Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΞΕΝΟΦΩΝ

105. – Ἑλληνικὰ 1, 7, 4-16 και 34-35

Στα Ελληνικά του ο Ξενοφών, επιθυμώντας να συνεχίσει το έργο του Θουκυδίδη, εκθέτει την ιστορία της Ελλάδας από το 411/10 π.Χ. (χρονικό σημείο στο οποίο διακόπτεται η ιστορία του Θουκυδίδη) μέχρι τη μάχη της Μαντινείας (362 π.Χ.). Ως ιστορικός ο Ξενοφών ενδιαφέρεται κυρίως για τα πολεμικά γεγονότα και αποδίδει μεγάλη σημασία στον ρόλο μεμονωμένων προσωπικοτήτων που διαθέτουν στρατιωτικές ικανότητες, ενώ αντίθετα η αναζήτηση των πραγματικών αιτίων ελάχιστα τον απασχολεί. Παρά ταύτα, δεν μπορεί παρά να διακρίνει κανείς και αξιόλογα προτερήματα στα Ελληνικά:η παρουσίαση των γεγονότων είναι σε γενικές γραμμές αντικειμενική, καταβάλλεται συχνά προσπάθεια να σκιαγραφηθούν τα πρόσωπα μέσα από δημηγορίες, η περιγραφή αρκετών σκηνών γίνεται με αξιοπρόσεκτη γλαφυρότητα. Στο απόσπασμα που ακολουθεί περιγράφεται η πολύκροτη δίκη και η παράνομη καταδίκη των έξι στρατηγών που επέστρεψαν στην Αθήνα μετά την νικηφόρα ναυμαχία των Αργινουσών το 406 π.Χ. και κατηγορήθηκαν, επειδή δεν είχαν περισυλλέξει από τη θάλασσα τους Αθηναίους ναυαγούς.

