Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ
155. – Ἐπιτρέποντες 218-361
Η κωμωδία Επιτρέποντες ανήκει πιθανώς στην όψιμη παραγωγή του Μενάνδρου και έχει σωθεί σε πάπυρο κατά το μεγαλύτερο μέρος της (περίπου τα 2/3 του έργου). Τον τίτλο έδωσε στο έργο η σκηνή της διαιτησίας στη δεύτερη πράξη. Δυο δούλοι, ο βοσκός Δάος, που βρήκε στο δάσος ένα έκθετο παιδί, και ο καρβουνιάρης Σύρος, στον οποίο ο βοσκός έδωσε το παιδί για να το αναθρέψει, ερίζουν για τα αντικείμενα που βρέθηκαν με το παιδί και είχαν τοποθετηθεί από τη μητέρα του, για να είναι δυνατή στο μέλλον η αναγνώριση (γνωρίσματα). Ο άνθρωπος που ορίζουν ως κριτή (=ἐπιτρέπουσιν)ο γέρο-Σμικρίνης, είναι κατά τύχη και χωρίς να το γνωρίζει παππούς του παιδιού, αφού είναι πατέρας της Παμφίλης, της μητέρας του παιδιού, η οποία το είχε εκθέσει, επειδή ήταν καρπός του βιασμού της από έναν άγνωστο κατά τη διάρκεια μιας νυχτερινής γιορτής. Στο τέλος θα αποκαλυφθεί ότι ο τότε άγνωστος ήταν ο μετέπειτα σύζυγός της Χαρίσιος.
Στο απόσπασμα που ακολουθεί και που προέρχεται από τη σκηνή της διαιτησίας παρακολουθούμε έναν αγώνα λόγων,στον οποίο ο Δάος και ο Σύρος επιχειρηματολογούν για την κατοχή ή τη διεκδίκηση των γνωρισμάτων. (Τόσο ο ἀγών όσο και η έκθεση νηπίων και ο αναγνωρισμός, χαρακτηριστικά στοιχεία κατά κύριο λόγο της ευριπίδειας τραγωδίας, μαρτυρούν τη μεγάλη επίδραση του Ευριπίδη στη Νέα Κωμωδία). Ο λόγος του Σύρου είναι εμφανώς πιο έντεχνος από τον λόγο του Δάου, αλλά και στις δύο περιπτώσεις μέσα από τον λόγο των ομιλητών διαγράφεται ανάγλυφα ο χαρακτήρας τους.
(ΣΥΡΟΣ) Πας να ξεφύγεις από το δίκαιο. (ΔΑΟΣ) Εσύ στρεψοδικείς, άθλιε. Δεν είναι σωστό να έχεις ό,τι δεν σου ανήκει. (ΣΥΡΟΣ) Πρέπει να αναθέσουμε σε διαιτητή1 να κρίνει την υπόθεση.220 (ΔΑΟΣ) Σύμφωνοι. Να κριθούμε. (ΣΥΡΟΣ) Και ποιος θα κρίνει; (ΔΑΟΣ) Εγώ δέχομαι οποιονδήποτε. Όμως καλά να πάθω· γιατί τι ήθελα και σου έδινα μερίδιο; (ΣΥΡΟΣ) Θέλεις να ορίσουμε αυτόν κριτή; (ΔΑΟΣ) Με το καλό! (ΣΥΡΟΣ) Για τ᾽ όνομα των θεών, χρυσέ μας άνθρωπε, μπορείς να διαθέσεις για μας λίγο χρόνο; (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Για σας; Σχετικά με ποιο θέμα;225 (ΣΥΡΟΣ) Διαφωνούμε για ένα ζήτημα. (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Κι εμένα τι με νοιάζει; (ΣΥΡΟΣ) Ψάχνουμε να βρούμε γι᾽ αυτό έναν κριτή αμερόληπτο. Αν λοιπόν δεν έχεις πρόβλημα, λύσε μας τη διαφορά. (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Βρε που κακό χρόνο να ᾽χετε, μου φοράτε προβιές και κόβετε βόλτες έχοντας στήσει δικαστήριο;230 (ΣΥΡΟΣ) Παρ᾽ όλα αυτά. Το ζήτημα δεν είναι τίποτα σπουδαίο και δεν είναι δύσκολονα σχηματίσεις γνώμη. Κάνε μας τη χάρη, παππού. Για τ᾽ όνομα των θεών, μη μας περιφρονήσεις. Παντού και πάντα πρέπει να νικάει το δίκαιο· ο καθένας οφείλει να νοιάζεται γι᾽ αυτό· είναι κάτι που ισχύει για όλους.235 