γλώσσα του είναι αγγλοσαξονική, λ.χ. η γερμανική, οφείλει κατά προτεραιότητα να μάθει μία ρομανική, λ.χ. γαλλικά ή ιταλικά ή ισπανικά, και ΑΕ ή ΝΕ. Αν μάλιστα χρησιμοποιήσουμε την έννοια της ενεργητικής / παθητικής εκμάθησης των γλωσσών, θα μπορούσε στο μεταβατικό στάδιο να οργανωθεί ενεργητική εκμάθηση για τις ρομανικές και αγγλοσαξονικές γλώσσες και παθητική εκμάθηση για την ΑΕ/ΝΕ - πράγμα που απαιτεί λιγότερο χρόνο και μόχθο από την πλευρά του μαθητή. Το πρόγραμμα αυτό πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται από ενίσχυση της διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας.
Με τον τρόπο αυτό (α) θα επιτευχθεί η απρόσκοπτη γλωσσική επικοινωνία ανάμεσα στους ευρωπαίους πολίτες, και (β) θα διασφαλιστεί η υψηλή ποιότητα στη διδασκαλία όλων των επίσημων γλωσσών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα που θα συμβάλλει στην επιβίωσή τους. Με το πρόγραμμα αυτό, θα αυξηθεί το απόθεμα των αιτιολογημένων γλωσσικών σημείων των ομιλητών, δηλαδή μεγαλύτερο ποσοστό λέξεων θα αποκτήσει σημασιολογική διαφάνεια, πράγμα που διευκολύνει αφάνταστα την απομνημόνευση. Άμεσα αποτελέσματα θα έχουμε λ.χ. στον χώρο της παρετυμολογίας: γαλλ. tire-bouchon > ΝΕ τριπισόνι (με παρετυμολογία προς το τρύπα), γαλλ. la vache qui rit > ΝΕ λαβάς τυρί, γαλλ. résumé > ΝΕ ρεζουμέ (με παρετυμολογία προς το ζουμί), και ιδίως στον χώρο της αποκωδικοποίησης, της παθητικής κατανόησης στη μητρική αλλά και σε μια ξένη γλώσσα, πράγμα απαραίτητο με την έντονη εκλαΐκευση των επιστημών.