[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]
Γιάννης Ρίτσος
Πρώτη ηδονή
Περήφανα βουνά, Καλλίδρομον, Οίτη, Όθρυς,
κυρίαρχα βράχια, αμπέλια, στάχυα κι ελαιώνες·
εδώ έχουν στήσει λατομεία, η θάλασσα τραβήχτηκε·
δυνατό μύρο ηλιοκαμένων σκοίνων
και το ρετσίνι στάζοντας θρόμβους. Μεγάλο,
κατερχόμενο βράδυ. Εκεί, στην όχθη, ο Αχιλλέας,
ούτε έφηβος σχεδόν ακόμη, δένοντας τα σανδάλια του,
ένιωσε εκείνη την ξέχωρη ηδονή, καθώς κράτησε
μέσα στη φούχτα του τη φτέρνα του. Για λίγο αφαιρέθηκε
κι έμεινε να κοιτάζει τις ανταύγειες των νερών. Ύστερα
μπήκε στο σιδεράδικο και παράγγειλε την ασπίδα του, —
ήξερε τώρα επακριβώς το σχήμα, τις σκηνές, το μέγεθος.
Γιάννης Ρίτσος. 1966. Μαρτυρίες. Σειρά δεύτερη. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. 1989. Ποιήματα Θ΄ (1958-1967). Αθήνα: Κέδρος.