Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Μορφολεξικό
Πλοήγηση
0
Φάκελος
Αποτελέσματα για: "Ρ"
ραδιο-
- α΄ συνθετικό
- σε σύνθετες λέξεις με αναφορά:
- 1. στην ακτινοβολία:
- ραδιοτηλεσκόπιο, ραδιενέργεια. || στην ασύρματη επικοινωνία
- 2. στη ραδιοφωνία ή στο ραδιόφωνο:
- ραδιοτηλεόραση, ραδιοενισχυτής.