Δίγλωσσο γλωσσάριο όρων εφαρμοσμένης γλωσσολογίας
379 εγγραφές [1 - 10] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- εγγράμματος [literate]
-
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 62 - έγκλιση [mood]
-
Η μορφολογική κατηγορία του ρήματος που διαφοροποιείται όταν εκφράζει κάτι το οριστικό (οριστική έγκλιση, π.χ. ΄Έρχομαι τώρα), κάτι εξαρτώμενο από άλλους παράγοντες (υποτακτική έγκλιση, π.χ. Αν αλλάξει ο καιρός, …) ή κάτι που ευχόμαστε να γίνει (ευκτική έγκλιση, π.χ. Μακάρι να ήξερα).
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 101, 112 111, 128, 129, 132, 141 191, 197, 241 210, 237, 238, 243, 257 - εγκλιτικό [enclitic/clitic]
-
Η άτονη μονοσύλλαβη λέξη η οποία, όταν είναι προσωπική αντωνυμία, βρίσκεται ως αντικείμενο πριν από το ρήμα π.χ. Την ξύστρα την αγόρασα χτες, ενώ όταν είναι κτητικό επίθετο τίθεται μετά το ουσιαστικό π.χ. Το βιβλίο μου είναι παλιό.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 101 184 197 - εγκλιτικός τόνος [clitic stress]
-
O τόνος στην τελευταία συλλαβή μιας προπαροξύτονης λέξης όταν η λέξη αυτή ακολουθείται από εγκλιτικό τύπο. Π.χ. O άνθρωπός μου.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 101 - εγκλιτικός τύπος [enclitic form]
-
Σύντομη (μονοσύλλαβη) λέξη η οποία δεν είναι μόνο άτονη ως λέξη αλλά επηρεάζει και την προηγούμενη λέξη, όταν αυτή τονίζεται στην προπαραλήγουσα, με αποτέλεσμα να τονίζεται και στη λήγουσα (βλ. εγκλιτικός τόνος), π.χ. Μου μίλησε για τις περιπέτειές της. Οι εγκλιτικοί τύποι στα ελληνικά είναι οι κτητικές αντωνυμίες μου, σου, του, της, μας, σας, τους, και οι προσωπικές αντωνυμίες με, σε, μου, σου, του, της, μας, σας, τους, τον, την, το, τους, τις/τες, τα.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 232 - εγκλιτικών κανόνας [rule of clitics]
-
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 102 184 - εγχειρίδιο [textbook]
-
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 11, 47 - εγχειρίδιο διδακτικό [teaching handbook]
-
Το σχολικό βιβλίο το οποίο περιέχει περισσότερες λεπτομέρειες και σε μεγαλύτερο βάθος από ένα κοινό σχολικό βιβλίο.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 31 - είδoς λόγου [speech type]
-
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 156 - ειδική έννοια [specific notion]
-
Εκείνα τα στοιχεία και θέματα της ζωής, συνήθως αφηρημένες οντότητες και υποκατηγορίες των γενικών εννοιών, για τα οποία οι άνθρωποι ενδιαφέρονται και τα οποία τους απασχολούν, όπως π.χ. κατοικία, αγορά, τρόφιμα, επαγγέλματα, υγεία κλπ.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 39, 89 120, 19, 20, 22, 23, 92, 149, 152, 256