Λεξικό γλωσσολογικών όρων
Αναζήτηση για: "σχήμα"
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[υφολογία]
- σχήμα λιτότητας [litotes / understatement]
- Πρόκειται για ένα υφολογικό τέχνασμα που χρησιμοποιείται για να μετριάσει -για λόγους κοινωνικούς ή ψυχολογικούς- την κατηγορηματικότητα/απολυτότητα μιας δήλωσης. Στην ουσία είναι ένας πλάγιος τρόπος έκφρασης, τον οποίο επιτυγχάνουμε γλωσσικά χρησιμοποιώντας στη θέση ενός λεξήματος το αντίθετό του με άρνηση, π.χ. . p(ref). Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)...
- σχήμα λόγου [figure of speech]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
[υφολογία]
- σχήμα υπερβολής [hyperbole]
- Υφολογικό μέσο που χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στη σημασία μιας γλωσσικής έκφρασης, π.χ. p(ref). Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)...