Λεξικό γλωσσολογικών όρων
Αναζήτηση για: "κειμενικό"
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- κειμενικό είδος [text genre]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
- κειμενικός δείκτης [textual marker]
- Βλ δείξη και ενδείκτης...
- κειμενικότητα [textuality]
-
Βλ. κειμενογλωσσολογία