ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Εργαλεία
Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
§4.0. Το απαρέμφατο, όπως και η μετοχή, θεωρούνται ειδικότερες μορφές της γενικότερης κατηγορίας των ονοματικών τύπων του ρήματος. Όπως δηλώνει ήδη ο τίτλος αυτός ("ονοματικοί τύποι του ρήματος"), τα δύο τούτα φαινόμενα παρουσιάζουν τυπολογικές και σημασιολογικές ιδιότητες τόσο του ρήματος (διάθεση, χρόνο και "όψη" ή "ποιον ενεργείας", "τροπικότητα", βλ. παρακάτω) όσο και του ονόματος (επιδέχονται άρθρο). Το απαρέμφατο εκφράζει την ρηματική έννοια υπό μορφή ουσιαστικού, η μετοχή υπό μορφή επιθέτου.
Ο όρος ἀπαρέμφατο ανάγεται στους αρχαίους γραμματικούς, οι οποίοι διέκριναν τα παρεμφατικά, τους ρηματικούς τύπους που συμπαραδήλωναν, συνυποδήλωναν κάτι (παρ-εμ-φαίνω), από τα ἀπαρέμφατα, τους ρηματικούς τύπους που δεν διέθεταν συμπαραδηλώσεις (π.χ. ρηματικό πρόσωπο, αριθμό), αλλά αποτελούσαν απλώς και μόνο την καθαρή έκφραση της ρηματικής έννοιας.
§4.1. Η διττή φύση του απαρεμφάτου αποτυπώνεται και στη σύνταξή του: Έτσι το απαρέμφατο μπορεί αφενός να έχει την ισχύ ονόματος π.χ. σε αιτιατική ή ονομαστική και τη συντακτική λειτουργία αντικειμένου ή υποκειμένου (πρβ. πολεμεῖν τολμῶσι παράλληλα με το πόλεμον τολμῶσι, θανεῖν πᾶσιν ἀναγκαῖον παράλληλα με το θάνατος πᾶσιν ἀναγκαῖόν ἐστι) και αφετέρου να ουσιαστικοποιείται με την πρόταξη του άρθρου.
Η ρηματική πλευρά του απαρεμφάτου προκύπτει από το γεγονός ότι συμπληρώνεται με αντικείμενο (π.χ. ἀκριβῶς τοῖς νόμοις πείθεσθαι, τὸ εὐτυχοῦντα νοῦν ἔχειν), προσδιορίζεται από επιρρηματικούς προσδιορισμούς, μπορεί να αποκτήσει "δυνητική" χροιά μέσω της σύναψής του με το ἄν, και εκφράζει διάθεση και "όψη" ή "ποιόν ενεργείας".
§4.2. Η "τροπικότητα" αναφέρεται στη στάση του ομιλητή προς την ισχύ του περιεχομένου του ρήματος, αν δηλαδή αυτό είναι πραγματικό, δυνατό ή μη πραγματικό, επιθυμητό κτλ., και δηλώνεται είτε μορφολογικά με τις εγκλίσεις και τις καταλήξεις τους είτε με τη χρήση του τροπικού μορίου ἄν. Σε σύναψη με απαρέμφατο ή μετοχή το ἂν προσδίδει στο περιεχόμενό τους μια δυνητική ή μη πραγματική σημασία που στο παρεμφατικό ρήμα θα αντιστοιχούσε είτε σε μια ευκτική με ἂν είτε σε μια οριστική ιστορικού χρόνου με ἄν. π.χ.:
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.7.5 ἔνιοι δὲ [λέγουσι] οὐδ' εἰ […] βούλοιο δύνασθαι ἂν [= δύναιο ἂν] ἀποδοῦναι ὅσα ὑπισχνῇ || μερικοί μάλιστα λένε πως ακόμη και αν ήθελες δεν θα μπορούσες να εκπληρώσεις όσα υπόσχεσαι.
