Βασιλικός
Επίπεδο: Γ2 | Δεξιότητα: Κατανόηση Προφορικού Λόγου |
Κείμενο
- Μπορώ να έχω την τιμή εκλαμπρότατε, να σου πω μια καλημέρα;
- Καλημέρα σου Γερασιμάκη. Το σπίτι μου, το ξέρεις, είναι πάντα ανοιχτό δια εσένα.
- Το γνωρίζω πως μ’ αγαπάς εκλαμπρότατε, γι’ αυτό και ‘γώ παίρνω το θάρρος.
- Μου κάνει ευχαρίστηση. Κάθισε.
- Όπως ορίζεις. Ωστόσο εκλαμπρότατε, πως σου φάνηκε το αποψινό φονικό, ε; Θα πρέπει η αφεντιά σου να το άκουσε διότι γίνηκε έξω από την πόρτα σου.
- Σμπάρο με ξύπνησε.
- Ναι. Ωστόσο (ακατάληπτο) που έχουνε πιάσει για φονιά δε μου φαίνεται παντελώς, ε; Λέω για τον γερό-Νικόλα, τον γείτονά σου.
- Το δυστυχώς, δεν είναι τώρα δια τούτα.
- Το ίδιο λέω κι εγώ εκλαμπρότατε και λυπούμαι. Μ’ ‘έβαζε καμιά φορά στο σκαμνί εκεί και καθόμουνα. Θα πω κανένα λόγο στον Κατσιδέρη αν κι η εκλαμπρότης σου έκανε το ψυχικό να πει κανένα λόγο, ε;
- Ναι, ναι.
- Να ελευθερωθεί ο δυστυχής.
- Δε θα επιλείψω.
- Ψυχικό θα κάνεις εκλαμπρότατε. Όμως ζητώ συμπάθιο που εγώ φταίω που εξεμάκρυνα από το προκείμενο που μ’ έκανε να πάρω το θάρρος και να σ’ ενοχλήσω, παρακαλώ ζητώ την άδεια.
- Πες, πες ό,τι ορίζεις.
- Εκλαμπρότατε ελπίζω να μαντεύεις την αιτία που μ’ έκανε να σ’ ενοχλήσω.
- Ποτέ μου δεν αισθάνθηκα μάντης ούτε αστρολόγος.
- Λέγω τούτο εκλαμπρότατε, διότι όταν είναι κανείς να πει λόγια που δεν ξέρει αν είναι αρεστά…
- Τι; Έχεις να μου αναγγείλεις καμία δυστυχία; Εγώ δεν πραγματεύομαι, δεν έχω καράβι εις στο πέλαγο, τι να φοβούμαι μην εθαλασσοπνίγηκε κανένας;
- Ο κύριος να σε φυλάει μακριά από κάθε κακό εκλαμπρότατε, όμως λέγω τούτο διότι το πράγμα που είναι να σου φανερώσω και άλλη φορά σου ανέφερα και δε μου εφάνει να σ’ ευχαρίστησε.
- Λοιπόν, συμπάθησε με, μη μου το πεις.
- Εκλαμπρότατε, έδωσα τον λόγο μου. Εκείνο που θέλω να σου πω είναι να ξανανώσω το προξενιό του Φιλιππάκη για την αρχοντοπούλα σου. Συμπάθα με.
- Μην παίρνεις κανένα λάθος.
- Τι λάθος εκλαμπρότατε; Εχθές μόλις με άφηκες με βρήκε ο Φιλιππάκης. Έκανα τα πάντα να τον αντισκόψω, του ‘πα ότι των αδυνάτων αδύνατο να πετύχει. Ύστερις όμως έλαβα την υπόσχεση να σου μιλήσω γιατί μου είπε ότι είθε να βάλει άλλους πολλούς να τον κάνουν αυτό αν δεν του έκανα εγώ τη χάρη.
- Και δε σου φαίνεται ότι είναι κάπως παράκαιρα τώρα που ήλθες;
- Εκλαμπρότατε, γνωρίζω το συνήθειό σου να σηκώνεσαι νωρίς.
- Τι λες Γερασιμάκη; Ως φαίνεται, δεν εννόησες.
- Συμπάθιο εκλαμπρότατε, δεν είμαι εύκολος στο να καταλαβαίνω. Εξηγήσου.
- Άκου κυρ-Γερασιμάκη. Πολλές φορές μου έλαχε να έχω αποφασισμένη μια πράξη δια την ακόλουθη ημέρα και να πασχίζω να την εκτελέσω έπειτα μην προσέχοντας εις ό,τι εσυνέβη εις το αναμεταξύ. Το οποίον, αν είθε το στοχαστώ, θα την απαρατούσα.
- Συμπάθα με εκλαμπρότατε, δε στοχάζομαι τίνα συνέβη.
- Λοιπόν, ξανασμίγουμε αφού στοχαστείς.
- Μα, τι να στοχαστώ εκλαμπρότατε, αφού δεν καταλαβαίνω τίποτσι. Εάν η αφεντιά σου (ακατάληπτο) την καλοσύνη να μου το φανερώσει, παρακαλώ. Μα…
- Δε χρειάζονται νέες παρακάλεσες (ακατάληπτο) θα (ακατάληπτο) δια το γερο-Νικόλα κι αν εμπορείς κι εσύ να ικάνεις να κάνεις τίποτες.