[1.7.4] μετὰ δὲ ταῦτα ἐκκλησία ἐγένετο, ἐν ᾗ τῶν στρατηγῶν κατηγόρουν ἄλλοι τε καὶ Θηραμένης μάλιστα, δικαίους εἶναι λόγον ὑποσχεῖν διότι οὐκ ἀνείλοντο τοὺς ναυαγούς. ὅτι μὲν γὰρ οὐδενὸς ἄλλου καθήπτοντο, ἐπιστολὴν ἐπεδείκνυε μαρτύριον ἣν ἔπεμψαν οἱ στρατηγοὶ εἰς τὴν βουλὴν καὶ εἰς τὸν δῆμον, ἄλλο οὐδὲν αἰτιώμενοι ἢ τὸν χειμῶνα. [1.7.5] μετὰ ταῦτα δὲ οἱ στρατηγοὶ βραχέως ἕκαστος ἀπελογήσατο (οὐ γὰρ προυτέθη σφίσι λόγος κατὰ τὸν νόμον), καὶ τὰ πεπραγμένα διηγοῦντο, ὅτι αὐτοὶ μὲν ἐπὶ τοὺς πολεμίους πλέοιεν, τὴν δὲ ἀναίρεσιν τῶν ναυαγῶν προστάξαιεν τῶν τριηράρχων ἀνδράσιν ἱκανοῖς καὶ ἐστρατηγηκόσιν ἤδη, Θηραμένει καὶ Θρασυβούλῳ καὶ ἄλλοις τοιούτοις· [1.7.6] καὶ εἴπερ γέ τινας δέοι, περὶ τῆς ἀναιρέσεως οὐδένα ἄλλον ἔχειν αὐτοὺς αἰτιάσασθαι ἢ τούτους οἷς προσετάχθη. καὶ οὐχ ὅτι γε κατηγοροῦσιν ἡμῶν, ἔφασαν, ψευσόμεθα φάσκοντες αὐτοὺς αἰτίους εἶναι, ἀλλὰ τὸ μέγεθος τοῦ χειμῶνος εἶναι τὸ κωλῦσαν τὴν ἀναίρεσιν. τούτων δὲ μάρτυρας παρείχοντο τοὺς κυβερνήτας καὶ ἄλλους τῶν συμπλεόντων πολλούς. τοιαῦτα λέγοντες ἔπειθον τὸν δῆμον· [1.7.7] ἐβούλοντο δὲ πολλοὶ τῶν ἰδιωτῶν ἐγγυᾶσθαι ἀνιστάμενοι· ἔδοξε δὲ ἀναβαλέσθαι εἰς ἑτέραν ἐκκλησίαν (τότε γὰρ ὀψὲ ἦν καὶ τὰς χεῖρας οὐκ ἂν καθεώρων), τὴν δὲ βουλὴν προβουλεύσασαν εἰσενεγκεῖν ὅτῳ τρόπῳ οἱ ἄνδρες κρίνοιντο. [1.7.8] μετὰ δὲ ταῦτα ἐγίγνετο Ἀπατούρια, ἐν οἷς οἵ τε πατέρες καὶ οἱ συγγενεῖς σύνεισι σφίσιν αὐτοῖς. οἱ οὖν περὶ τὸν Θηραμένην παρεσκεύασαν ἀνθρώπους μέλανα ἱμάτια ἔχοντας καὶ ἐν χρῷ κεκαρμένους πολλοὺς ἐν ταύτῃ τῇ ἑορτῇ, ἵνα πρὸς τὴν ἐκκλησίαν ἥκοιεν, ὡς δὴ συγγενεῖς ὄντες τῶν ἀπολωλότων, καὶ Καλλίξενον ἔπεισαν ἐν τῇ βουλῇ κατηγορεῖν τῶν στρατηγῶν. [1.7.9] ἐντεῦθεν ἐκκλησίαν ἐποίουν, εἰς ἣν ἡ βουλὴ εἰσήνεγκε τὴν ἑαυτῆς γνώμην Καλλιξένου εἰπόντος τήνδε· Ἐπειδὴ τῶν τε κατηγορούντων κατὰ τῶν στρατηγῶν καὶ ἐκείνων ἀπολογουμένων ἐν τῇ προτέρᾳ ἐκκλησίᾳ ἀκηκόασι, διαψηφίσασθαι Ἀθηναίους ἅπαντας κατὰ φυλάς· θεῖναι δὲ εἰς τὴν φυλὴν ἑκάστην δύο ὑδρίας· ἐφ᾽ ἑκάστῃ δὲ τῇ φυλῇ κήρυκα κηρύττειν, ὅτῳ δοκοῦσιν ἀδικεῖν οἱ στρατηγοὶ οὐκ ἀνελόμενοι τοὺς νικήσαντας ἐν τῇ ναυμαχίᾳ, εἰς τὴν προτέραν ψηφίσασθαι, ὅτῳ δὲ μή, εἰς τὴν ὑστέραν· [1.7.10] ἂν δὲ δόξωσιν ἀδικεῖν, θανάτῳ ζημιῶσαι καὶ τοῖς ἕνδεκα παραδοῦναι καὶ τὰ χρήματα δημοσιεῦσαι, τὸ δ᾽ ἐπιδέκατον τῆς θεοῦ εἶναι. [1.7.11] παρῆλθε δέ τις εἰς τὴν ἐκκλησίαν φάσκων ἐπὶ τεύχους ἀλφίτων σωθῆναι· ἐπιστέλλειν δ᾽ αὐτῷ τοὺς ἀπολλυμένους, ἐὰν σωθῇ, ἀπαγγεῖλαι τῷ δήμῳ ὅτι οἱ στρατηγοὶ οὐκ ἀνείλοντο τοὺς ἀρίστους ὑπὲρ τῆς πατρίδος γενομένους. [1.7.12] τὸν δὲ Καλλίξενον προσεκαλέσαντο παράνομα φάσκοντες συγγεγραφέναι Εὐρυπτόλεμός τε ὁ Πεισιάνακτος καὶ ἄλλοι τινές. τοῦ δὲ δήμου ἔνιοι ταῦτα ἐπῄνουν, τὸ δὲ πλῆθος ἐβόα δεινὸν εἶναι εἰ μή τις ἐάσει τὸν δῆμον πράττειν ὃ ἂν βούληται. [1.7.13] καὶ ἐπὶ τούτοις εἰπόντος Λυκίσκου καὶ τούτους τῇ αὐτῇ ψήφῳ κρίνεσθαι ᾗπερ καὶ τοὺς στρατηγούς, ἐὰν μὴ ἀφῶσι τὴν κλῆσιν, ἐπεθορύβησε πάλιν ὁ ὄχλος, καὶ ἠναγκάσθησαν ἀφιέναι τὰς κλήσεις. [1.7.14] τῶν δὲ πρυτάνεών τινων οὐ φασκόντων προθήσειν τὴν διαψήφισιν παρὰ τὸν νόμον, αὖθις Καλλίξενος ἀναβὰς κατηγόρει αὐτῶν τὰ αὐτά. οἱ δὲ ἐβόων καλεῖν τοὺς οὐ φάσκοντας. [1.7.15] οἱ δὲ πρυτάνεις φοβηθέντες ὡμολόγουν πάντες προθήσειν πλὴν Σωκράτους τοῦ Σωφρονίσκου· οὗτος δ᾽ οὐκ ἔφη ἀλλ᾽ ἢ κατὰ νόμον πάντα ποιήσειν. [1.7.16] μετὰ δὲ ταῦτα ἀναβὰς Εὐρυπτόλεμος ἔλεξεν ὑπὲρ τῶν στρατηγῶν τάδε.

