παραδειγματικές σχέσεις [paradigmatic relations]
παραδειγματικές σχέσεις [paradigmatic relations]
Οι σχέσεις που δημιουργεί μια γλωσσική μονάδα με όλες τις άλλες με τις οποίες έχει κάτι κοινό και από τις οποίες μπορεί να αντικατασταθεί. Π.χ. στην ακολουθία Ο Γιάννης τρέχει, ο Γιάννης βρίσκεται σε παραδειγματική σχέση με οποιαδήποτε άλλη λέξη που θα μπορούσε να την αντικαταστήσει, όπως ο δάσκαλος, η Μαρία, το παιδί κλπ. Επειδή δεν πρόκειται για σχέσεις που προκύπτουν από τη συνεμφάνιση των μονάδων στον λόγο, αλλά για σχέσεις που καθορίζονται με βάση τη μνημονική, «συνειρμική» σύνδεσή τους, όπως υπάρχουν δυνάμει στον εγκέφαλο των ομιλητών, είναι σχέσεις εν τη απουσία. Οι παραδειγματικές σχέσεις αποτελούν κριτήριο με το οποίο καθορίζονται οι συντακτικές κατηγορίες : π.χ στο πιο πάνω παράδειγμα οποιαδήποτε λέξη μπορεί να υποκαταστήσει τη λέξη Γιάννης εντάσσεται στην κατηγορία «ουσιαστικό». Αποτελούν όμως και κριτήριο καθορισμού α) των μορφημάτων στο εσωτερικό μια λέξης: π.χ. η λέξη αριθμητής ανακαλεί το εκτελεστής, εγγυητής, (με αυτό τον τρόπο καθορίζεται το παραγωγικό μόρφημα -της)· β) των λεξικών μορφημάτων : η ίδια λέξη ανακαλεί π.χ. και τα αρίθμηση, αριθμήσιμος κλπ.
Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)