Λεξικό γλωσσολογικών όρων
Αναζήτηση για: "θέμα"
4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- θέμα [stem]
-
Βλ. μόρφημα
- θέμα/σχόλιο [topic/comment - theme/rheme]
- Σε αντιδιαστολή προς τους όρους ονοματική φράση / ρηματική φράση, που περιγράφουν τη γραμματικοσυντακτική δομή της πρότασης, οι όροι μόρφημα -wa προστίθεται ως ένδειξη της θεματικής υπόστασης ενός στοιχείου της πρότασης. p(ref). Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)...
- θεματικός [thematic]
-
Χωρίς περιεχόμενο...
- θεματικός ρόλος [thematic role]
-
Χωρίς περιεχόμενο...