Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

«Κίχλη, Β΄»

Πρόκειται για το δεύτερο μέρος από τα τρία μέρη της ποιητικής σύνθεσης Κίχλη (1947). Το πολύστιχο αυτό ποίημα ο Γ. Σεφέρης το έγραψε αμέσως μετά τον πόλεμο, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1946, και το δημοσίευσε τον επόμενο χρόνο. Είναι ένα ιδιαίτερα υπαινικτικό ποίημα, που αντλεί από το ελληνικό τοπίο (το σκηνικό του σπιτιού στον Πόρο, όπου γράφτηκε το ποίημα) και από τις παραδόσεις του παρελθόντος (τους μύθους του Οδυσσέα, των παιδιών του Οιδίποδα και της γέννησης της Αφροδίτης). Στο ποίημα, η «Κίχλη» είναι κυριολεκτικά ένα πουλί αλλά και το όνομα ενός πλοίου που βυθίστηκε στον πόλεμο. Στη συνέχεια, ταυτίζεται με το πλοίο που οδήγησε τον Οδυσσέα στον Κάτω Κόσμο για να κερδίσει τον νόστο του (Beaton, 1996: 244-245).
Το συνθετικό ποίημα αρθρώνεται σε τρία αριθμημένα μέρη, από τα οποία τα δύο πρώτα κλιμακώνονται —όπως έγραφε ο ίδιος ο Σεφέρης— «σαν σιγανή πορεία προς τη νέκυια» (Γαραντούδης & Καγιαλής, 2008: 160), και κινείται σε δύο κύκλους· ο ένας αφορά περισσότερο τον σεφερικό Ελπήνορα και ο άλλος τον σεφερικό Οδυσσέα. Ο πρώτος κύκλος θρυμματίζεται γιατί η ερωτική ηδονή μετατρέπεται σε λαγνεία, κυριαρχούν η σωματική φθορά και ο θάνατος, και ο νόστος ακυρώνεται. Ο δεύτερος κύκλος σχηματίζεται στον Κάτω Κόσμο και αναδύεται ξανά ως αγάπη, που επιτρέπει τη συμφιλίωση του νόστου με τον θάνατο (Μαρωνίτης, 1989: 22).
Ο Γ. Σεφέρης χρησιμοποιεί τη «μυθική μέθοδο», ορμώμενος από ένα τοπίο συγκεκριμένο (τον Πόρο με το αρχοντικό του και το ναυαγισμένο πλοίο του που δίνει το όνομα στο ποίημα). Η συγκεκριμένη υπόσταση του τοπίου καθιστά την αναφορά στον Όμηρο και τον μυθικό Ελπήνορα δραστικότερη (Keeley, 1999: 416-417). Ειδικότερα, ο ποιητής εμπνέεται από τον ομηρικό Ελπήνορα, τον άτυχο ναύτη της Οδύσσειας και τον πιο νέο από τους συντρόφους του Οδυσσέα, που με σαλεμένο νου και μεθυσμένος έπεσε από το δώμα της Κίρκης και σκοτώθηκε την ώρα που ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του αναχωρούσαν από το νησί της θεάς.
Το ποίημα χωρίζεται σε δύο σκηνές. Η πρώτη έχει τη μορφή διαλόγου ανάμεσα στον Ελπήνορα και μια γυναίκα, μάλλον την Κίρκη, σε κλίμα ηδυπαθές και μελαγχολικό. Ο Ελπήνορας προσπαθεί να την κατακτήσει, αλλά εκείνη αδιαφορεί. Στην προσπάθειά του αυτή χρησιμοποιεί μια άκρως αισθησιακή γλώσσα, για να εκφράσει αυτό που ο Σεφέρης αποκαλούσε «καημό του αισθησιασμού». Στη δεύτερη σκηνή το ραδιόφωνο παίζει ένα χαρούμενο τραγούδι σε μορφή μπαλάντας. Ένας άλλος σταθμός, όμως, καλύπτει τον προηγούμενο με το δελτίο ειδήσεων, που αναγγέλλει τον πόλεμο, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ψυχαμοιβός από τον ποιητή. Δεν είναι τυχαίο ότι το ποίημα γράφτηκε με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ούτε επίσης το γεγονός ότι ο Σεφέρης επιλέγει έναν αντιήρωα για κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος. Βλέπουμε πως στο ποίημα επανέρχονται τα αιώνια θέματα της Οδύσσειας: πόλεμος, νόστος, έρωτας, θάνατος.
Η ατμόσφαιρα του ποιήματος είναι θολή. Σε αυτό ο ποιητής εκθέτει ως αυτούσιος μάρτυρας επεισόδια φθοράς συναισθημάτων της καθημερινότητας. Ο διάλογος άντρα/γυναίκας μάς θυμίζει σκηνικό θεάτρου και παραπέμπει στην αιώνια ερωτική αντιδικία άντρα/γυναίκας. Αν και το «άγαλμα» γενικά αποτελεί απτό σύμβολο του θανάτου και της ακινησίας, στο ποίημα τα αγάλματα αποκτούν θετικές διαστάσεις, καθώς σχετίζονται με εμπειρίες γνησιότητας και συγκεντρώνουν ιδιότητες που τα κρατούν έξω από τη φθορά, σε αντίθεση με τους ανθρώπους, που είναι συντρίμμια. Η ηδονή, πάλι, αποτελεί την άλλη όψη της φθοράς (Mackridge, 1999: 462). Ο Ελπήνωρ όμως του Σεφέρη δεν μιλάει μόνο για το αδιέξοδο της ερωτικής αισθηματολογίας, αλλά και για εκείνη τη στιγμή της ερωτικής έκστασης που καταργεί τον χρόνο (Μαρωνίτης, 1989: 23). Σύμφωνα με τον Γ. Π. Σαββίδη (1981: 21), ο Ελπήνωρ είναι ένα προσωπείο του ποιητή που «κρυστάλλωσε όλα τα αρνητικά στοιχεία του δικού του χαρακτήρα (συμπεριλαμβανομένου και του οξύτατου αισθησιασμού του) στην persona του Ελπήνορα», ενώ «παραχώρησε στον Ελπήνορα πολλούς από τους πιο προσωπικά φορτωμένους στίχους της Κίχλης».