ΔΑΟΣ Έχω να αντιμετωπίσω ρήτορα που δεν είναι παίξε-γέλασε. Τι ήθελα και έδινα μερίδιο; (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Θα σεβαστείτε λοιπόν την απόφαση που θα βγάλω; Πες μου. ΣΥΡΟΣ Οπωσδήποτε (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Ακούω. Τι μ᾽ εμποδίζει, άλλωστε; Μίλα πρώτος εσύ που σιωπάς.2 ΔΑΟΣ Θα πάω λίγο πιο πίσω,240 δεν θ᾽ αναφέρω μόνο τι έγινε μ᾽ αυτόν, για να έχεις σαφή εικόνα για το ζήτημα. Πριν από καμιά τριανταριά ημέρες, χρυσέ μου άνθρωπε, έβοσκα ολομόναχος τα πρόβατα στο δάσος κοντά σε τούτα τα χωράφια και βρήκα παρατημένο ένα μωρουδάκι·245 μαζί του βρέθηκε μια αλυσίδα και κάποια άλλα τέτοια κοσμηματάκια. (ΣΥΡΟΣ) Περί αυτού πρόκειται. ΔΑΟΣ Δεν με αφήνει να μιλήσω. (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Εάν πετάγεσαι, θα σε λιανίσω με τη μαγκούρα. (ΣΥΡΟΣ) Και με το δίκιο σου. (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Συνέχισε. (ΔΑΟΣ) Συνεχίζω. Το περιμάζεψα, γύρισα στο σπίτι μου με το μωρό,250 ήθελα να το αναθρέψω. Έτσι έκρινα τότε. Τη νύχτα όμως, όπως κάνει όλος ο κόσμος, έβαλα κάτω τα πράγματα και κάθισα και σκέφτηκα: Τι τα θέλω εγώ τα νταντέματα και τις φασαρίες; Πού θα βρω να ξοδέψω τόσα χρήματα;255 Ποιος ο λόγος να βάλω μπελάδες; Αυτά και αυτά σκεφτόμουν. Την άλλη μέρα το πρωί έβοσκα πάλι τα πρόβατα. Ήρθε αυτός στο ίδιο μέρος για να πριονίσει κούτσουρα - είναι καρβουνιάρης. Είχαμε γνωριστεί από πριν και τα λέγαμε. Πιάνουμε την κουβέντα. Όταν με είδε κατσουφιασμένο,260 «γιατί είναι», λέει, «προβληματισμένος ο Δάος;». «Έλα ντε», λέω, «πάω γυρεύοντας». Κάθομαι και του λέω τα καθέκαστα, πώς βρήκα το μωρό, πώς το περιμάζεψα. Εκείνος, την ίδια στιγμή, πριν καλά-καλά τελειώσω, άρχισε να με παρακαλάει: «που σε καλό να σου βγει, Δάε» -αυτή ήταν η μόνιμη επωδός-265 «δώσ᾽ μου το εμένα το μωρό. Που καλή τύχη να ᾽χεις, που είθε να βρείς την ελευθερία σου. Είμαι», λέει, «παντρεμένος, αλλά η γυναίκα μου έχασε το παιδί στη γέννα». Εννοούσε αυτή που κρατάει στην αγκαλιά της το μωρό. (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Τον παρακαλούσες εσύ;270 (ΔΑΟΣ) Έφαγε όλη την ημέρα να με ικετεύει. Έτσι που με εκλιπαρούσε και με πιπίλιζε, είπα το ναι, το έδωσα, έφυγε δίνοντας μου ευχές και ευχές να έχω χίλια καλά. Έπιανε τα χέρια μου και τα φιλούσε. Τα έκανες αυτά; (ΣΥΡΟΣ) Τα έκανα. (ΔΑΟΣ) Επήγε στην ευχή. Ξαφνικά, μου έρχεται τώρα μαζί με τη γυναίκα του275 και απαιτεί να του παραδοθούν τα αντικείμενα που βρέθηκαν τότε με το μωρό -μιλάμε για μικροπράγματα, σαχλαμάρες, το τίποτα- και λέει πως είναι σκάνδαλο που δεν τα παραδίδω, αλλά επιμένω να τα κρατήσω εγώ. Εγώ πάλι λέω ότι έπρεπε να μου χρωστά ευγνωμοσύνη280 γι᾽ αυτά που πήρε με τα παρακάλια του. Αν τώρα δεν του παραχωρώ τα πάντα, δεν είμαι υποχρεωμένος και να λογοδοτήσω. Αν, αίφνης, τα είχε βρει αυτά, ενώ περπατούσε