ΞΕΝ Απομν 4.4.4 ῥᾳδίως ἂν ἀφεθεὶς [= ἀφείθη ἂν] ὑπὸ τῶν δικαστῶν, εἰ καὶ μετρίως τι τούτων [τῶν εἰωθώτων ἐν τῷ δικαστηρίῳ] ἐποίησε, [Σωκράτης] προείλετο […] ἀποθανεῖν || μολονότι μπορούσε εύκολα να αθωωθεί από τους δικαστές αν έκανε έστω και σε μέτριο βαθμό κάτι από αυτά που συνηθίζονται να γίνονται στα δικαστήρια, ο Σωκράτης προτίμησε να πεθάνει.
§4.3. Χρόνος και όψη ή ποιόν ενεργείας των ονοματικών τύπων του ρήματος:
Σε γενικές γραμμές μπορεί να πει κανείς ότι τα χρονικά θέματα της ΑΕ (με εξαίρεση αυτό του μέλλοντα, βλ. παρακάτω) δηλώνουν κυρίως την όψη ή το ποιόν ενεργείας και δευτερευόντως τον χρόνο. Δεν δηλώνουν δηλαδή πρωτίστως:
• ούτε μιαν απόλυτη χρονική βαθμίδα (το αν η ρηματική έννοια είναι ταυτόχρονη ή προτερόχρονη σε σχέση με το παρόν του ομιλητή ή του συγγραφέα),
• ούτε μια σχετική χρονική βαθμίδα (το αν δύο ή περισσότερα συμβάντα είναι μεταξύ τους ταυτόχρονα, προτερόχρονα ή υστερόχρονα),αλλά:
την όψη ή το ποιόν ενεργείας, την υποκειμενική αντίληψη ή την "άποψη", την οποίαν έχει ο ομιλητής για την χρονική υφή της ρηματικής ενέργειας, το αν δηλαδή αυτή λ.χ. είναι κάτι που τώρα εξελίσσεται και δεν έχει ακόμη αποπερατωθεί ή επαναλαμβάνεται σε τακτά διαστήματα (ενεστώς), π.χ. φεύγω (φεύγειν, φεύγων), "δραπετεύω (τώρα)" ή "συνηθίζω να δραπετεύω"∙ το αν έχει γίνει κάποτε στο παρελθόν και θεωρείται συνοπτικά, χωρίς, δηλαδή, να ενδιαφέρει η διάρκεια ή η έκβασή της (αόριστος), π.χ. ἔφυγον (φυγεῖν, φυγών) "δραπέτευσα"∙ ή, τέλος, το αν έχει συντελεστεί στο παρελθόν ως αποτέλεσμα μιας προηγούμενης διεργασίας και έχει πλέον παγιωθεί ως μια κατάσταση που εξακολουθεί να υφίσταται (παρακείμενος), π.χ. πέφευγα (πεφευγέναι, πεφευγώς) "έχω δραπετεύσει και είμαι δραπέτης").
Για τους επιμέρους ρηματικούς τύπους που σχηματίζονται από τα χρονικά θέματα (με εξαίρεση βέβαια αυτούς του μέλλοντα), επομένως και για το απαρέμφατο και τη μετοχή (με εξαίρεση και εδώ το απαρέμφατο και την μετοχή του μέλλοντα), ισχύει το εξής: Πραγματικό χρόνο, δηλαδή χρονική βαθμίδα, εκφράζουν μόνον οι τύποι της οριστικής, σε συνάρτηση όμως πάντα με τη έκφραση του ποιού ενεργείας, το οποίο είναι εκείνο που πρωτίστως δηλώνεται με το χρονικό θέμα. Οι υπόλοιποι ρηματικοί τύποι, εκτός της οριστικής, επομένως και το απαρέμφατο και η μετοχή, δεν δηλώνουν κατά βάση χρονική βαθμίδα, αλλά μόνον ποιόν ενεργείας (ως προς το οποίο συμφωνούν με τις αντίστοιχες σημασίες της οριστικής).