……………………………………………………………………

[1.7.34] ταῦτ᾽ εἰπὼν Εὐρυπτόλεμος ἔγραψε γνώμην κατὰ τὸ Καννωνοῦ ψήφισμα κρίνεσθαι τοὺς ἄνδρας δίχα ἕκαστον· ἡ δὲ τῆς βουλῆς ἦν μιᾷ ψήφῳ ἅπαντας κρίνειν. τούτων δὲ διαχειροτονουμένων τὸ μὲν πρῶτον ἔκριναν τὴν Εὐρυπτολέμου· ὑπομοσαμένου δὲ Μενεκλέους καὶ πάλιν διαχειροτονίας γενομένης ἔκριναν τὴν τῆς βουλῆς. καὶ μετὰ ταῦτα κατεψηφίσαντο τῶν ναυμαχησάντων στρατηγῶν ὀκτὼ ὄντων· ἀπέθανον δὲ οἱ παρόντες ἕξ. [1.7.35] καὶ οὐ πολλῷ χρόνῳ ὕστερον μετέμελε τοῖς Ἀθηναίοις, καὶ ἐψηφίσαντο, οἵτινες τὸν δῆμον ἐξηπάτησαν, προβολὰς αὐτῶν εἶναι, καὶ ἐγγυητὰς καταστῆσαι, ἕως ἂν κριθῶσιν, εἶναι δὲ καὶ Καλλίξενον τούτων. προυβλήθησαν δὲ καὶ ἄλλοι τέτταρες, καὶ ἐδέθησαν ὑπὸ τῶν ἐγγυησαμένων, ὕστερον δὲ στάσεώς τινος γενομένης, ἐν Κλεοφῶν ἀπέθανεν, ἀπέδρασαν οὗτοι, πρὶν κριθῆναι· Καλλίξενος δὲ κατελθὼν ὅτε καὶ οἱ ἐκ Πειραιῶς εἰς τὸ ἄστυ, μισούμενος ὑπὸ πάντων λιμῷ ἀπέθανεν.

[4] Έπειτα συνεδρίασε η Συνέλευση, όπου κι άλλοι κατηγόρησαν τους στρατηγούς, ιδιαίτερα όμως ο Θηραμένης1: έπρεπε να λογοδοτήσουν, είπε, γιατί δεν περιμάζεψαν τους ναυαγούς. Σαν απόδειξη ότι δεν έρριχναν την ευθύνη σε κανέναν άλλο, παρουσίασε το γράμμα πούχαν στείλει στη Βουλή και στη Συνέλευση, όπου ανάφεραν ως μόνη δικαιολογία την τρικυμία.

[5] Τότε απολογήθηκαν ένας ένας οι στρατηγοί -σύντομα, γιατί δεν τους δόθηκε ο νόμιμος χρόνος- και διηγήθηκαν τι είχαν κάνει: οι ίδιοι, είπαν, κίνησαν να επιτεθούν στον εχθρό, αναθέτοντας την περισυλλογή των ναυαγών σε μερικούς τριηράρχους, ανθρώπους ικανούς και που είχαν προϋπηρετήσει σα στρατηγοί -το Θηραμένη, το Θρασύβουλο κι άλλους σαν κι αυτούς. [6] Αν κάποιοι έπρεπε οπωσδήποτε να κατηγορηθούν σχετικά με την περισυλλογή των ναυαγών, δεν ήταν άλλοι από κείνους, που τους είχε ανατεθεί. «Αλλά μ᾽ όλο που μας κατηγορούν», είπαν, «εμείς δε θα πούμε βέβαια ψέματα ότι εκείνοι φταίνε. Η δύναμη της τρικυμίας ήταν που εμπόδισε την περισυλλογή των ναυαγών». Επικαλέστηκαν και μάρτυρες για τούτα τους κυβερνήτες των πλοίων και πολλούς άλλους συμπολεμιστές τους. [7] Τα λόγια τους άρχισαν να πείθουν το λαό, τόσο που σηκώθηκαν κάμποσοι πολίτες, πρόθυμοι να εγγυηθούν γι᾽ αυτούς. Επειδή ωστόσο ήταν κιόλας αργά και δε θα ξεχώριζαν τα υψωμένα χέρια,2 αποφασίστηκε ν᾽ αναβληθεί η υπόθεση γι᾽ άλλη συνεδρίαση· στο μεταξύ η Βουλή θα ετοίμαζε εισήγηση για το πώς έπρεπε να δικαστούν οι κατηγορούμενοι.3

