Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαϊκής Λυρικής Ποίησης

Επιμ. Σωτήρης Τσέλικας

ΣΤΗΣΙΧΟΡΟΣ

απ. 222b.201-234 Davies

ἐπ' ἄλγεσι μὴ χαλεπὰς ποίει μερίμνας,
μηδέ μοι ἐξοπίσω
πρόφαινε ἐλπίδας βαρείας.

επωδ. οὔτε γὰρ αἰὲν ὁμῶς
205 θεοὶ θέσαν ἀθάνατοι κατ' αἶαν ἱράν
νεῖκος ἔμπεδον βροτοῖσιν
οὐδέ γα μὰν φιλότατ', ἐπὶ δ' ἀ. . . .αννόον ἀνδρῶν
θεοὶ τιθεῖσι.
μαντοσύνας δὲ τεὰς ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων
210 μὴ πάσας τελέσσαι.

στρ. αἰ δέ με παίδας ἰδέσθαι ὑπ' ἀλλάλοισι δαμέντας
μόρσιμόν ἐστιν, ἐπεκλώσαν δὲ Μοίρα[ι,
αὐτίκα μοι θανάτου τέλος στυγερο[ῖο] γέν[οιτο,
πρὶν πόκα ταῦτ' ἐσιδεῖν
215 ἄλγεσ‹σ›ι πολύστονα δακρυόεντα[ˉ ˉ,
παίδας ἐνὶ μεγάροις
θανόντας ἢ πόλιν ἁλοίσαν.

αντ. ἀλλ' ἄγε παίδες ἐμοῖς μύθοις, φίλα [ˉ ˘ ˘ ˉ
τᾷδε γὰρ ὑμὶν ἐγὼν τέλος προφα[ίνω·
220 τὸν μὲν ἔχοντα δόμους ναίειν πα[ρὰ νάμασι Δίρκας,
τὸν δ' ἀπίμεν κτεάνη
καὶ χρυσὸν ἔχοντα φίλου σύμπαντα [πατρός,
κλαροπαληδὸν ὃς ἂν
πρᾶτος λάχῃ ἕκατι Μοιρᾶν.

επωδ. τοῦτο γὰρ ἂν δοκέω
λυτήριον ὔμμι κακοῦ γένοιτο πότμο[υ,
μάντιος φραδαῖσι θείου,
αἴ γ’ ἐτεὸν Κρονίδας γένος τε καὶ ἄστυ [˘ ˉ ˉ
Κάδμου ἄνακτος,
230 ἀμβάλλων κακότατα πολὺν χρόνον [ˉ ˘ ˘ ˉ ˉ
πέπρωται γενέ[θ]λᾳ.»

στρ. ὣς φάτ[ο] δῖα γυνὰ μύθοις ἀγ[α]νοῖς ἐνέποισα,
νείκεος ἐν μεγάροις [. . .]ισα παίδας,
σὺν δ' ἅμα Τειρ[ε]σίας τ[ερασπό]λος· οἱ δ’ [ἐ]πίθο[ντο

«... πάνω στον πόνο μου μην προσθέτεις αδυσώπητες έγνοιες

και για το μέλλον μην προφητεύεις αγωνία αβάσταχτη.

 

Γιατί και οι αθάνατοι θεοί

δεν έταξαν για τους θνητούς πάνω στην ιερή γη

ούτε παντοτινή και ακατάπαυτη έχθρα 205

ούτε βέβαια και αγάπη·

οι θεοί χαρίζουν στους ανθρώπους στοχασμό

που έχει ορίζοντα την ημέρα.

Όσο για τις δικές σου τις μαντείες,

να δώσει ο μέγας Απόλλων, ο εκηβόλος, 210

να μη βγουν αληθινές όλες.

 

Αν όμως μου μέλλεται να δω τους γιους μου

ν᾽ αλληλοσφάζονται, αν έτσι όρισαν οι Μοίρες,

ας έρθει ο στυγερός θάνατος να θέσει τέλος στη ζωή μου τώρα,

προτού φτάσω να ιδώ τον πικρό στεναγμό 215

και το δάκρυ του ανελέητου πόνου,

να δω τους δυο γιους μου να πεθαίνουν μέσα στα μέλαθρα

ή την πόλη να δαμάζεται.

 

Ελάτε όμως γιοι μου, ακούστε τα λόγια μου, αγαπημένοι μου·

δείτε ποια λύση σας δείχνω:

ο ένας να έχει τα πατρικά δώματα 220

και να ζήσει πλάι στα νάματα της Δίρκης,

ο άλλος να σηκωθεί και να φύγει

παίρνοντας τα κοπάδια κι όλο το χρυσάφι του πατέρα σας,

να κρίνει ο κλήρος ποιος

—όποιος τραβήξει τον κλήρο πρώτος,

καταπώς θα ορίσουν οι Μοίρες.

Έτσι, πιστεύω, θα ξεφύγετε από το κακό ριζικό σας, 225

όπως προλέγει ο θείος μάντης,

αν θέλει αλήθεια ο γιος του Κρόνου

να σώσει το γένος και την πόλη του Κάδμου,

αναβάλλοντας καιρό πολύ το κακό που είναι γραφτό για τη γενιά σας». 230

 

Έτσι μίλησε η θεία γυναίκα, λέγοντάς τους λόγια μειλίχια,

γυρεύοντας να αποτρέψει τους γιους της από τον αλληλοσπαραγμό

μέσα στα μέλαθρα·

μαζί της προσπαθούσε ο μάντης Τειρεσίας· και εκείνοι επείσθηκαν.