§4.4. Το απαρέμφατο και η μετοχή ειδικότερα (με εξαίρεση πάντα το απαρέμφατο και την μετοχή του μέλλοντα), τα οποία δεν σχηματίζουν ποτέ αυτόνομες προτάσεις αλλά αποτελούν απλώς εξαρτημένα μέρη μιας πρότασης, δεν δηλώνουν τα ίδια τη χρονική βαθμίδα του ρήματός τους, αλλά μόνο το ποιόν ενεργείας του. Ο χρόνος και η χρονική βαθμίδα στην οποίαν ανήκουν, προσδιορίζεται από τον χρόνο που εκφράζει το ρήμα από το οποίο εξαρτώνται. Για τον λόγο αυτόν μπορεί κάθε απαρέμφατο και κάθε μετοχή να συντάσσεται με οποιονδήποτε χρόνο των παρεμφατικών ρημάτων, έτσι ώστε να είναι δυνατές οι συνάψεις βούλομαι λέγειν, ἠβουλόμην λέγειν, βουλήσεται λέγειν, γελῶν λέγει, γελῶν ἔλεγε, γελῶν λέξει∙ λέγει γεγραφέναι (γράψαι), ἔλεξε γεγραφέναι (γράψαι), λέξει γεγραφέναι (γράψαι), γεγραφὼς (γράψας) λέγει, γεγραφὼς (γράψας) ἔλεξε, γεγραφὼς (γράψας) λέξει κ.ο.κ. Παραδείγματα:
• με απαρέμφατο:
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.1.8 [Κῦρος] ἠξίου […] δοθῆναι οἷ ταύτας τὰς πόλεις μᾶλλον ἢ Τισσαφέρνην ἄρχειν αὐτῶν || ο Κύρος απαιτούσε να δοθούν σε αυτόν τούτες οι πόλεις παρά να [συνεχίσει να] τις έχει υπό την κυριαρχία του ο Τισσαφέρνης.
ΠΛ Γοργ 462d βούλει οὖν, ἐπειδὴ τιμᾷς τὸ χαρίζεσθαι, σμικρόν τί μοι χαρίσασθαι; || θέλεις λοιπόν, επειδή εκτιμάς τόσο πολύ το να προκαλεί κανείς ευχαρίστηση, να προκαλέσεις λίγη ευχαρίστηση σε μένα;
ΠΛ Κριτ 46a οὐδὲ βουλεύεσθαι ἔτι ὥρα ἀλλὰ βεβουλεῦσθαι || δεν είναι πια ώρα να παίρνουμε αποφάσεις, αλλά να είμαστε αποφασισμένοι.
• με μετοχή:
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.6.21 [Μένων] δῆλος ἦν […] ἐπιθυμῶν ἄρχειν || ο Μένων ήταν πρόδηλο ότι επιθυμούσε πάντα να έχει την εξουσία [πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό και μόνιμο γνώρισμα, και επομένως η μετοχή δηλώνει διάρκεια].
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.16 Κῦρος […] ᾔσθετο διαβεβηκότας [τὸν Εὐφράτην] || ο Κύρος έμαθε ότι είχαν διαβεί τον Ευφράτη.
ΠΛ Συμπ 202b [Διοτίμα] γελάσασα […] ἔφη || η Διοτίμα τότε γέλασε και είπε.
§4.5. Εξαίρεση αποτελεί το ρηματικό θέμα του μέλλοντα, το οποίο δηλώνει σε όλους τους ρηματικούς του τύπους, επομένως και στο απαρέμφατο και τη μετοχή, μια ενέργεια ή διεργασία που πρόκειται να γίνει μετά την ενέργεια του ρήματος από το οποίο εξαρτώνται το απαρέμφατο ή η μετοχή. Οι ονοματικοί τύποι του μέλλοντα εκφράζουν έτσι μιαν απόλυτη χρονική βαθμίδα όχι όμως και ένα ορισμένο ποιον ενεργείας. Το ἄρξω λ.χ. μπορεί να σημαίνει τόσο "θα είμαι ηγεμόνας" (διάρκεια), όσο και "θα γίνω ηγεμόνας" (συνοπτικότητα).
