Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Μορφολεξικό
Πλοήγηση
0
Φάκελος
Αποτελέσματα για: "Τ"
τερα-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις που δηλώνουν μονάδα μέτρησης η οποία αποτελείται από ένα τρισεκατομμύριο μονάδες της τάξης που δηλώνει το β΄ συνθετικό:
- τεραμπάιτ.
τετρα-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις.:
- 1. δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζεται έχει τέσσερα στοιχεία:
- τετραθέσιος, τετρασέλιδος, τετράτομος.
- 2. δίνει έμφαση:
- τετράπαχος.
τηλε-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις.:
- 1. με την έννοια ΄μακριά΄, ΄από απόσταση΄:
- τηλεπικοινωνία, τηλεφωνώ, τηλεόραση, τηλεκατευθυνόμενος.
- 2. που αναφέρονται στην τηλεόραση:
- τηλεθεατής, τηλεπαρουσιαστής.
τρι-
- το αριθμητικό τρία ως α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις:
- τρίγωνος, τρισέλιδος, τρίτομος.
τρισ-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις.:
- 1. δίνει έμφαση:
- τρισάθλιος, τρισευτυχισμένος.
- 2. δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζεται έχει τρία στοιχεία:
- τρισδιάστατος.
τριτο-
- το αριθμητικό τρίτος ως α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις:
- τριτοβάθμιος, τριτόκλιτος.