Αναμνήσεις από την παιδική ηλικία

Επίπεδο: Β2 Δεξιότητα: Κατανόηση Προφορικού Λόγου
Πηγή: Όθων Τσουνάκος Φτου, ξελευτερία… ένα εικονογραφικό αφιέρωμα για τους απανταχού παλίμπαιδες του ’50 και του ’60. Αθήνα: Εκδόσεις Ηλιοτρόπιο 2002, σ. 10-12 (διασκευή).
Επικοινωνιακή γλωσσική δραστηριότητα:

Κατανόηση Προφορικού Λόγου

Τι πρέπει να ξέρει και τι μπορεί να κάνει ο εξεταζόμενος:

Εντοπισμός και συνδυασμός συγκεκριμένων πληροφοριών

Τύπος εξεταστικού ερωτήματος: Σημειώσεις
Λέξεις κλειδιά: μνήμες, παιδική ηλικία, δεκαετία του ’50, ενθυμήματα, νοσταλγία, λεύκωμα
Πεδίο:
Προσωπικό Επαγγελματικό
Δημόσιο Εκπαιδευτικό
Θέμα:
1. Γλώσσα
2. Εκπαίδευση
3. Ελεύθερος χρόνος, Διασκέδαση
4. Επαγγελματική ζωή
5. Καθημερινή ζωή
6. Καιρός
7. Κοινωνικοπολιτική δομή
8. Προσωπικά στοιχεία
9. Σπίτι, κατοικία, περιβάλλον
10. Σχέσεις με άλλους ανθρώπους
11. Ταξίδια
12. Τόποι
13. Φαγητό και ποτό
14. Ψώνια
15. Υγεία και σωματική φροντίδα
16. Υπηρεσίες
Είδος κειμένου:
Άρθρο Λαογραφικό
Αφήγηση Λογοτεχνικό
Βιογραφικό Ομιλία
Διαφήμιση Περιγραφικό
Δοκίμιο Συνέντευξη
Επιστολή Συνταγή
Θεατρικό Συζήτηση
Ιστορικό Άλλο
Επίπεδο ύφους:
Φιλικό Τυπικό
Ενδιάμεσο  

Κείμενο

Αναμνήσεις από την παιδική ηλικία

Όταν μου ήρθε η ιδέα να φτιάξω ένα λεύκωμα αφιερωμένο στα παιδικά χρόνια της πρώτης γενιάς μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ένιωσα πάλι έντονα εκείνον τον αφελή παιδικό ενθουσιασμό να κλέψω υλικά από τις κατεδαφισμένες οικοδομές της παλιάς γειτονιάς όπου μεγάλωσα. Στην αρχή δεν μπορούσα να αντιληφθώ τον λόγο για τον οποίο αισθανόμουν έτσι, αλλά γρήγορα κατάλαβα.

Κατάλαβα ότι τώρα δεν είχα πια να κάνω με στραβωμένες καγκελόπορτες, κεραμίδια και άλλα «άχρηστα» υλικά από κατεδαφισμένα σπίτια της δεκαετίας του ’50 και του ’60, αλλά με κάτι πολύ σημαντικότερο. Τώρα είχα να κάνω με «άχρηστα» υλικά από χαμένες μνήμες, με υλικά που άλλοτε έδιναν ομορφιά στην καθημερινότητα ενός παιδιού του ’50, με υλικά που κάποτε ήταν μέρος της καθημερινότητάς του και σήμερα είναι άχρηστα πράγματα για περίεργους συλλέκτες και μεσήλικες νοσταλγούς.

Κι έτσι, ρίχτηκα με τα μούτρα στην προσπάθεια να συγκεντρώσω τέτοιου είδους υλικά, πιστεύοντας, ανοήτως, ότι θα μπορούσα να ανοικοδομήσω μόνος μου τις κατεδαφισμένες παιδικές μνήμες της γενιάς μου. Κι η αλήθεια είναι ότι μέσα σε λίγους μήνες, ψάχνοντας μανιωδώς σε ξεχασμένα συρτάρια, σε αποθήκες, σε παλιατζίδικα και σε σκονισμένες μνήμες συνομηλίκων, συγκέντρωσα δεκάδες αναμνηστικά εκείνης της εποχής: παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες, αγαπημένα παιδικά περιοδικά και κόμικ, αποκόμματα αθλητικών εφημερίδων, κοριτσίστικα λευκώματα με ζωγραφιές, κουρελιασμένα τετράδια και βιβλία από το Δημοτικό, λείψανα παιχνιδιών, πολύχρωμα κουτάκια και χαρτάκια με ηθοποιούς και ποδοσφαιριστές που κανείς δεν τους θυμάται πια. Και μαζεύτηκε ένας σωρός από τέτοιου είδους «ντοκουμέντα», που κάποια στιγμή έπρεπε να συναρμολογηθούν και να λειτουργήσουν ως σύνολο.

Και τότε ήρθε μία πολύ οδυνηρή διαπίστωση: όσο κι αν προσπάθησα, η συναρμολόγηση δεν μπορούσε πια να γίνει. Όλα αυτά τα υλικά, καθώς τα έβλεπα τώρα σωριασμένα πάνω στο τραπέζι, έμοιαζαν σκόρπια και άσχετα μεταξύ τους. Κάτι σαν πολύχρωμα κομματάκια από έναν κατεστραμμένο ζωγραφικό πίνακα, που την ομορφιά του δεν τη βλέπεις, αλλά απλώς την αισθάνεσαι. Και την αισθάνεσαι, γιατί κάποτε πριν πολλά χρόνια τον είχες δει ολόκληρο και τότε κάτι είχες παρατηρήσει κι είχες θαυμάσει σε αυτόν, που δεν το θυμάσαι πια με ακρίβεια.

Κι έτσι είπα να τα παρατήσω. Με λίγα και ασύνδετα κομμάτια παιδικής μνήμης δεν μπορείς να μιλήσεις ξεκάθαρα για το παρελθόν με τρόπο κατανοητό για τους σημερινούς ανθρώπους. Άσε που η όποια νοσταλγία σου μοιάζει σαν μια ακόμα εκδήλωση ανωριμότητας σ’ αυτόν τον «θαυμαστό καινούργιο κόσμο» της μαζικής πληροφορίας, των τυποποιημένων ονείρων και των ψυχρών ανθρώπινων σχέσεων.

Κι αν δεν τα παράτησα τελικά, αυτό δεν οφείλεται στο ότι βρήκα κάποια λύση. Κάθε άλλο. Απλώς – ίσως από πείσμα – είπα να καταθέσω αυτό το υλικό του ’50 και του ’60 όπως είναι. Μην πάει χαμένο, έτσι, ανολοκλήρωτο, συμπτωματικό, ανεπεξέργαστο και μπερδεμένο. Σαν ένα κουβάρι από ερεθίσματα, που δεν θα ξετυλιχτεί ποτέ. Ας πούμε ότι το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε φίλους που προτιμούν την πλήρη σύγχυση της μνήμης από την πλήρη τάξη της αμνησίας, σε φίλους που έχουν – που θέλουν να έχουν – ανώριμες ευαισθησίες, που μπορούν να ταξιδεύουν εύκολα στο παρελθόν, γνωρίζοντας τις βαριές συνέπειες αυτού του μάταιου ταξιδιού.