Ειδικότερα:
• Το απαρέμφατο του μέλλοντα χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για να εκφραστεί σε πλάγιο λόγο ένας ισχυρισμός, μια γνώμη ή μια υπόσχεση που αναφέρεται στο μέλλον (αντίστοιχα με την οριστική μέλλοντα στον ευθύ λόγο):
ΘΟΥΚ 4.115.2 πῦρ ἐνήσειν διενοοῦντο ἐς τὰ ξύλινα παραφράγματα || σχεδίαζαν να εκσφενδονίσουν φωτιά στα ξύλινα πρόσθετα οχυρώματα.
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.1.4 ἐπαγγελλόμεθα Ἀριαίῳ, ἐὰν ἐνθάδε ἐλθεῖν, εἰς τὸν θρόνον τὸν βασίλειον καθιεῖν αὐτόν || υποσχόμαστε στον Αριαίο ότι, αν έρθει εδώ, θα τον κάνουμε βασιλιά.
• Η μετοχή του μέλλοντα εμφανίζεται κυρίως σε τελική χρήση, για τη δήλωση δηλαδή μιας ενέργειας που την πραγματοποίηση της μπορεί να προσδοκεί κανείς εξαιτίας της πρόθεσης, του χαρακτήρα ή της ποιότητας του υποκειμένου, π.χ.:
ΘΟΥΚ 1.18.2 ὁ βάρβαρος […] ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα δουλωσόμενος ἦλθεν || ο βάρβαρος ήρθε για να υποδουλώσει την Ελλάδα.
Καθαρά χρονική, για τη δήλωση μιας μελλοντικής πράξης, είναι η χρήση της μετοχής μέλλοντα:
(α) Μετά από αισθητικά ρήματα, ρήματα δηλαδή που δηλώνουν αισθητηριακή ή νοητική αντίληψη και γνώση (η μετοχή μέλλοντα αντιστοιχεί εδώ σε μια ειδική πρόταση με το ὅτι ή ὡς και οριστική μέλλοντα). π.χ.:
ΣΟΦ Ηλ 291-291 ὅταν κλύῃ τινὸς ἥξοντ' Ὀρέστην || όταν ακούει από κάποιον πως θα έρθει ο Ορέστης.
ΘΟΥΚ 2.13.1 Περικλῆς […] ἔγνω τὴν ἐσβολὴν ἐσομένην || ο Περικλής κατάλαβε πως η εισβολή θα γίνει [ή: βλέποντας πως η εισβολή θα γίνει].
(β) Σε περιπτώσεις όπως:
ΟΜ Ιλ 1.70 ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα || που γνώριζε και αυτά που υπάρχουν και αυτά που θα υπάρξουν και αυτά που υπήρξαν.
ΘΟΥΚ 1.138.3 [ἦν ὁ Θεμιστοκλῆς] τῶν μελλόντων ἐπὶ πλεῖστον τοῦ γενησομένου ἄριστος εἰκαστής || ήταν ο πολύ καλός στην πρόγνωση αυτών που επρόκειτο να γίνουν στο μακροπρόθεσμο μέλλον.
§4.6. Σε ότι αφορά στην προέλευση και τη γενικότερη σημασία του απαρεμφάτου, η μορφή με την οποίαν το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται στους ιστορικούς χρόνους δεν είναι η πρωταρχική, αλλά προήλθε από την εξέλιξη ρηματικών αφηρημένων ονομάτων που δήλωναν δράση (nomina actionis, π.χ. φυγή), τα οποία απόκτησαν βαθμιαία ρηματικά χαρακτηριστικά, και ειδικότερα από απολιθωμένους πτωτικούς τύπους τέτοιων ουσιαστικών. Οι απολιθωμένοι αυτοί ονοματικοί πτωτικοί τύποι, στους οποίους παραπέμπει τόσο η συγγένεια της απαρεμφατικής κατάληξης -μεναι με το μετοχικό επίθημα -μενο, όσο και η κατάληξη -αι στα -μεναι, - ναι, -σαι, ήτανκυρίως δοτικές του σκοπού ή του αποτελέσματος: δήλωναν τον σκοπό και το επιδιωκόμενο ή δυνατό αποτέλεσμα μιας ενέργειας ή κίνησης συμπληρώνοντας έτσι το ρήμα της πρότασης, όπως π.χ. στο συχνό ομηρικό (ΟΜ Ιλ 4.199 κ.α.) βῆ δ' ἰέναι κατὰ λαὸν Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων = κίνησε "για να πάει" ή, όπως θα μπορούσε να πει κανείς, "για τον πηγαιμό" στον στρατό των χαλκοθώρακων Αχαιών.
