Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαϊκής Λυρικής Ποίησης

Επιμ. Σωτήρης Τσέλικας

ΑΝΑΚΡΕΩΝ

απ. 347 Page

καὶ κ[όμη]ς, ἥ τοι κατ᾽ ἁβρὸν
2 ἐσκία[ζ]εν αὐχένα·

νῦν δ̣ὲ̣ δ̣ὴ σὺ μὲν στολοκρός,
ἡ δ᾽ ἐς αὐχμηρὰς πεσοῦσα
χεῖρας ἀθρόη μέλαιναν
6 ἐς κόνιν κατερρύη

τλήμον[ο]ς̣ τομῆι σιδήρου
περιπεσο[ῦ]σ᾽· ἐ̣γ̣ὼ δ᾽ ἄσηισι
τείρομαι· τί γάρ τις ἔρξηι
10 μηδ᾽ ὑπὲρ Θ̣ρήικης τυχών;

οἰκτρὰ δὴ φρονεῖν ἀκού[ω
τὴν ἀρίγνωτον γυναῖ[κα
πολλάκις δ̣ὲ̣ δ̣ὴ τόδ᾽ εἰπ[εῖν
14 δαίμον᾽ αἰτιωμέ[ν]η̣ν·

ὡ]ς ἂν εὖ πάθοιμι, μῆτερ,
εἴ] μ᾽ ἀμείλιχον φέρουσα
π]όντον ἐσβάλοις θυίοντα
18 π]ορφ[υρ]έοισι κύμασι[

[].[]. .[]. .[

Κι από την κόμη που σκίαζε τον τρυφερόν αυχένα. Μα τώρα είσαι κουρεμένος για καλά, και το μαλλί σου έχει πέσει σε χέρια σκληρά — ανταμώνοντας την κόψη του άπονου σίδερου κυλίστηκε στη μαύρη σκόνη. Λιώνω απ᾽ τον καημό μου. Γιατί, τι να περιμένει κανείς απόναν άνθρωπο που έχει αποτύχει ακόμη και στη Θράκη;

Ακούω ότι η γυναίκα, που εύκολα αναγνωρίζεται, βασανίζεται με τις σκέψεις της, και συχνά, κατηγορώντας τη μοίρα της, λέει: πόσο καλύτερο θα ᾽ταν, μάνα, αν μ᾽ έπαιρνες και μ᾽ έριχνες στην ανήλεη θάλασσα που αφρίζει με τα πορφυρά, ταραγμένα κύματά της.