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Σεφέρης, Γιώργος. 1947. Κίχλη. Αθήνα: Ίκαρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιώργος Σεφέρης. [1972] 1985. Ποιήματα. 15η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία:

  • ΨΗΦΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. ΑΝΕΜΟΣΚΑΛΑ, Γιώργος Σεφέρης.
  • ΨΗΦΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, Σεφέρης Γιώργος .
  • Γαραντούδης Ευριπίδης - Καγιαλής Τάκης (επιμ.). 2008. Ο Σεφέρης για νέους αναγνώστες. Αθήνα: Ίκαρος.
  • Μαρωνίτης, Δ. Ν. [1983] 1989. «Η Νέκυια της "Κίχλης"». Στο Η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Αθήνα: Ερμής. 15-30.
  • Σαββίδης, Γ. Π. 1981. Μεταμορφώσεις του Ελπήνορα. Αθήνα: Ερμής.
  • Beaton, Roderick. 1996. Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Αθήνα: Νεφέλη.
  • Keeley, Edmund. 1987. «Ο Σεφέρης και η "μυθική μέθοδος"». Στο Μύθος και φωνή στη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Μετάφραση: Σπύρος Τσακνιάς. Αθήνα: Στιγμή. 113-146. Και στον συγκεντρωτικό τόμο Εισαγωγή στην ποίηση του Σεφέρη. [1996] 1999. Επιμ. Δ. Δασκαλόπουλος. Β΄ έκδοση. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης. 401-428.
  • Mackridge, Peter. 1993. «Ο ηδονικός Σεφέρης». Ακτή Λευκωσίας 17: 43-48. Και στον συγκεντρωτικό τόμο Εισαγωγή στην ποίηση του Σεφέρη. [1996] 1999. Επιμ.: Δ. Δασκαλόπουλος. Β΄ έκδοση. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης. 456-462.