- Μα βέβαια εκλαμπρότατε, όμως ας αφήσουμε τώρα αυτήν την υπόθεση.
- Ε, μα τι, τι θεωρείς μικρή να υποπτεύεται η δικαιοσύνη έναν αθώο για φονιά;
- Όχι βέβαια εκλαμπρότατε, όμως…
- Ήτανε γείτονάς μου κι ελόγου σου εσύχναζες στο μαγαζί του, έχουμε χρέος.
- Ναι βεβαιότατα εκλαμπρότατε, αλλά…
- Διότι δεν ταιριάζει να τον εσκότωσε αυτός.
- Όχι εκλαμπρότατε, το ίδιο λογιάζω κι εγώ. Όμως εκείνο που θέλω εγώ, εκλαμπρότατε, να σε παρακαλέσω να μου δώσεις ένα ύστερο λόγο δια το προξενιό του Φιλιππάκη, να του πω να πάψει να μ’ ενοχλεί διότι εκλαμπρότατε, η φιλία έχει και τα όριά της.
- Κυρ-Γερασιμάκη, δεν πιστεύω να θέλεις να παίξεις με εμέ.
- Εκλαμπρότατε, πώς σου πέρασε τέτοια ιδέα από το μυαλό, εγώ να παίξω με το υποκείμενό σου; Εγώ, εγώ που έχω δια καύχημα τη συμπάθεια που μου δείχνεις; Εγώ να λάβω τέτοιο θάρρος εκλαμπρότατε; Συμπάθα με εκλαμπρότατε, αν δεν εξηγούμαι καθαρά.
- Λοιπόν, συλλογίσου δια να εξηγηθείς καθαρότερα. Ματασμίγουμε.
- Ματασμίξουμε εκλαμπρότατε, εγώ εκειό που θέλω να σου πω είναι να μου δώσεις έναν ύστερο λόγο, μίαν ύστερη απόκριση δια το προξενείο του Φιλιππάκη.
- Λοιπόν, δια να δώσεις την απόκριση, αν ιμπορείς, που μου ζητάς, σου λέγω πάλι ότι η απόκριση που έδωσα πάντα ήταν εκείνη που του έμελλε να λάβει. Διατί αν ήταν να ηπάγει η θυγατέρα μου εις σπίτι γαμπρού, αυτή την (ακατάληπτο) δε θα την ελάμβανε ποτέ το σπίτι του Αργυρόπουλου ακόμα κι αν ήτε ο κόσμος όλος αναποδογυριστεί. Η θυγατέρα μου δεν καταδέχεται άνδρα. Απ’ τα (ακατάληπτο) αποφάσισε να γένει καλόγρια.
- Εκλαμπρότατε, έναν ύστερο λόγο ζήτησα και η αφεντιά σου έλαβε την καλοσύνη να μου τον δώσει. Τώρα, εκλαμπρότατε να μου δώσεις το θέλημα να χαρώ κι εγώ δια την πολλά ενάρετη και αγία απόφαση της αρχοντοπούλας σου. Τέτοιες αρετές σπάνια βρίσκονται, ε; Και καθώς όλοι γνωρίζουμε, εκλαμπρότατε, οι περισσότερες καλόγριες γίνονται στον (ακατάληπτο). Τώρα εκλαμπρότατε, αν ήτο άλλος κι όχι εγώ που έχω το ελεύθερο και την τιμή να μπαίνω στ’ αρχοντικό σου και που δεν έλαχε ποτέ να δω την αρχοντοπούλα σου γιατί δεν τη βλέπει ανθρώπου μάτι, δεν ήθελε να την πιστέψει όσον εγώ εις τους λόγους του Φιλιππάκη, όστις εκλαμπρότατε, ήθελε να επείσει ότι εμίλησε με τη θυγατέρα σου.
- Εμίλησε; Εμίλησε; Αδύνατο να έγινε τέτοιο πράμα. Η θυγατέρα του Δάρειου του Ρογκόλα ξέρει καλά πως προτιμάει την υπόληψή του από τη ζωή όλης της φαμελιάς του. Δεν είναι δυνατόν σου λέγω πάλι.
- Εκλαμπρότατε επειδή το ξέρω καλότατα γι’ αυτό κι εγώ σου είπα τόσο απλά, ε;
- Όχι, όχι δεν ιμπορεί να μίλησε.
- Εκλαμπρότατε, όταν, όταν κάποιος ποθεί κάτι, ονειρεύται πως το έχει. Ε, όμως.
- Δεν ιμπορώ να κρατηθώ άλλο, δεν ιμπορώ να κρατηθώ άλλο.
- Εκλαμπρότατε, σηκώνω εγώ το βάρος σου
- (ακατάληπτο) στο καλό.
- Όπως ορίζεις, εκλαμπρότατε. Αγάπα με. Συμπάθιο εκλαμπρότατε, όπως ορίζεις.