Λεξικό γλωσσολογικών όρων
Αναζήτηση για: "συντακτική"
4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- συντακτική αμφισημία [syntactic ambiguity]
-
Βλ. αμφισημία
- συντακτική επεξεργασία [parsing]
-
Βλ. γλωσσική επεξεργασία
- συντακτική ή δομική αμφισημία [syntactic or structural ambiguity]
-
Βλ. αμφισημία
- συντακτική ή δομική αμφισημία [syntactic or structural ambiguity]
-
Βλ. αμφισημία