Dictionary of Linguistic Terms

Θεματική περιοχή: "ιστορική γλωσσολογία"

32 items total [1 - 10]
αθέματη κλίση [athematic declencion]
Βλ. αθέματος
 
αθέματος [athematic]
Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στην περιγραφή των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και αναφέρεται στις ρίζες λέξεων των οποίων η κλίση προκύπτει από την απευθείας σύνδεση του κλιτικού επιθήματος στη ρίζα της λέξης χωρίς την παρεμβολή κάποιου φωνήεντος (το οποίο ονομάζεται θεματικό. Πεδίο εφαρμογής της είναι τόσο το ονοματικό όσο και το ρηματικό σύστημα. Ενδεικτικά αναφέρουμε την γ΄ (αθέματη) κλίση (π.χ. αναλογίας. p(author). Μ....
αναλογία [analogy]
Το φαινόμενο κατά το οποίο ένα στοιχείο της γλώσσας τροποποιείται με βάση γλωσσικά σχήματα που προϋπάρχουν σε αυτή· π.χ. η αρχαία ελληνική λέξη ...
αναπληρωματική έκταση [compensatory lengthening]
H φωνολογική διαδικασία κατά την οποία εκτείνεται (δηλαδή γίνεται μακρό) το αρκτικό βραχύ φωνήεν μιας συλλαβής μετά από αποβολή ενός ή περισσότερων γειτονικών συμφώνων που αποτελούν συνήθως την έξοδό της. Σπανιότερο, αλλά όχι ανύπαρκτο, είναι το φαινόμενο της έκτασης του φωνήεντος μετά την αποβολή φωνήεντος. Η αναπληρωματική έκταση έχει ως αποτέλεσμα να διατηρείται το αρχικό βάρος της συλλαβής ακόμη και...
αποφωνία [apophony]
Βλ. μετάπτωση (σταδιακή τροπή) φωνηέντων - αποφωνία
 
Αττικισμός [Atticism]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
γενετική συγγένεια [genetic relationship]
Η συγγένεια μεταξύ ορισμένων γλωσσών που οφείλεται στην κοινή τους προέλευση από μια γλωσσική πρόγονο (η οποία ονομάζεται επαφή γλωσσών) ή σε καθολικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης γλώσσας. Η απόδειξη της συγγένειας μεταξύ γλωσσών και η αναγωγή τους σε μια κοινή μητέρα-γλώσσα γίνεται με βάση τις μεθόδους της ιστορικής γλωσσολογίας. Η μητέρα-γλώσσα μπορεί να είναι μαρτυρημένη (όπως η λατινική σε σχέση...
γλωσσική αλλαγή [language change]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
γλωσσική διάχυση [language diffusion]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
γλωσσικό λάθος [language error]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
< Previous   [1] 2 3 4   Next >
Go to page:Go