Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Μορφολεξικό
Πλοήγηση
0
Φάκελος
Αποτελέσματα για: "Υ"
υγρο-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις που αναφέρονται:
- 1. στην υγρή κατάσταση:
- υγροποιώ, υγραέριο.
- 2. στο νερό:
- υγρόβιος.
- 3. στην υγρασία που υπάρχει στην ατμόσφαιρα:
- υγρόμετρο, υγροσκόπιο.
υδατο-
- το ουσιαστικό ύδωρ ΄νερό΄ ως α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις που αναφέρονται στο νερό:
- υδατόφραγμα, υδατόπτωση.
υδρο-
- το ουσιαστικό ύδωρ ΄νερό΄ ως α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις.:
- 1. που αναφέρονται στο νερό:
- υδραντλία, υδρατμός, υδρόμυλος, υδροηλεκτρικός, υδροδοτώ, υδρόβιος.
- 2. που αναφέρονται στα υγρά:
- υδροδυναμική.
υπερ-
- πρόθημα
- 1. δηλώνει αυτό που βρίσκεται πάνω, πέρα, έξω από ορισμένα όρια:
- υπέργειος, υπερατλαντικός, υπερπέραν.
- 2. δηλώνει ότι κάτι ισχύει, υπάρχει σε μεγάλο βαθμό:
- υπεραγαπώ, υπεραρκετός.
- 3. δηλώνει το ΄πολύ΄:
- υπεραυτόματος, υπερσύγχρονος, υπερθερμαίνω.
- 4. δηλώνει ότι ένα χαρακτηριστικό υπάρχει σε μεγάλο βαθμό:
- υπεραγορά, υπερκατάστημα, υπερθέαμα, υπεράνθρωπος.
υπο-
- πρόθημα
- 1. δηλώνει αυτό που βρίσκεται κάτω από κάτι άλλο:
- υπέδαφος, υπόγειος.
- 2. δηλώνει πρόσωπο που βρίσκεται κάτω από την εξουσία, επιρροή κτλ. κάποιου:
- υπόδουλος, υποδουλώνω, υποτάσσω.
- 3. δηλώνει το πρόσωπο που βρίσκεται κάτω από μια θέση, ένα αξίωμα:
- υποδιευθυντής, υποστράτηγος.
- 4. δηλώνει ότι η ενέργεια που εκφράζει η πρωτότυπη λέξη γίνεται λίγο, κρυφά, με δυσκολία κτλ.:
- υποδηλώνω, υποκινώ.
- 5. δηλώνει ότι μια ενέργεια γίνεται σε μικρό βαθμό:
- υπολειτουργώ.
- 6. δηλώνει υποδιαίρεση:
- υποκατάστημα, υποσύνολο.
- 7. δηλώνει την απουσία ορισμένων κύριων χαρακτηριστικών:
- υπάνθρωπος, υπόκοσμος.
υστερο-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις.:
- 1. δηλώνει ότι κάτι γίνεται ύστερα από κάτι άλλο:
- υστερότοκος, υστερόγραφο.
- 2. δηλώνει το νεότερο, το τελευταίο στάδιο μιας περιόδου:
- υστεροελλαδικός.