μαζί μου, και ήταν κοινό το εύρημα, θα έπαιρνε το ένα μέρος αυτός, και το άλλο εγώ. Από τη στιγμή όμως που τα βρήκα μόνος μου,285 το θεωρείς σωστό, ενώ δεν ήσουν μαζί, να έχεις εσύ τα πάντα, κι εγώ τίποτα; Για να τελειώνω: εγώ σου έδωσα κάτι που μου ανήκει. Σου αρέσει; Κράτησέ το και τώρα. Δεν σου αρέσει και έχεις αλλάξει γνώμη; Δώσ᾽ το πάλι πίσω και μην με αδικείς και μη ζημιώνεσαι.290 Δεν μπορεί όμως να έχεις εσύ τα πάντα, άλλα με τη συγκατάθεσή μου, και άλλα διά της βίας. Είπα ό,τι είχα να πω. (ΣΥΡΟΣ) Τα είπε;3 (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Δεν άκουσες; Τα είπε. ΣΥΡΟΣ Καλώς. Τώρα η σειρά μου. Μόνος του το βρήκε αυτός το μωρό, και όλα όσα λέει τώρα, είναι όπως τα λέει.295 Έτσι έγιναν τα πράγματα, παππού· δεν το αμφισβητώ. Για να μου δώσει το μωρό, παρακάλεσα, ικέτευσα. Αλήθεια λέει. Ένας βοσκός που δουλεύει κοντά του - στον βοσκό το εκμυστηρεύτηκε ο ίδιος-300 μου αποκάλυψε ότι μαζί με το μωρό είχαν βρεθεί και κάτι κοσμήματα. Γι᾽ αυτά τα κοσμήματα, παππού, έχει έρθει αυτός αυτοπροσώπως -δώσ᾽ μου το μωρό, γυναίκα. Αυτός, Δάε, ζητάει να του παραδώσεις την αλυσίδα και τα γνωρίσματα· του τα έβαλαν, λέει, μαζί, για να στολίζουν αυτόν, όχι για να θρέψουν εσένα.305 Μαζί του σου τα ζητάω κι εγώ που είμαι τώρα κηδεμόνας του -εσύ με έκανες δίνοντάς μου το μωρό. Τώρα, χρυσέ μου άνθρωπε, έχεις, θαρρώ, να κρίνεις αν τα χρυσαφικά- ή ό,τι τέλος πάντων είναι αυτά- πρέπει να τα φυλάξουμε για το παιδί, ώσπου να μεγαλώσει, όπως το θέλησε η μητέρα του, όποια κι αν είναι,310 ή αν θα τα κρατήσει αυτός που τα ᾽κλεψε, μόνο και μόνο επειδή βρήκε πρώτος κάτι που δεν του ανήκει. Γιατί δεν σου τα ζήτησα όταν έπαιρνα το μωρό; Τότε δεν είχα ακόμη το δικαίωμα να μιλάω εξ ονόματός του.315 Άλλωστε και τώρα δεν ήρθα να σου ζητήσω κάτι για μένα. Κοινό το εύρημα; Να μου λείπει το εύρημα, όταν υπάρχει κάποιος που αδικείται. Αυτό δεν είναι εύρεση, είναι λήστευση. Σκέψου και το άλλο, παππού·320 τούτο το παιδί μπορεί να είναι πιο πάνω από τη σειρά μας, και αν μεγαλώσει με δουλευτάδες, ίσως θα τα περιφρονήσει αυτά και θα τον σπρώξει η φύση του ν᾽ αποτολμήσει κάτι αντάξιο των ελευθέρων, να κυνηγάει λέοντες, να φέρει όπλα, να τρέχει στους αγώνες. Έχεις ασφαλώς παρακολουθήσει τραγωδίες325 και σου είναι οικεία όλα αυτά. Τον γνωστό Νηλέα4 και τον Πελία τους βρήκε ένας γέρος γιδοβοσκός, που φορούσε προβιά σαν κι αυτή που φοράω τώρα εγώ. Όταν κατάλαβε πως είχε να κάνει με ανθρώπους που ήταν πιο πάνω από τη σειρά του, τους διηγήθηκε τα καθέκαστα,330 πώς τους βρήκε, πώς τους περιμάζεψε, τους έδωσε και ένα σακουλάκι με τα γνωρίσματα, έμαθαν έτσι την πάσα αλήθεια για την περιπέτειά τους και γίναν βασιλιάδες αυτοί που τότε ήσαν γιδοβοσκοί. Αν όμως εκείνα τα είχε κρατήσει ο Δάος και τα είχε πουλήσει, για να κερδίσει του λόγου του δώδεκα δραχμές,335 θα έμεναν