νευρογλωσσολογία [neurolinguistics]
νευρογλωσσολογία [neurolinguistics]
Ο επιστημονικός κλάδος που μελετά τις εγκεφαλικές βάσεις του λόγου , τη συνεισφορά δηλαδή του κεντρικού ή περιφερειακού νευρικού συστήματος στην ικανότητα του ανθρώπου για γλώσσα. Κατά μία ειδικότερη έννοια, η νευρογλωσσολογία μελετά τις γλωσσικές διαταραχές (π.χ. διάφορες μορφές αφασιών), είτε επίκτητες είτε αναπτυξιακές, χρησιμοποιώντας τα μέσα περιγραφής κάποιας γλωσσολογικής θεωρίας και, στην πρόσφατη βιβλιογραφία, αντλώντας έννοιες από τον χώρο της οντογένεσης της γλώσσας , δηλαδή της μελέτης της απόκτησης της γλώσσας από το παιδί.
Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)