[8] Έπειτα γιορτάστηκαν τα Απατούρια,4 όπου συνηθίζουν να συγκεντρώνονται τα μέλη των φρατριών κι οι συγγενείς. Σ᾽ αυτή τη γιορτή οι άνθρωποι του Θηραμένη κανόνισαν με πολλούς, από κείνους πούταν ντυμένοι στα μαύρα κι είχαν ξυρισμένα τα κεφάλια τους, να πάνε στη Συνέλευση και να παραστήσουν τους συγγενείς των θυμάτων· παράλληλα έπεισαν τον Καλλίξενο να κατηγορήσει τους στρατηγούς στη Βουλή. [9] Κατόπι συγκάλεσαν τη Συνέλευση, όπου η Βουλή εισηγήθηκε -με πρόταση του Καλλιξένου5- τ᾽ ακόλουθα: «Μιας και στην προηγούμενη συνεδρίαση είχαν ακούσει οι Αθηναίοι και τις κατηγορίες κατά των στρατηγών και τις απολογίες τους, να ψηφίσουν τώρα όλοι κατά φυλές· για κάθε φυλή να στηθούν δύο κάλπες, και σε καθεμιά φυλή να διαλαλήσει ο κήρυκας ότι όποιος θεωρεί τους στρατηγούς ενόχους που δεν περιμάζεψαν τους νικητές της ναυμαχίας πρέπει να ρίξει την ψήφο του στην πρώτη κάλπη, κι όποιος δεν τους θεωρεί ενόχους στη δεύτερη·6 [10] αν κριθούν ένοχοι να τιμωρηθούν με θάνατο και να παραδοθούν στους Έντεκα,7 οι περιουσίες τους να δημευτούν και το ένα δέκατο ν᾽ αφιερωθεί στη Θεά».8

[11] Παρουσιάστηκε στη Συνέλευση κάποιος λέγοντας ότι είχε σωθεί πάνω σ᾽ ένα βαρέλι αλεύρι, κι ότι οι μελλοθάνατοι τούχαν αφήσει παραγγελία, αν γλυτώσει, ν᾽ αναφέρει στο λαό ότι οι στρατηγοί δεν περιμάζεψαν εκείνους πούχαν φανεί οι πιο άξιοι της πατρίδας. [12] Ωστόσο ο Ευρυπτόλεμος9 του Πεισιάνακτος και κάποιοι άλλοι μήνυσαν τον Καλλίξενο λέγοντας ότι είχε υποβάλει παράνομη πρόταση. Μερικοί από το λαό τους επιδοκίμασαν, αλλά οι πιο πολλοί φώναξαν ότι είναι ανήκουστο να μην αφήνουν το λαό να κάνει ό,τι θέλει. [13] Πάνω σ᾽ αυτό πρότεινε ο Λυκίσκος να δικαστούν κι οι μηνυτές στην ίδια ψηφοφορία με τους στρατηγούς, αν δεν αποσύρουν τη μήνυση, και μπροστά στις φωνές επιδοκιμασίας του όχλου εκείνοι αναγκάστηκαν ν᾽ αποσύρουν τις μηνύσεις. [14] Μερικοί από τους πρυτάνεις αρνήθηκαν να προχωρήσουν σε παράνομη ψηφοφορία· και πάλι ανέβηκε στο βήμα ο Καλλίξενος και τους κατηγόρησε με τον ίδιο τρόπο, κι ο κόσμος φώναξε να μηνυθούν όσοι αρνούνται. [15] Τότε οι πρυτάνεις φοβήθηκαν και δέχτηκαν να γίνει η ψηφοφορία -όλοι εκτός από το Σωκράτη του Σωφρονίσκου, που δήλωσε ότι τίποτα δε θα κάνει αντίθετα με το νόμο. [16] Κατόπιν ανέβηκε στο βήμα ο Ευρυπτόλεμος κι υπερασπίστηκε τους στρατηγούς με τ᾽ ακόλουθα λόγια [...]

..............................................................................