για πάντα στην αφάνεια τέτοιοι άντρες κι από τέτοια γενιά. Δεν είναι σωστό, παππού, να το μεγαλώνω εγώ τούτο το πλάσμα, την ελπίδα όμως της σωτηρίας του340 να την πάρει και να την εξαφανίσει ο Δάος. Κάποιος ήταν έτοιμος να παντρευτεί την αδερφή του και τον σταμάτησαν τα γνωρίσματα, άλλος βρήκε τη μητέρα του και την απελευθέρωσε, άλλος έσωσε αδελφό. Επειδή ο βίος όλων είναι φύσει επισφαλής, οφείλουμε, γέροντα, να τον προφυλάσσουμε προνοώντας και να προλαβαίνουμε τα πράγματα, όσο μπορούμε.345 «Αν δεν σου αρέσει», λέει, «δώσ᾽ το πίσω». Και θεωρεί αποστομωτικό το επιχείρημα. Δεν είναι δίκαιο. Επειδή δηλαδή εσύ πρέπει να επιστρέψεις κάτι από αυτά που του ανήκουν, ζητάς από πάνω να πάρεις και το παιδί, για να μπορείς και πάλι να ραδιουργείς εκ του ασφαλούς,350 αν τώρα η Τύχη έσωσε κάτι από τα δικά του; Είπα ό ,τι είχα να πω. Πάρε την απόφαση που θεωρείς δίκαιη. (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Δεν είναι δύσκολο να αποφασίσω. Όλα όσα βρέθηκαν με το παιδί, ανήκουν στο παιδί. Αυτή είναι η ετυμηγορία μου. (ΔΑΟΣ) Καλώς. Και το παιδί;355 (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Δεν θα αποφασίσω, μα τον Δία, ότι ανήκει σ᾽ εσένα που και τώρα το αδικείς· ανήκει σ᾽ αυτόν που το υπερασπίζεται και αντιδρά στις αδικίες που σχεδιάζεις. (ΣΥΡΟΣ) Να έχεις του κόσμου τα καλά. (ΔΑΟΣ) Είναι πρωτοφανής η απόφαση, μα τον Δία τον Σωτήρα. Εγώ τα βρήκα όλα, και μου τα πήραν όλα. Και τα έχει αυτός που δεν τα βρήκε.360 Πρέπει λοιπόν να του τα παραδώσω; (ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ) Ασφαλώς.
(μετάφραση. Θ. Κ. Στεφανόπουλος)
|
1 Η επίλυση ιδιωτικών διαφορών με προσφυγή στην κρίση ενός ιδιώτη, ύστερα από συμφωνία και των δυο μερών, ήταν συνηθισμένη πρακτική στην Αθήνα, ιδιαίτερα για θέματα που δεν ρυθμίζονταν από κάποιο νόμο. Η απόφαση του διαιτητή ήταν νομικά δεσμευτική, εφόσον και τα δυο μέρη είχαν συμφωνήσει εκ των προτέρων στην επιλογή του.
2 Ο ποιητής αφήνει με αυτόν τον τρόπο τον Σύρο να μιλήσει δεύτερος, και έτσι του εξασφαλίζει πλεονεκτική θέση, αφού του παρέχεται η δυνατότητα να απαντήσει στα επιχειρήματα του αντιπάλου και να προβάλει ακόμη περισσότερο τη ρητορική του δεινότητα.
3 Με την ερώτησή του ο Σύρος δεν ζητεί στην πραγματικότητα να πληροφορηθεί κάτι, αλλά προσπαθεί μάλλον να μειώσει τον Δάο, υπαινισσόμενος ότι ο λόγος του δεν είχε και πολλή ουσία.
4 Σύμφωνα με τον μύθο οι δίδυμοι Νηλέας (ο πατέρας του Νέστορα) και Πελίας ήταν παιδιά της Τυρώς και του Ποσειδώνα. Η Τυρώ, μετά τη γέννησή τους, τα είχε εκθέσει στο βουνό, όπου τα βρήκε ένας βοσκός, κατάφεραν ωστόσο αργότερα να ξανασμίξουν με τη μητέρα τους. Τραγωδίες με θέμα τον μύθο της Τυρώς έγραψαν ο Σοφοκλής και οι τραγικοί ποιητές του 4ου αι. π.Χ. Καρκίνος και Αστυδάμας. Πιθανότατα ο Σύρος αντλεί το παράδειγμά του από κάποιο από τα έργα αυτά.