Η εξέλιξη που οδήγησε στο απαρέμφατο με τη μορφή που εμφανίζεται στους ιστορικούς χρόνους αρχίζει ήδη στην προϊστορική περίοδο και τείνει προς την όλο και μεγαλύτερη εξομοίωση του απαρεμφάτου προς τους παρεμφατικούς ρηματικούς τύπους, έτσι ώστε να υπάρχει πλήρης αντιστοιχία των εκφραστικών δυνατοτήτων μεταξύ απαρεμφάτου και παρεμφατικών. Κατά την διάρκεια τούτης της εξέλιξης το απαρέμφατο απέβαλε τη σημασιολογική ακαμψία που χαρακτήριζε τους παγιωμένους πτωτικούς τύπους των ρηματικών αφηρημένων ονομάτων, καθώς ενσωματώθηκε βαθμιαία στο σύστημα των ρηματικών χρόνων και διαφοροποιήθηκε ως προς τις ρηματικές κατηγορίες της διάθεσης, της όψης, του χρόνου και του τρόπου με την προσθήκη του ἄν (πρβ. π.χ. φυγή αφενός και φεύγειν, φυγεῖν, πεφευγέναι αφετέρου). Παράλληλα "επαναπροσέλαβε" στην ύστερη φάση αυτής της ιστορικής εξέλιξης ονοματικά χαρακτηριστικά με τη σύνταξή του με άρθρο (βλ. §4.18. κ.εξ. με τα παραδείγματα).Έτσι η αρχαία ελληνική γλώσσα απέκτησε ένα μέσο που μπορούσε να εκφράζει την καθαρή ρηματική έννοια σε όλες τις σημασιολογικές αποχρώσεις του παρεμφατικού ρήματος, (εκτός από το πρόσωπο και τον αριθμό), διατηρώντας παράλληλα και τη ρηματική σύνταξη.
Ανάλογηεικάζεται ότι είναι και η προέλευση των μετοχών [βλ. αναλυτικά την Εισαγωγή στην Μετοχή §5.0.], οι οποίες ανάγονται σε επιθετικά ονόματα και επίθετα. Τα επίθετα αυτά μπορούσαν να δηλώσουν μια χρονικά περιορισμένη ιδιότητα (παρόμοια π.χ. με το ὑγιής, ἀσθενὴς σε συνάψεις του είδους ἀσθενής εἰμι), δηλαδή χρόνο, πράγμα το οποίο τους επέτρεψε να προσεγγίσουν το ρήμα και να προσλάβουν σταδιακά ρηματική φύση.
§4.7. Τα απαρέμφατα διακρίνονται σε ειδικά και τελικά. Τα ειδικά απαρέμφατα λέγονται έτσι επειδή θεωρείται ότι κατά κανόνα ισοδυναμούν με ειδικές προτάσεις, τα τελικά επειδή αντιστοιχούν προς προτάσεις επιθυμίας με την ευρεία σημασία.
Στη νεοελληνική το ειδικό απαρέμφατο αποδίδεται με μιαν ειδική πρόταση (με το ότι ή το πώς, π.χ. νομίζω σὲ εἰδέναι || νομίζω ότι ή πως γνωρίζεις), ενώ το τελικό με μια βουλητική (με χρήση υποτακτικής, π.χ. Σωκράτης πολλοὺς ἀρετῆς ἐποίησεν ἐπιθυμεῖν || ο Σωκράτης έκανε πολλούς να επιθυμούν την αρετή).
Απαρεμφατικοί τύποι της ΝΕ θεωρούνται ο αόριστος της ενεργητικής φωνής σε -ει και της μέσης σε -θει, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τον σχηματισμό των συντελικών χρόνων ("έχω, είχα, θα έχω λύσει", "έχω, είχα, θα έχω λυθεί").