[34] Μετά την αγόρευσή του, ο Ευρυπτόλεμος υπέβαλε γραπτή πρόταση να δικαστούν οι κατηγορούμενοι ο καθένας χωριστά, σύμφωνα με το ψήφισμα του Καννωνού -ενώ η πρόταση της Βουλής ήταν να δικαστούν όλοι με την ίδια ψηφοφορία. Όταν ήρθε η στιγμή να διαλέξουν με ανάταση των χεριών τη μιαν απ᾽ τις δύο προτάσεις, δέχτηκαν στην αρχή την πρόταση του Ευρυπτολέμου· ο Μενεκλής όμως έκανε ένορκη ένσταση, έγινε καινούργια ανάταση χεριών κι αυτή τη φορά δέχτηκαν την πρόταση της Βουλής. Κατόπι ψήφισαν την καταδίκη των οχτώ στρατηγών που είχαν πάρει μέρος στη ναυμαχία, κι οι έξη που ήταν παρόντες θανατώθηκαν. [35] Λίγον καιρό αργότερα, ωστόσο, μετάνιωσαν οι Αθηναίοι και ψήφισαν την παραπομπή σε δίκη εκείνων πούχαν ξεγελάσει το λαό, υποχρεώνοντάς τους να παρουσιάσουν εγγυητές ώσπου να δικαστούν· ανάμεσα σ᾽ αυτούς ήταν κι ο Καλλίξενος. Παραπέμφθηκαν10 κι άλλοι τέσσερεις, και οι εγγυητές τους φυλάκισαν. Αργότερα όμως, πάνω σε κάποιες ταραχές -τότε που σκοτώθηκε ο Κλεοφών- οι κατηγορούμενοι δραπέτευσαν πριν δικαστούν. Ο Καλλίξενος ξαναγύρισε στην Αθήνα την ίδια εποχή με τους εξόριστους από τον Πειραιά11 και πέθανε από την πείνα, μέσα στο γενικό μίσος.

 

(μετάφραση Ρόδης Ρούφος)

 

1 Αθηναίος πολιτικός που διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην εγκαθίδρυση του ολιγαρχικού καθεστώτος των Τετρακοσίων το 411 π.Χ.. Αργότερα (404 π.Χ.) υπήρξε μέλος των Τριάκοντα, ήρθε όμως σε σύγκρουση με τους εκφραστές ακραίων απόψεων, κυρίως τον Κριτία, και εκτελέστηκε. Ως τριήραρχος ήταν μεταξύ αυτών που είχαν επιφορτιστεί με την περισυλλογή των ναυαγών μετά την ναυμαχία των Αργινουσών. Κατηγόρησε τους στρατηγούς προφανώς για να σώσει τον εαυτό του.

2 Η ψηφοφορία στην εκκλησία του δήμου γινόταν συνήθως με ανάταση των χειρών.

3 Η εισαγωγή οποιασδήποτε πρότασης προς συζήτηση στην εκκλησία του δήμου προϋπέθετε ψήφιση προκαταρκτικού σχεδίου απόφασης (προβούλευμα) από τη βουλή. Η εκκλησία μπορούσε επίσης να ζητήσει η ίδια από τη βουλή να παρουσιάσει προβούλευμα για συγκεκριμένο ζήτημα.

4 Τα Απατούρια, εορτή καθαρά ιωνική, γιορταζόταν από τις φρατρίες (= ομάδες στο πλαίσιο μιας φυλής, που είχαν -τουλάχιστον αρχικά- κοινό πρόγονο) κατά τον μήνα Πυανεψιώνα (Οκτώβριος-Νοέμβριος).

5 Αθηναίος δημαγωγός, μέλος της βουλής.

6 Στην Αθήνα ο νόμος επέβαλλε μυστική ψηφοφορία κατά την εκδίκαση μιας υποθέσεως. Η πρόταση του Καλλιξένου απέβλεπε προφανώς στην κατάργηση κατ᾽ ουσίαν της μυστικότητας της ψήφου.

7 Αξιωματούχοι, εκλεγμένοι με κλήρο, που είχαν την ευθύνη για τις φυλακίσεις και τις εκτελέσεις.

8 Εννοείται η Αθηνά ως πολιούχος θεά.

9 Εξάδελφος του Αλκιβιάδη και συγγενής του Περικλή του νεότερου.

10 Ο τεχνικός όρος προυβλήθησαν που χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο δηλώνει ότι κατηγορήθηκαν δημόσια στην εκκλησία του δήμου, η οποία κατόπιν ενέκρινε την παραπομπή τους σε δίκη.

11 Με την πτώση του καθεστώτος των Τριάκοντα το φθινόπωρο του 403 π.Χ..